Εδώ και πάνω από έναν χρόνο, ο κ. Τσίπρας διαρρηγνύει τα ιμάτιά του ότι η εκ μέρους του παράδοση της Μακεδονίας δεν αποτελεί προϊόν συναλλαγής. Και ξαφνικά, με τη συνέντευξή του στους Financial Times έρχεται και ομολογεί αυτό ακριβώς που τόσον καιρό απορρίπτει μετά βδελυγμίας. Πάνω στον πανικό του των τελευταίων προεκλογικών ημερών, στην προσπάθειά του να παραστήσει τον μάγκα που όλα τα σφάζει και όλα τα μαχαιρώνει, «κάρφωσε» τον εαυτό του!
Άλλη εξήγηση δεν υπάρχει. Και ομολόγησε πως όταν πήγε στο Βερολίνο (δεν μας λέει σε ποια από τις επισκέψεις του) στο τραπέζι των συζητήσεων με την καγκελάριο δεν άπλωσε μόνο τα οικονομικά θέματα της Ελλάδας, αλλά πρόσφερε ως επιδόρπιο την Μακεδονία – προφανώς προκειμένου να επιτύχει μια καλύτερη συμφωνία σε όλα τα άλλα και να διαιωνίσει την παραμονή του στην εξουσία.
Είπε επί λέξει στη συνέντευξη αυτή ο κ. Τσίπρας:
«Ο Γκρούεφσκι δεν ήθελε να διαπραγματευτεί. Θυμάμαι που πήγα στο Βερολίνο. Συνάντησα την καγκελάριο Μέρκελ και συζητήσαμε επί μακρόν για την οικονομική κρίση, το χρέος, τα ελλείμματα, τα μνημόνια κτλ. Αποφασίσαμε να μιλήσουμε και για την εξωτερική πολιτική και της είπα “θέλω να λύσω αυτό το πρόβλημα, ακόμη και με τον Γκρούεφσκι. Θα προσπαθήσω να τον προκαλέσω ζητώντας του να καθίσει στο τραπέζι. Αν δεν θελήσει θα τον κατηγορήσω. Μου απάντησε: “Δεν σε πιστεύω”. Τη ρώτησα γιατί και είπε “επειδή όλοι οι προκάτοχοί σου δεν ήθελαν να ανοίξουν το θέμα αυτό, ειδικά ο Σαμαράς”. “Η δική μου άποψη είναι διαφορετική”, είπα. «Η γνώμη μου είναι ότι η Ελλάδα μόνον όφελος θα αποκομίσει αν καταφέρουμε να λύσουμε τις διαφορές με τους βόρειους γείτονές μας. Η Ελλάδα έχει αρκετές διαφορές με τους γείτονές της στα ανατολικά – δεν θέλουμε περισσότερα προβλήματα με τους βόρειους γείτονές μας, ειδικά τις χώρες που πιστεύω δεν απειλούν την Ελλάδα”. Δεν νομίζω ότι η Άνγκελα Μέρκελ με πίστεψε, αλλά απέδειξα ότι εννοούσα όσα έλεγα, όταν οι εξελίξεις στα Σκόπια έδειξαν ότι υπήρχε μια ευκαιρία».
Τέρμα οι μαγκιές με τη «νέα Φρειδερίκη»
Ομολογεί δηλαδή ο κ. Τσίπρας πως έβαλαν στο τραπέζι την οικονομία, το χρέος, τα ελλείμματα, τα μνημόνια και ξαφνικά… αποφάσισαν να μιλήσουν και για την εξωτερική πολιτική! Και η εξωτερική πολιτική για τον κ. Τσίπρα ήταν το Σκοπιανό!
Ξεδίπλωσε την δήθεν «στρατηγική» του σ’ αυτήν που συνήθιζε να αποκαλεί «νέα Φρειδερίκη» και εκείνη του είπε, λέει, πως δεν τον πιστεύει, διότι… όλοι οι προκάτοχοί του και ειδικά ο Σαμαράς δεν ήθελαν να συζητήσουν το θέμα.
Δηλαδή ο Τσίπρας έφθασε μάλιστα στο σημείο να αναφέρει πως αυτός που με κανέναν τρόπο δεν δεχόταν να συζητήσει το Σκοπιανό, διότι γνώριζε ποιες ήταν οι απαιτήσεις όλων των πρωθυπουργών της γείτονος, ήταν ο Σαμαράς.
Και αυτή είναι η αλήθεια. Το θέμα δεν άνοιγε γιατί η κ. Μέρκελ δεν έβρισκε πρόθυμό συνομιλητή.
Στις 23 Σεπτεμβρίου 2014, όταν επισκεφθήκαμε την κ. Μέρκελ στο Βερολίνο, στη συνέντευξη Τύπου, ένας δημοσιογράφος είχε ρωτήσει την καγκελάριο:
-Κυρία Καγκελάριε, μετά τη Σύνοδο Κορυφής των Βαλκανίων είναι η πρώτη συνάντηση που έχετε με τον Πρωθυπουργό κ. Σαμαρά. Μιλήσατε για το θέμα του ονόματος της ονομασίας της «Μακεδονίας»; Είπατε ότι οι Ευρωπαϊκές αξίες είναι σημαντικές για την Ελλάδα, κ. Πρωθυπουργέ, αλλά δεν έχετε την αίσθηση ότι «μπλοκάρετε» το ζήτημα της ονομασίας;
Και η κ. Μέρκελ απάντησε ακριβώς αυτό που αποκαλύπτεται τώρα:
«Δεν μιλήσαμε για το ζήτημα της ονομασίας αυτής της χώρας. Μιλήσαμε κυρίως για διμερή θέματα και για θέματα που αφορούν την κατάσταση της Ελλάδας».
Προγραφή μέσω Ντουμπρόβνικ
Είχε προηγηθεί πράγματι, στις 15 Ιουλίου 2014, η ετήσια συνάντηση ηγετών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, υπό τον τίτλο «Διαδικασία Μπρντο-Μπριούνι», στο Ντουμπρόβνικ της Κροατίας, με την κ. Μέρκελ επίσημη προσκεκλημένη.
Σ’ αυτήν την συνάντηση, στη διάρκεια της οποίας αποφασίστηκε η προγραφή του Σαμαρά, αναφερόταν και ο δημοσιογράφος που έθεσε το ερώτημα.
Εκεί, η κ. Μέρκελ είχε δηλώσει πως «η ‘Μακεδονία’ πρέπει να καταστεί μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ». Και ότι «το ανεπίλυτο πρόβλημα της ονομασίας και της ταυτότητας μεταξύ της ‘Μακεδονίας’ και της Ελλάδας αποτελεί βάρος για όλους εμάς».
Η εκ μέρους της κ. Μέρκελ της λέξης «ταυτότητας» μας είχε κινητοποιήσει εδώ στην Αθήνα, αλλά ουδόλως εξέπληξε τον Γκρούεφσκι, ο οποίος είχε πει ότι «η αναφορά στον όρο «ταυτότητα» δεν θα έπρεπε να προκαλέσει έκπληξη για όσους γνωρίζουν το πρόβλημα. Και σε εμένα αλλά και σε εκείνους που παρακολουθούν αυτό το ζήτημα είναι σαφές ότι η άλλη πλευρά, εξ αρχής ακόμη, αμφισβητεί ουσιαστικά την ταυτότητά μας. Αυτό αποδείχθηκε και από την τελευταία δήλωση του Πρωθυπουργού του νότιου γείτονά μας και γι’ αυτό δεν θα έπρεπε να είναι κάτι το καινούργιο για μάς»,
Όπως είχε πει ο Γκρούεφσκι, «επανειλημμένα μέχρι τώρα, έχω καταστήσει σαφές πως το VMRO-DPMNE δεν θα μετάσχει σε οποιουδήποτε είδους πρωτοβουλίες και ιδέες στις οποίες θα αμφισβητείται, είτε θα διακυβεύεται η ταυτότητα του ‘μακεδονικού’ λαού, η ‘μακεδονική’ γλώσσα και το έθνος».
Διότι, συνέχισε, «η ταυτότητα δεν πρόκειται να αλλάξει, ενώ από την άλλη πλευρά δεν υπάρχει συνομιλητής για διαπραγματεύσεις. Αυτό που ζητούν οι Έλληνες, αλλαγή της ταυτότητας, δεν πρόκειται να συμβεί».
Και αυτό ακριβώς συνέβη: Ο Ζάεφ πήρε από τον Τσίπρα ό,τι ζητούσε και είχε θέσει ως προαπαιτούμενο για μια συμφωνία ο Γκρούεφσκι.
Τότε μάλιστα, με άλλο σημείωμα είχαμε ενημερωθεί ότι «ο Πρόεδρος της πΓΔΜ (Ιβάνοφ) ενημέρωσε διεξοδικά στην κα Μέρκελ όσον αφορά στο ζήτημα της ονομασίας με την Ελλάδα και, όπως είπε, «της εξέθεσα την κατάστασή μας ότι, εμείς ουσιαστικά δεν έχουμε με ποιον να συνομιλήσουμε, αφού όλες οι πρωτοβουλίες και οι προσκλήσεις μας έχουν απορριφθεί. Εκτός από τον κ. Νίμιτς, από την άλλη πλευρά δεν έχουμε εταίρο με τον οποίο μπορεί να διεξαχθούν συνομιλίες για να υπάρξει λύση», δήλωσε ο κ. Ιβάνοβ.
Προσθέτοντας ωστόσο πως «όλοι συμφώνησαν ότι η κατάσταση στην Ελλάδα είναι λεπτή και ο Έλληνας Πρωθυπουργός βρίσκεται αντιμέτωπος με πολλές προκλήσεις και ότι τώρα άλλα ζητήματα αποτελούν προτεραιότητα γι’ αυτόν.
Αλλά… «επιμένουμε πως πρέπει να είμαστε στην ατζέντα των προτεραιοτήτων και να μην αναβάλλεται το πρόβλημά μας».
Ούτε η Μέρκελ δεν το πίστευε!
Δεν είναι η πρώτη φορά που αναφέρομαι σ’ αυτό το θέμα, όπως το είχα τότε παρακολουθήσει με την ιδιότητα της υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητικής εκπροσώπου, λαμβάνοντας τα ενημερωτικά σημειώματα από το Γραφείο Τύπου μας στα Σκόπια. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά σε άρθρο μου του Δεκεμβρίου 2018) ΕΔΩ
Αλλά όλοι σφύριζαν αδιάφορα, παρά το γεγονός ότι τα γεγονότα ήταν αδιάψευστα:
Οι Σκοπιανοί διαμαρτύρονταν στη Μέρκελ ότι δεν έχουν συνομιλητή στην Αθήνα επειδή πρωθυπουργός ήταν ο Σαμαράς.
Αυτό ακριβώς αποκάλυψε με την συνέντευξή του στους FT ο ίδιος ο Τσίπρας!
Ότι δηλαδή η Μέρκελ τον αντιμετώπισε με δυσπιστία, επειδή κανένας άλλος προκάτοχός του – και κυρίως ο Σαμαράς – δεν δέχθηκε ποτέ να συζητήσει το θέμα με τον τρόπο που οι Σκοπιανοί ήθελαν να επιλυθεί.
Ούτε η Μέρκελ δηλαδή δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα έβρισκε τόσο βολικό και πρόθυμο συνομιλητή.
Αλλά αυτός (ο Τσίπρας) την… διέψευσε! Και έβαλε στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης ένα εθνικό θέμα έναντι του χρέους, των μνημονίων, των ελλειμμάτων και τα λοιπά.
Δηλαδή ξεκάθαρη συναλλαγή. Μια συναλλαγή που τον έφερε και τον κράτησε στην εξουσία και επέτρεψε στους δανειστές να κάνουν τα στραβά μάτια στην καταστροφική πολιτική του.
Σίγουρα η Μέρκελ, βλέποντας τον Τσίπρα έτοιμο για όλα, θα αναφώνησε (από μέσα της)… πόθεν μοι τούτο!
Και αμέσως ετέθη σε εφαρμογή το «Σχέδιο Πρέσπες»: Να φύγει από τη μέση ο Σαμαράς και να βρουν επιτέλους συνομιλητή οι Σκοπιανοί…