Παρότι υποτίθεται (κατά δηλώσεις μελών τής Ελληνικής «κυβέρνησης»)1 ότι η Απειλή εξ Ανατολών, και δη η αυξανόμενη στρατιωτική και πολιτικοοικονομική επιρροή τής Τουρκίας στη fYROM, απετέλεσε τήν (δήθεν) πρωταρχική αιτία για τήν εσπευσμένη συνυπογραφή και κύρωση τού εν λόγω προσυμφώνου, εντούτοις η σχετική συζήτηση στη «βουλή» τών Ελλήνων περί τής «Συμφωνίας τών Πρεσπών» διεξάγεται εκτός θέματος:
Ούτε ένας «βουλευτής» δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται ή να εγείρει, έστω και εν παρόδω, τό μείζον θέμα τών επιπτώσεων που θα έχει αυτό τό προσύμφωνο επί τών Ελληνο-Τουρκικών σχέσεων, και συγκεκριμένα επί τής γεωστρατηγικής και στρατιωτικής Απειλής εξ Ανατολών κατά τής Ελλάδος.
Ούτε ένας «βουλευτής» δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται ή να εγείρει, έστω και εν παρόδω, τό μείζον θέμα τών επιπτώσεων που θα έχει αυτό τό προσύμφωνο επί τών Ελληνο-Τουρκικών σχέσεων, και συγκεκριμένα επί τής γεωστρατηγικής και στρατιωτικής Απειλής εξ Ανατολών κατά τής Ελλάδος.
1. Ακρογωνιαίος λίθος τής Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής.
Στη μεταπολίτευση, η πεμπτουσία τής εξωτερικής πολιτικής και τής πολιτικής εθνικής ασφαλείας τής Ελλάδος, διατυπώθηκε με τό επιγραμματικό δόγμα τού Ανδρέα Παπανδρέου «Δεν διεκδικούμε τίποτε, δεν εκχωρούμε τίποτε»2.
Δι’ εκείνου τού επιγράμματος, η Ελλάδα διεκήρυττε, ρητώς και κατ’ επανάληψη, ότι εφήρμοζε και προήσπιζε τό status quo σχετικά με τήν εθνική της κυριαρχία, σύμφωνα με τίς αρχές τού Διεθνούς Δικαίου. Τό δε εν προκειμένω status quoείναι αυτό που καθορίσθηκε επακριβώς από Συνθήκες Ειρήνης (Treaties of Peace), και κυρίως εκείνες τού Βουκουρεστίου (1913), τής Λωζάννης (1923) και τών Παρισίων (1947)—η τελευταία αφορούσα μεταξύ άλλων τήν εκχώρηση τών Δωδεκανήσων από τήν ηττημένη Ιταλία στη νικήτρια Ελλάδα αμέσως μετά τόν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σημειωτέον ότι οι Συνθήκες Ειρήνης έχουν τήν πλέον βαρύνουσα σημασία στο Διεθνές Δίκαιο, διότι έχουν βαφεί και συνυπογραφεί με αίμα: Σε αντίθεση δηλαδή με άλλου είδους διακρατικές συνθήκες (για εμπορικά, περιβαλλοντικά κ.λπ. θέματα), κάθε Συνθήκη Ειρήνης διατυπώνει, αμέσως μετά τόν πόλεμο, τήν βούληση τών εμπολέμων να διασφαλίσουν τήν ειρήνη εις τό διηνεκές διά τών συμπεφωνημένων τους στη Συνθήκη, ούτως ώστε να μην ξαναεπισυμβεί άλλος πόλεμοςμεταξύ τους στο μέλλον.
Σε αυτό τό πλαίσιο, η απόλυτη προσήλωση τής Ελλάδος στο δια Συνθηκών Ειρήνης καθορισθέν status quo, προσέδιδε στην εξωτερική της πολιτική (σε διπλωματικό και συμμαχικό γεωστρατηγικό επίπεδο) ένα μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα: Προασπίζουσα τό status quo απολύτως (άνευ εξαιρέσεων), η Ελλάδα προεβάλλετο παγκοσμίως ως φιλειρηνική χώρα που ακολουθεί και εφαρμόζει τό Διεθνές Δίκαιο απολύτως—δηλαδή σε αντιδιαμετρική αντίθεση με τήν «Τιτοϊκή»Γιουγκοσλαβία3 τό 1946-1991 και τήν «μετα-Κεμαλική» Τουρκία τό 1955-2019, που αμφότερες διολίσθησαν σε αναθεωρητική-αλυτρωτική πολιτική εναντίον τής Ελλάδος, ήτοι σε ιμπεριαλιστική-μεγαλοϊδεατική πολιτική διαμφισβήτησης τούstatus quo και τών συνυφαινομένων Συνθηκών Ειρήνης, κατ’ απόκλιση ή και αντίθεση προς βασικές αρχές τού Διεθνούς Δικαίου.
2. Ελληνικός αναθεωρητισμός.
Προκειμένου να αντιμετωπίσει τόν Τουρκικό αναθεωρητισμό4—ήτοι επιδιώξεις τής Τουρκίας για μερική αναθεώρηση ή «επικαιροποίηση» Συνθηκών Ειρήνης— και τήν εν γένει επιθετικότητα τής Τουρκίας στο Αιγαίο και τήν Ανατολική Μεσόγειο, η Ελλάδα παρέμεινε προσηλωμένη στο πνεύμα και τό γράμμα τών Συνθηκών τής Λωζάννης (1923) και Παρισίων (1947), όπως επίσης και τής Ζυρίχης-Λονδίνου (1959) σε πλαίσιο διεθνοποίησης τού Κυπριακού Ζητήματος μετά τήν Τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
Δεν έπραξε όμως τό ίδιο η Ελλάδα σχετικά με τήν Συνθήκη τού Βουκουρεστίου. Διά τής Συμφωνίας τών Πρεσπών, οι από το 2015 κυβερνώντες καταφέρουν ένα μείζον πλήγμα (ή και χαριστική βολή) κατά τής Συνθήκης τού Βουκουρεστίου, παραδίδοντας στους Σκοπιανούς τά πάντα, δηλαδή όλα όσα οι Σκοπιανοί επεδίωκαν επί δεκαετίες: τήν λέξη «Μακεδονία» στο όνομα τού κρατικού τους μορφώματος (μέχρι τούδε fYROM, δηλαδή μη-όνομα), τήν «Μακεδονική» εθνικότητα (nationality) και τήν «Μακεδονική» γλώσσα. Κατ’ επακολουθία, η Ελλάδα αναδεικνύεται μονομερώς σε «νονό» τού κρατικού μορφώματος τής fYROM, κατά τρόπο που δεν συνάδει ούτε με τό γράμμα ούτε με τό πνεύμα όχι μόνον τής Συνθήκης τού Βουκουρεστίου αλλά και όλων ανεξαιρέτως τών Συνθηκών Ειρήνης που καθόρισαν τήν Ελληνική Επικράτεια.
3. Κυνικό καθεστωτικό ψεύδος.
Ειδικότερα, οι εν Ελλάδι κυβερνώντες μετήλθαν τό εξής ψεύδος (διατυπωθέν από τόν ίδιο τόν «πρωθυπουργό» και τόν «υπουργό εξωτερικών», μεταξύ πολλών άλλων), προκειμένου να ευοδωθεί μια «αναβάθμιση» τού κρατικού μορφώματος τών Σκοπίων, από κρατίδιο άνευ ονόματος (fYROM) σε κράτος με όνομα διεθνούς αναγνωρισιμότητος και τεραστίου ιστορικού βάθους («ΒΟΡΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ»), και μάλιστα με συμμετοχή αυτού τού κράτους σε διεθνείς οργανισμούς (ΝΑΤΟ, Ε.Ε.): Τό 1913 υφίστατο, λέει, η επιλεγομένη «γεωγραφική Μακεδονία» (geographical Macedonia), η οποία (υποτίθεται ότι) «διαμελίσθηκε» διά τής Συνθήκης Ειρήνης τού Βουκουρεστίου (10 Αυγούστου 1913) μεταξύ κυρίως τής Ελλάδος (51%), τής Σερβίας (λιγότερο από 39%) και τής Βουλγαρίας (10%).
Η αλήθεια όμως είναι διαμετρικώς αντίθετη: Ο όρος «γεωγραφική Μακεδονία» ήταν ανύπαρκτος μέχρι τήν Συνθήκη τού Βουκουρεστίου (1913), ή και μετέπειτα μέχρι τό τέλος τού Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Επομένως δεν μπορεί να λεχθεί ευλόγως ότι «διαμελίσθηκε» (ή «διαμοιράσθηκε») κάτι τό οποίο δεν υφίστατο τότε (1913), ούτε καν ως έννοια, τουλάχιστον σε επίπεδο Διεθνούς Δικαίου, ήτοι ρητώς σε κείμενα Διεθνών Συνθηκών, και δη Συνθηκών Ειρήνης.
Συγκεκριμένα, στη Συνθήκη Ειρήνης τού Βουκουρεστίου (10 Αυγούστου 1913) δεν υπάρχει πουθενά ούτε ο όρος «γεωγραφική Μακεδονία» ούτε κάν η λέξη (σκέτη) «Μακεδονία» ή παράγωγά της. Σε εκείνη τήν Συνθήκη, τά νέα Σερβο-Βουλγαρικά και Ελληνο-Βουλγαρικά σύνορα ορίζονται βάσει γεωγραφικών τοπωνυμίων (ορέων, κοιλάδων κ.ο.κ.) και μόνον (άρθρα ΙΙΙ και V τής Συνθήκης).5 Δηλαδή διά τής Συνθήκης Ειρήνης τού Βουκουρεστίου, οι Βαλκάνιοι Σύμμαχοι (Βουλγαρία, Ελλάδα, Σερβία) διεμοίρασαν μεταξύ τους τά συγκεκριμένα και ρητώς προσδιοριζόμενα εδάφη που απελευθέρωσαν από τόν Οθωμανικό ζυγό (και όχι κάποια ανύπαρκτη ή ασαφώς σκιαγραφουμένη «γεωγραφική Μακεδονία» ή έστωσκέτη «Μακεδονία»).
Εκείνα τά απελευθερωθέντα εδάφη, κάποιοι συγγραφείς άρχισαν εκ τών υστέρων (ex post), ήτοι από τό 1918 και μετέπειτα, σε πλαίσιο αλυτρωτικών και άλλων σκοπιμοτήτων, να τά χαρακτηρίζουν ως συναπαρτίζοντα τήν από τό 1918 (όχι νωρίτερα) βιβλιογραφουμένη «γεωγραφική Μακεδονία».
Σε κάθε περίπτωση, επειδή κατά τό 1913 δεν υφίστατο καμία (δήθεν) «γεωγραφική Μακεδονία», διά τούτο και ο εν λόγω όρος «γεωγραφική Μακεδονία», ή και σκέτο «Μακεδονία», δεν αναφέρεται πουθενά, απολύτως πουθενά, ούτε καν μία (1) φορά, ούτε στη Συνθήκη τού Βουκουρεστίου, ούτε και σε οποιαδήποτε από ΟΛΕΣ τίς άλλες Συνθήκες Ειρήνης που προηγήθησαν ή ακολούθησαν τήν Συνθήκη τού Βουκουρεστίου σχετικά με τόν προσδιορισμό τής Ελληνικής Επικρατείας, όπως μπορεί να διαπιστώσει ο ίδιος ο αναγνώστης6 πανεύκολα και ακαριαία (ιδέ Επισημείωση 6 παρακάτω).
4. Καταστρατήγηση τής Συνθήκης τού Βουκουρεστίου
υπογραφή Συνθήκης Βουκουρεστίου (1913) |
Σε κάθε περίπτωση, οι μεγάλοι ηγέτες που διπλασίασαν τής Επικράτεια τής Ελλάδος (Ελευθέριος Βενιζέλος, Βασιλεύς Κωνσταντίνος κ.τ.λ.), ο Κεμάλ Ατατούρκ που προήσπισε αποτελεσματικά τήν ακεραιότητα τής (ασιατικής) Τουρκίας, και άλλοι Βαλκάνιοι ηγέτες εκείνης τής εποχής, είχαν σοβαρούς λόγους για να μην αναφερθούν στον όρο «Μακεδονία» ουδ’ άπαξ σε όλες τίς Συνθήκες Ερήνης που διαμόρφωσαν τόν χάρτη τών Βαλκανίων στον 19ο και 20ό αιώνα.
Απεναντίας, για πρώτη φορά στην Ελληνική Ιστορία λαμβάνει χώρα μια συντεταγμένη απόπειρα να συμπεριληφθεί ο όρος «Μακεδονία» σε διακρατική συνθήκη μεταξύ δύο Βαλκανικών κρατών, εις αντίθεση προς τό πνεύμα κα τό γράμμα τής Συνθήκης τού Βουκουρεστίου, διότι μεταξύ άλλων:
(α) «Μακεδονία». Η Συμφωνία τών Πρεσπών αναφέρεται εμφατικά και εκτεταμένα σε αυτό που ουδ’ άπαξ αναφέρεται η Συνθήκη τού Βουκουρεστίου (ή οποιαδήποτε άλλη Συνθήκη).
(β) Εδαφικός αναθεωρητισμός. Διά τής Συμφωνίας τών Πρεσπών η Ελλάδα προκαλεί τήν εύλογο εντύπωση (και απορία) ότι καταστρατηγεί με δική της πρωτοβουλία και μεθόδευση τό γράμμα και τό πνεύμα τής Συνθήκης τού Βουκουρεστίου, η οποία προσδιόρισε αυτήν τήν κεντρική περιοχή τών Βαλκανίων (fYROM)—μεταξύ Κοσσόβου, Βουλγαρίας, Ελλάδος και Αλβανίας—όχι ως επικράτεια ανεξαρτήτου κράτους (και δη επ’ ουδενί με τό ιστορικά και πολιτισμικά «βαρύτιμο» όνομα ΒΟΡΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ) αλλά ως μέρος τής επικρατείας ενός άλλου κράτους (τού «Βασιλείου τών Σέρβων», ή αντιστοίχως τής σημερινής Σερβίας).
(γ) Ελληνική αυθαιρεσία. Μόνον από ένα από τά μέρη που συνυπέγραψαν τήν Συνθήκη τού Βουκουρεστίου (μόνον η Ελλάδα), συνυπογράφει τήν Συμφωνία τών Πρεσπών: Μεταξύ άλλων, η Συμφωνία τών Πρεσπών δεν συνυπογράφεται από τήν Σερβία, παρότι αυτή η γεωγραφική περιοχή (fYROM) απεδόθη στο «Βασίλειο τών Σέρβων» δια τής Συνθήκης τού Βουκουρεστίου. Ούτε από τήν Βουλγαρία συνυπογράφεται, παρά τούς γλωσσικούς και γενικότερους πολιτισμικούς και γενετικούς δεσμούς μεταξύ τών Βουλγάρων και τής Σλαβικής εθνότητος τής fYROM, και επίσης παρά τά εκτεταμένα γεωγραφικά σύνορα μεταξύ Βουλγαρίας και fYROM, και παρά τό γεγονός ότι η Βουλγαρία ήταν εκ τών βασικών συντελεστών τής Συνθήκης τού Βουκουρεστίου.
Γενικά, τά άλλα συμβαλλόμενα μέρη στη Συνθήκη τού Βουκουρεστίου, περιθωριοποιήθησαν ή και παρεκάμφθησαν από τήν Ελλάδα στη Συμφωνία τών Πρεσπών, και μάλιστα απροσχηματίστως σε κάθε στάδιο, από τήν αρχική διαπραγμάτευση μέχρι και τήν τελική κύρωση. Δηλαδή, διά τής Συμφωνίας τών Πρεσπών, τό κυβερνών καθεστώς στην Ελλάδα προβαίνει μονομερώς εις αναθεώρηση (ή μάλλον κατάλυση) τής Συνθήκης τού Βουκουρεστίου, όσον αφορά αυτήν τήν κεντρική περιοχή τών Βαλκανίων (fYROM), και μάλιστα κατά μάλλον επιθετικό τρόπο, αφού παρακάμπτει όλους τούς άλλους συμβεβλημένους στη Συνθήκη τού Βουκουρεστίου.
Ακόμη χειρότερα, ο «αναθεωρητισμός Τσίπρα» ερείδεται επί σωρείας ψευδών,7 ως τό ανωτέρω (Κεφ. 3). Κατά συνέπεια, τό εν λόγω καθεστώς προκαλεί τήν εντύπωση ότι απλώς επαναλαμβάνει εντός Ελλάδος προπαγανδιστικά επιχειρήματα τών Σκοπιανών και ξένων «συμμάχων», ως εξωπραγματική ή οιονεί «5η φάλαγξ» στην Ελλάδα. Επί πλέον δίνει τήν εντύπωση ότι προωθεί τήν κύρωση τής Συμφωνίας τών Πρεσπών (και επομένως τήν οριστική κατάλυση τής Συνθήκης τού Βουκουρεστίου) κατά αυθαίρετο τρόπο, ήτοι δι’ αντιδημοκρατικών (αντισυνταγματικών) μεθοδεύσεων, και δη ερήμην τού Ελληνικού Λαού—άνευ δημοψηφίσματος ή ηυξημένης πλειοψηφίας κατά τά 2/3 τών βουλευτών κατ’ άρθρο 28 παρ. 2 τού Συντάγματος—ήτοι ερήμην τού Σώματος τών Εκλεκτόρων, τό οποίο αποτελεί τό Ανώτατο Όργανο τής Πολιτείας, και μάλιστα εν προφανή αντιθέσει προς τήν συλλογική βούληση (συντριπτκή πλειοψηφία) αυτού τού Ανωτάτου Οργάνου.
5. Αναθεωρητισμός Τσίπρα-Ερντογάν
Κατά τό 2018-2019, ο αναθεωρητισμός τής Ελλάδος όσον αφορά τήν Συνθήκη τού Βουκουρεστίου, αποτελεί κατ’ αρχήν ηθικό κόλαφο για τήν Ελλάδα, ήτοι ΠΡΟΔΟΣΙΑ έναντι τής Σερβίας, παραδοσιακού και ιστορικού Συμμάχου τής Ελλάδος στα Βαλκάνια. Από Βενιζελική άποψη, δυστυχώς η μετα-Ψυχροπολεμική Ελλάδα δεν εθεώρησε ότι «είναι πολύ μικρή χώρα δια να διαπράξει μια τόσο μεγάλη ατιμία».8 Άλλο βέβαια ο Ελευθέριος Βενιζέλος και άλλο, τελείως άλλο, οι κατά το παρόν κυβερνώντες, τουλάχιστον από ιστορική άποψη.
Πέραν όμως τού εν λόγω θέματος ηθικής τάξεως, ήτοι πέραν τής απώλειας τού ηθικού ερείσματος (moral standing) τής Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα Βαλκάνια και κατ’ επέκταση στην Ανατολική Ευρώπη, η κύρια παρενέργεια τής Συμφωνίας τών Πρεσπών στο άμεσο μέλλον θα λάβει χώρα όχι στα βόρεια αλλά μάλλον στα ανατολικά της σύνορα.
Ο «αναθεωρητισμός Τσίπρα» στα Βαλκάνια τό 2018-2019, ευθυγραμμίζεται πλήρως με τόν αναθεωρητισμό τού Ερντογάν στο Αιγαίο και τήν Ανατολική Μεσόγειο. Επί πλέον, ευθυγραμμίζεται ίσως και υπερβαλλόντως, αφού ο «αναθεωρητισμός Τσίπρα» συνετέλεσε στην κατάλυση τής Συνθήκης τού Βουκουρεστίου, ενώ ο αναθεωρητισμός τού Ερντογάν επιδιώκει μόνον τήν «επικαιροποίηση» (όχι κατάλυση) τής Συνθήκης τής Λωζάννης και συναφών συνθηκών.
Με απλά λόγια, μετά τήν κύρωση τής Συμφωνίας τών Πρεσπών η Ελλάδα θα ευρεθεί αντιμέτωπη με τά εξής αδυσώπητα ζητήματα:
- Διεθνές Δίκαιο. Η επίκληση τού Διεθνούς Δικαίου μπορεί να αποτελέσει παράγοντα εθνικής ασφαλείας μιας χώρας (εις αποτροπή ή και ανάσχεση επιθετικότητας ξένης δυνάμεως), υπό μία θεμελιώδη όμως προϋπόθεση: Η επίκληση τού Διεθνούς Δικαίου για αμυντικούς λόγους από τήν κυβέρνησή της δεν γίνεται à la carte. Μια χώρα ή σέβεται απολύτως τό Διεθνές Δίκαιο και επομένως τό επικαλείται δικαιωματικά (όπως π.χ. η Ελβετία), ή δεν τό σέβεται (ήτοι τό καταστρατηγεί κατά διακριτική της ευχέρεια περιστασιακά) και επομένως τό επικαλείται προσχηματικά ή και τυχοδιωκτικά (όπως π.χ. η Τουρκία, η Ελλάδα, η Γερμανία, κ.τ.λ.). Στην δεύτερη περίπτωση, η αξιοπιστία τής χώρας οσάκις επικαλείται (à la carte) τό Διεθνές Δίκαιο, απομειούται δραστικά έναντι τής διεθνούς Κοινότητος—και επομένως απομειούται αντίστοιχα, ή και εκμηδενίζεται, η αποτελεσματικότητα κάθε τέτοιας (επιλεκτικής) επίκλησης.
- Ελλάς-Τουρκία, μία από τά ίδια. Καταλύοντας επομένως τήν Συνθήκη τού Βουκουρεστίου, και μάλιστα απροκλήτως και απροσχηματίστως, η Ελλάδα εξομοιώνεται με τήν Τουρκία, όσον αφορά σε σύνδρομα «δημιουργικού» ή και επεκτατικού αναθεωρητισμού τών Συνθηκών Ειρήνης, τά οποία σύνδρομα διακατέχουν (ή φαίνονται ότι διακατέχουν) τήν πολιτική τάξη αμφοτέρων πλέον, όπως συνάγεται εκ τών μονομερών πράξεών τους, τής μεν Ελλάδος στα Βαλκάνια, τής δε Τουρκίας στο Αιγαίο και τήν Ανατολική Μεσόγειο.
- Ηθικό πλεονέκτημα τής Ελλάδος. Η διά τής Συμφωνίας τών Πρεσπών κατάλυση τής Συνθήκης τού Βουκουρεστίου, αφαιρεί από τήν (αμυνομένη) Ελλάδα τό συγκριτικό της ηθικό πλεονέκτημα έναντι τής (επιτιθεμένης) Τουρκίας. Δηλαδή η Ελλάδα πρόκειται σύντομα να απωλέσει τό «μονοπώλιο» επίκλησης τού Διεθνούς Δικαίου εις προάσπιση τού Eλληνο-Τουρκικού status quo στο Αιγαίο. Επί παραδείγματι, εάν ο Ερντογάν ερωτηθεί στο μέλλον «με ποιο δικαίωμα ζητάτε επικαιροποίηση τής Συνθήκης Ειρήνης τής Λωζάννης;», ασφαλώς τότε ο Ερντογάν θα είναι πλέον σε θέσει να δώσει τήν εξής αποστομωτική απάντηση: «Με τό ίδιο ακριβώς δικαίωμα που η Ελλάδα κατέλυσε πρόσφατα τήν Συνθήκη Ειρήνης τού Βουκουρεστίου!»—και θα δώσει αυτή τήν απάντηση με παρρησία χωρίς να χρειασθεί να προσφύγει σε ψευδολογίες έναντι τού Τουρκικού λαού (όχι τουλάχιστον σαν τις ως άνω ψευδολογίες των εν Ελλάδι κυβερνώντων).
- Ηθικό πλεονέκτημα τής Τουρκίας. Ακόμη χειρότερα, η Τουρκία θα έχει τήν δυνατότητα να αυτοπροβάλλεται ως έχουσα τό συγκριτικό ηθικό πλεονέκτημα έναντι τής Ελλάδος, διότι η πρώτη θα φέρεται ως επιδιώκουσα απλώς και μόνον μια πολυμερώς συμπεφωνημένη «επικαιροποίηση» Συνθηκών Ειρήνης, σε αντιπαραβολή με τήν Ελλάδα που μονομερώς προέβη σε κατ’ ουσίαν (αντι-Σερβική) κατάλυση τής Συνθήκης Ειρήνης τού Βουκουρεστίου.
- Πολιτική Εθνικής Ασφαλείας. Με τήν Συμφωνία τών Πρεσπών αλλάζει άρδην η πολιτική Εθνικής Ασφαλείας τής Ελλάδος, από τό «Δεν διεκδικούμε τίποτε, δεν εκχωρούμε τίποτε» τών Καραμανλή-Παπανδρέου-
Μητσοτάκη-Σημίτη-Καραμανλή- Σαμαρά στο «Διεκδικούμε ρόλο παράγοντος σταθερότητος, και προς τούτο εκχωρούμε ο,τιδήποτε», τών από τό 2015 κυβερνώντων. Δηλαδή ακριβώς ό,τι χρειάζεται ο Τουρκικός αναθεωρητισμός και επεκτατισμός για να θεριέψει.
Συγκεφαλαιωτικά, η Συμφωνία τών Πρεσπών συντείνει χαοτικώς σε μια δυναμική (momentum) αναθεωρητισμού έναντι τών Διεθνών Συνθηκών στα Βαλκάνια, που αναποδράστως (και χαοτικώς) πρόκειται να επεκταθεί πέραν τής Χερσονήσου τού Αίμου: στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Η προδοσία τής Σερβίας από τήν Ελλάδα —έκφανση τής οποίας προδοσίας είναι η Συμφωνία τών Πρεσπών— αποτελεί Ύβρι τής Ελλάδος στη Νεωτέρα Ιστορία της. Εξ ού και η επιπεσούσα Άτηεπί τών φρενών τών «κυβερνώντων», που φαίνονται να μην έχουν πλέον ούτε καν επίγνωση τών πράξεών τους (εάν κρίνει κανείς από τίς έωλες «ψευδολογίες» τους σχετικά με την Συμφωνία των Πρεσπών). Και όπως μας δίδαξαν οι αρχαίοι, από κοντά έρχεται όπου νάναι και η Νέμεσις. Και ίσως έρθει εξ ανατολών.
ΕΠΙΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 Προβληματική νομιμοποίηση. Λόγω σοβαρού Συνταγματικού θέματος, που αναλύεται σε δημοσιευθέν άρθρο στα Θέματα Ελληνικής Ιστορίας με τίτλο «Συνταγματική Νομιμοποίηση ή “συνταγματικό ξέπλυμα”;» σχετικά με τήν (συνταγματικώς) προβληματική θεσμική νομιμοποίηση τής «βουλής» και τής «κυβέρνησης» κατά τήν περίοδο 2015-2019, οι όροι «βουλή», «κυβέρνηση», «βουλευτής», «πρωθυπουργός», «υπουργός εξωτερικών», κ.ο.κ., αναφερόμενοι στη διακυβέρνηση τής χώρας κατ’ αυτήν τήν περίοδο, τίθενται εντός εισαγωγικών, προς αποφυγή σύγχυσης με τούς αντιστοίχους όρους τών υπό τού Συντάγματος οριζομένων θεσμών τής Ελληνικής Δημοκρατίας (Βουλή τών Ελλήνων, κ.ο.κ.).
[John D. Pappas (2019). «Συνταγματική Αναθεώρηση: Πολιτική και θεσμική νομιμοποίηση», εδώ [https://www.academia. edu/38169848/Constitutional_ laundering]
2 Yannis Kapsis, 1988. “The Philosophy and Goals of PASOK’s Foreign Policy”, in: “Greece under Socialism a NATO Ally Adrift”, (A.D. Caratzas: New Rochelle, NY) σ. 53.
3 Γιουγκοσλαβικός μεγαλοϊδεατισμός. Περί βαλκανικού μεγαλοϊδεατισμού και «μακεδονικού» αλυτρωτισμού επί Τίτο, ιδέ:
John D. Pappas (2018). «Μακεδονία 1946-1987: Γιατί η Ελλάδα αποκοιμήθηκε», ελεύθερα διαθέσιμο (freely downloadable) εδώ. [http://www.istorikathemata. com/2018/07/1946-1987.html]
4 Τουρκικός Αναθεωρητισμός. Κατά τήν πρώτη 30ετία από τήν υπογραφή τής Συνθήκης Ειρήνης τής Λωζάννης (1923), η Τουρκία συμμορφώθηκε προς τούς όρους τής συνθήκης, και ενεφανίζετο—δικαίως κατ’ εκείνη τήν περίοδο—ως φιλειρηνική χώρα που είχε οριστικά διευθετήσει τίς διαφορές της με τήν επίσης φιλειρηνική Ελλάδα.
Εντούτοις τό 1955-1965, για λόγους που σχετίζοντο με εξελίξεις τού Κυπριακού Ζητήματος, η Τουρκία προέβη στην πρώτη μείζονα παραβίαση τής Συνθήκης Ειρήνης τής Λωζάννης, μεθοδεύουσα λυσιτελώς τήν εθνοκάθαρση τής Ελληνικής μειονότητος σε Κωνσταντινούπολη, Ίμβρο και Τένεδο, σε κατάφωρη παραβίαση θεμελιωδών άρθρων (14, 38-44 κ.τ.λ.) τής Συνθήκης τής Λωζάννης (24 Ιουλίου 1923), όπως επίσης και τού άρθρου 2 τής ετέρας Συνθήκης Λωζάννης/Συμβάσεως Περί ανταλλαγής τών Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών. (30 Ιανουαρίου 1923). Σε εκείνη τήν μονομερή παραβίαση τών Συνθηκών Ειρήνης από τήν Τουρκία, η Ελλάδα δεν προέβη σε αντίποινα (π.χ. εναντίον τής Μουσουλμανικής μειονότητος τής Θράκης), όχι μόνον για προφανείς ανθρωπιστικούς λόγους, αλλά και για λόγους διπλωματικής και γεωστρατηγικής σκοπιμότητος, ώστε η παραδοσιακά δυτικοστραφής («πολιτισμένη») Ελλάδα να μην απωλέσει τό ηθικό της πλεονέκτημα και γεωστρατηγικό της κεφάλαιο ως χώρα προσηλωμένη απολύτως στις επιταγές τών Συνθηκών Ειρήνης και τού Διεθνούς Δικαίου.
Κατά τήν επομένη δεκαετία μάλιστα, η Τουρκία κατέδειξε τίς αναθεωρητικές και επεκτατικές της διαθέσεις στο Αιγαίο, όταν στις 6 Αυγούστου 1974, μόλις οκτώ (8) ημέρες πριν τόν ΑΤΤΙΛΑ ΙΙ, προέβη σε έκδοση τής ΝΟΤΑΜ 714, δια τής οποίας «διχοτομούσε» μονομερώς και αυθαιρέτως τό Αιγαίο διά μιας «μέσης γραμμής», μεταξύ ηπειρωτικής Ελλάδος και Μικρασιατικών παραλίων, και απαιτούσε από πολιτικά αεροπλάνα να υποβάλουν σχέδια πτήσεως και να αναφέρουν τίς θέσεις τους στην Τουρκική Πολιτική Αεροπορία σε κάθε υπέρπτησή τους στον εναέριο χώρο τού ανατολικού Αιγαίου (μεταξύ «μέσης γραμμής» και Μικρασιατικών παραλίων). Έκτοτε μάλιστα οι παραβιάσεις και παραβάσεις τού FIR Αθηνών και τού εναερίου χώρου τής Ελλάδος στο Αιγαίο από τήν Τουρκική Πολεμική Αεροπορία, αποτελούν έμπρακτη αναθεωρητική διαμφισβήτηση τού Ελληνο-Τουρκικού status quo τών Συνθηκών Ειρήνης και τού Διεθνούς Δικαίου από τήν Τουρκία.
Μετέπειτα, από τό 1996, η Τουρκία επέτυχε δι’ αποτελεσματικής στρατιωτικής επιχειρήσεώς της στά Ίμια, να «γκριζάρει» τήν εκεί περιοχή τού Αιγαίου, ως περιοχή μη-ρητώς αναφερομένη σε διεθνείς Συνθήκες Ειρήνης. Κατά τήν τρέχουσα μάλιστα δεκαετία, ο Πρόεδρος τής Τουρκίας διεκήρυξε ρητώς τήν προδιάθεση ή πρόθεσή του (έστω και θεωρητική) να συμβάλει διά τής πολιτικής του σε μερική αναθεώρηση τής Συνθήκης τής Λωζάννης, προκειμένου η συνθήκη αυτή να«επικαιροποιηθεί», υποτίθεται επί τό «επακριβέστερο», ώστε να ανταποκρίνεται στα «σύνορα τής καρδιάς» τών Τούρκων, η οποία μεταξύ άλλων συμπεριλαμβάνει Τουρκόφωνους Μουσουλμάνους στην Ανατολική Θράκη και τήν Νότια Βουλγαρία, όπως και εν γένει Μουσουλμάνους στο «Βαλκανικό Τόξο» τής Τουρκίας.
5 Συνθήκη τού Βουκουρεστίου. Τά άρθρα ΙΙΙ και V τής Συνθήκης τού Βουκουρεστίου (πουθενά ο όρος «geographical Macedonia», ή έστω και σκέτο «Macedonia»):
“ARTICLE III. Between the Kingdom of Bulgaria and the Kingdom of Serbia, the frontier will follow conformably with the procès-verbal drawn up by the respective military delegates and annexed to the Protocol No. 9 of the 25th of July (August 7th), 1913, of the Conference of Bucharest, the following line : The frontier line will start from the old frontier from the summit of Patarica, will follow the old Turco-Bulgarian frontier and the line of the watershed between the Vardar and the Strouma, with the exception of the upper valley of the Stroumitza, which will remain on Serbian territory ; it will terminate at the Belasica Mountain, where it will bend back to the Graeco-Bulgarian frontier. A detailed description of this frontier and its indication on the map 1/200.000 of the Austrian General Staff are annexed to the present article.
[...]
ARTICLE V. Between the Kingdom of Greece and the Kingdom of Bulgaria the frontier will follow conformably with the procès-verbal drawn up by the respective military Delegates and annexed to the Protocol No. 9 of the 25th of July (August 7th), 1913, of the Conference of Bucharest, the following line : The frontier line shall start from the new Serbo-Bulgarian frontier on the summit of Belagica planina, to terminate at the mouth of the Mesta on the Aegean Sea. Between these two extreme points, the frontier line will follow the tracing indicated on the map 1/200.000 of the Austrian General Staff and according to the description annexed to the present article.”
[John D. Pappas (2019). «The big Treaties of Peace», διαθέσιμο (freely downloadable) εδώ. [https://www.academia.edu/ 38196309/The_Big_Treaties_of_P eace]
6 Πρωτογενής έρευνα. Τήν πλήρη ανυπαρξία τού όρου «γεωγραφική Μακεδονία», ή και σκέτο «Μακεδονία», όχι μόνον στη Συνθήκη τού Βουκουρεστίου, αλλά και σε ΟΛΕΣ τίς άλλες Συνθήκες Ειρήνης τής Ελλάδος, κάθε αναγνώστης μπορεί να τήν διαπιστώσει ο ίδιος, προσωπικά και κατά αδιάσειστο τρόπο, και μάλιστα πανεύκολα και ακαριαία, με δύο κινήσεις:
(1) Kατεβάστε (download) εδώ τό συγκεντρωτικό έγγραφο (αρχείο pdf) με τίτλο «The Big Treaties of Peace» —τό οποίο περιέχει, όλες μαζί, επτά (7) μείζονες Συνθήκες Ειρήνης: San Stefano (1878), Berlin (1878) London (1913) Bucharest(1913), Versailles (1919) Sevres (1920), Lausanne (1923).
(2) Στη συνέχεια, μια γενική αναζήτηση (global search) τού λήμματος «Macedonia ή «Macedon» σε αυτό τό αρχείο—πατώντας τα πλήκτρα <CTL>F, πληκτρολογώντας Macedonia ή Macedon, και στη συνέχεια <RTN>—θα αποφέρει μηδέν(0) αποτελέσματα αναζήτησης (Έκθεμα-παράδειγμα).
7 Γλώσσα-Εθνικότητα. Ένα άλλο κατάφωρο ψεύδος—αντιδιαμετρικώς αντίθετο προς τήν πραγματικότητα—τού κυβερνώντος καθεστώτος στην Ελλάδα σχετικά με τήν Συμφωνία τών Πρεσπών είναι ότι (δήθεν) «από το 1977 ... αποδεχτήκαμετην πρόταση της Γιουγκοσλαβίας, να ορισθεί επίσημη γλώσσα η Μακεδονική» (Ν. Κοντζιάς), και ότι ο ΟΗΕ (δήθεν) «ανεγνώρισε» τό γλωσσικό ιδίωμα τών Σκοπιανών ως (δήθεν) «Μακεδονική γλώσσα» τό 1977 (Εφημερίδα τών Συντακτών, 31-1-2018).
Η αλήθεια αντιθέτως είναι ότι στην «3η Διάσκεψη τών Ηνωμένων Εθνών για τήν Τυποποίηση τών Γεωγραφικών Ονομάτων» (Third United Nations Conference on the Standardization of Geographical Names), διεξαχθείσα στην Αθήνα στις 17 Αυγούστου - 7 Σεπτεμβρίου 1977, ο Ο.Η.Ε. όχι μόνον ΔΕΝ ανεγνώρισε κάποια γλώσσα ως «Μακεδονική» σε εκείνη τήν Διάσκεψη, αλλά ούτε καν «κάποια γνώμη, οποιαδήποτε» διετύπωσε, ούτε καν αναφορά σε τέτοια «Μακεδονική γλώσσα» συμπεριέλαβε, έστω και εν παρόδω, στη μία και μοναδική επίσημη Έκθεση τού Ο.Η.Ε. για τήν Διάσκεψη, ήτοι στο κείμενο τού πρώτου (κύριου) τόμου τών Πρακτικών τής Διάσκεψης, όπως αναλύεται στο άρθρο με τίτλο «Η αλήθεια περί δήθεν αναγνώρισης τής ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ τό 1977»
Όσον αφορά δε στη «Μακεδονική» εθνικότητα (nationality), που τό κυβερνών καθεστώς εξεχώρησε στους Σκοπιανούς, τά επιχειρήματα τών εν Ελλάδι κυβερνώντων προσεγγίζουν τά όρια τής γελοιότητος: Δεν πρόκειται, λένε, περίεθνικότητος (nationality) ή εθνότητος (ethnicity) αλλά, λένε, περί ιθαγενείας ή υπηκοότητος (citizenship) και άλλα τέτοια φληναφήματα. Ότι κι αν λένε όμως, τό γεγονός είναι ότι οι Σκοπιανοί πήραν εύκολα αυτό ακριβώς που εξ αρχής ήθελαν: τό (Macedonian) nationality. Και μόνον αυτό. Όλα τά άλλα (εθνότητα, ιθαγένεια, υπηκοότητα, ethnicity, citizenship κ.τ.λ.) τά έχουν «εκχωρήσει» ευχαρίστως στους «αφελείς» Έλληνες για να έχουν θέμα οι πολιτικοί τους ταγοί να διαλέγονται από τηλεοπτικά παράθυρα ή από βουλευτικά έδρανα.
(John D. Pappas, «Η αλήθεια περί δήθεν αναγνώρισης τής ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ τό 1977», εδώ: http://www.istorikathemata.com /2018/12/1977.html)
8 Βενιζέλος περί ηθικού ερείσματος. Περί προδοσίας τής Σερβίας από τήν Ελλάδα τό 1991 και το 2018-2019, αλλά και πολύ νωρίτερα, από τό 1915 (εποχή τού Εθνικού Διχασμού), ιδέ σχετικό άρθρο τού Δημήτρη Καζάκη (2018), με τίτλο «Το έθνος μου είναι πολύ μικρό δια να διαπράξει τόσον μεγάλη ατιμίαν…», εδώ. Σε αυτό τό άρθρο παρατίθεται μεταξύ άλλων ένα απόσπασμα από ομιλία τού Ελευθερίου Βενιζέλου στη Βουλή τών Ελλήνων, εις αντίκρουση αιτιάσεων τών ουδετερόφιλων φιλομοναρχικών, σχετικά με τήν πολιτική του υπέρ τής Ελληνο-Σερβικής Συμμαχίας, υπέρ τού Διεθνούς Δικαίου—σύμφωνα με τήν (2μερή) Ελληνο-Σερβική Συνθήκη Ειρήνης, Φιλίας και Αμοιβαίας Συνεργασίας(1913) και τήν (5μερή) Συνθήκη τού Βουκουρεστίου (1913)—και υπέρ τού ηθικού ερείσματος τής Ελλάδος, ως μικρής χώρας με μεγάλη όμως ιστορική, πολιτισμική και γεωστρατηγική σημασία, επί λέξει ως εξής:
“Εάν μεγάλα και ισχυρά Κράτη δύνανται και να παραβλέπουν κατά τάς περιστάσεις τάς εκ τών συνθηκών υποχρεώσεις, ο κίνδυνος δι’ αυτά εντεύθεν είναι μικρός. Υπάρχει ισχύς μεγάλη, η οποία ίσως αναπληροί τήν ηθικήν δύναμιν.
Αλλά διά Κράτη μικρά, όπως η Ελλάς,… η αθέτησις συμμαχικών υποχρεώσεων θ’ απετέλει δια τό Κράτος ατίμωσιν, τής οποίας η Ελλάς ως εξ όλης τής Ιστορίας της δεν ήτο αξία, ατίμωσιν δε η οποία θα καθίστα τό Κράτος τούτο ανίκανον τού λοιπού να εκτελέση τήν ιστορικήν του σταδιοδρομίαν.
Εάν είμεθα, Κύριοι, ικανώς ισχυροί, ώστε αυτοτελώς να χαράσσωμεν πολιτικήν προς κατάπραξιν τών εθνικών μας αξιώσεων, θα εδεχόμην να συζητήσω σοβαρώς προς εκείνον, ο οποίος θα μοι έλεγεν ότι η ισχύς είναι υπεράνω τούδικαίου και τό συμφέρον υπεράνω τών υποχρεώσεων. Αλλ’ όταν τό Κράτος τούτο είναι μικρόν, συμβαίνει ώστε η τήρησις τών ηθικών επιταγών να συμβιβάζεται τελείως προς τά υλικά συμφέροντα, προς τά συμφέροντα τά πολιτικά τού Κράτους και να είναι αδιάσπαστος απ’ εκείνων.”
(Βίβλος τού Ελευθερίου Βενιζέλου, τομ. 6ος, Αθήναι, 1979, σ. 107).
Η παρούσα μονογραφία αποτελεί προσαρμοσμένο απόσπασμα τού Παραρτήματος (σσ. 20-28) τού άρθρου με τίτλο «Συνταγματική Αναθεώρηση: Πολιτική και θεσμική νομιμοποίηση», τό οποίο είνα ελεύθερα διαθέσιμο (freelydownloadable) σε αρχείο pdf εδώ: https://www.academia. edu/38169848/Constitutional_ laundering
http://www.istorikathemata.com/2019/01/blog-post_24.html