Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Αυτή τη φορά ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν το... τερμάτισε. Ξεπερνώντας κάθε προηγούμενο, έρχεται σε μετωπική σύγκρουση με τις αγορές και οδηγεί με συνοπτικές διαδικασίες την τουρκική οικονομία στα πρόθυρα της επενδυτικής απαξίωσης και της οικονομικής κατάρρευσης. Ο σουλτάνος κατηγορεί ευθέως αμερικανικές και γερμανικές τράπεζες για χειραγώγηση της αγοράς συναλλάγματος και απορροφά όλη τη ρευστότητα από την αγορά για να εμποδίσει τους επενδυτές που θα... τολμήσουν να σορτάρουν την τουρκική λίρα.
Η πρωτοφανής κίνηση του Τούρκου προέδρου προκάλεσε αρνητικό ντόμινο σε μετοχές και ομόλογα, με το χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης να σημειώνει «βουτιά» έως 7% και την απόδοση του 10ετούς ομολόγου να ξεπερνά το 18,7%, καθώς είχε προηγηθεί η έκρηξη του swap rate της λίρας άνω του 1.000%.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Στην προσπάθειά του να ανακόψει την κατρακύλα της τουρκικής λίρας λίγες ημέρες πριν τις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές, ο Τούρκος πρόεδρος προχώρησε σε μία κίνηση που διώχνει κάθε σοβαρό επενδυτή από τη χώρα και οδηγεί την Τουρκία στην απομόνωση. Η τουρκική λίρα έφτασε να υποχωρεί έως και άνω του 6% την περασμένη Παρασκευή όταν αναλυτές της JP Morgan ψαλίδισαν την τιμή-στόχο για το τουρκικό νόμισμα. Ο Ερντογάν φοβήθηκε ότι τα ξένα συμφέροντα του επιτίθενται ενόψει των εκλογών και αποφάσισε να «εγκλωβίσει» τους επενδυτές.
Οι τουρκικές τράπεζες έκοψαν τη ρευστότητα σε ξένους διαχειριστές κεφαλαίων που σκόπευαν να ποντάρουν στην πτώση της τουρκικής λίρας και όπως ήταν λογικό, το swap rate μίας ημέρας – ήτοι το κόστος για να σορτάρει κανείς τη λίρα - υπερδεκαπλασιάστηκε στις συναλλαγές της Δευτέρας ξεπερνώντας το 300%, στη μεγαλύτερη άνοδο που έχει καταγραφεί από την οικονομική κρίση του 2001 στην Τουρκία. Το κόστος δανεισμού του τουρκικού νομίσματος εκτοξεύθηκε την Τρίτη αγγίζοντας το... εκκωφαντικό επίπεδο του 1.338%.
Το γεγονός αυτό ανάγκασε τους επενδυτές που ήθελαν να κλείσουν τις θέσεις τους στο τουρκικό νόμισμα να αναζητήσουν άλλες πηγές. Έτσι πούλησαν άλλους τουρκικούς τίτλους για να εξασφαλίσουν τις λίρες που χρειάζονταν. Αποτέλεσμα ήταν να δεχθούν ισχυρό πλήγμα τα τουρκικά ομόλογα και οι μετοχές, οδηγώντας τις αγορές σε ελεύθερη πτώση.
Στο μεταξύ, ο σουλτάνος απειλεί με βαριά πρόστιμα τις JP Morgan, Citigroup και Deutsche Bank, ενώ ταυτόχρονα κόβει τις γέφυρες με τους επενδυτές, κινδυνεύοντας να καταδικάσει σε θάνατο την οικονομία για να προστατεύσει το προφίλ του ενόψει των εκλογών της Κυριακής. Traders δηλώνουν σε ξένα μέσα ότι δεν έχουν ξαναδεί πουθενά τέτοιες πρακτικές, οι οποίες στην ουσία απομονώνουν ολόκληρη την Τουρκία από την επενδυτική κοινότητα.
Με την ύφεση να έχει ήδη κάνει την εμφάνισή της, η τουρκική οικονομία βρίσκεται σήμερα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, αφού έχει υποχρεωθεί σε ανώμαλη προσγείωση από την ανάπτυξη του 7,4% το 2017. Προσπαθεί παράλληλα να συνέλθει από την κρίση του περασμένου Αυγούστου, όταν η κρίση λίγο έλειψε να γενικευθεί.
Με την ύφεση να έχει ήδη κάνει την εμφάνισή της, η τουρκική οικονομία βρίσκεται σήμερα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, αφού έχει υποχρεωθεί σε ανώμαλη προσγείωση από την ανάπτυξη του 7,4% το 2017. Προσπαθεί παράλληλα να συνέλθει από την κρίση του περασμένου Αυγούστου, όταν η κρίση λίγο έλειψε να γενικευθεί.
Ο Ερντογάν προσπαθεί να αντιμετωπίσει το «τέρας» που οι ίδιος δημιούργησε καθώς για να φτάσει η ανάπτυξη στο άκρως εντυπωσιακό 7,4% προηγήθηκαν εισροές ξένων κεφαλαίων ύψους 1,3 δισ. δολαρίων σε μηνιαία βάση, διογκώνοντας το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Αυτό σημαίνει ότι η οικονομία εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τα ξένα κεφάλαια τα οποία εγκαταλείπουν την Τουρκία εδώ και περίπου 8 μήνες.
Την ίδια ώρα, τα ασφάλιστρα κινδύνου της Τουρκίας υποδεικνύουν ότι η χώρα παραμένει σε κρίση. Από την αρχή της προηγούμενης εβδομάδας τα 5ετή CDS έχουν ενισχυθεί πάνω από 100 μονάδες βάσης, με την Capital Economics να επισημαίνει ότι η επιδείνωση των συνθηκών είναι εφάμιλλη της περιόδου 2011-2012 όταν η κρίση χρέους της Ευρωζώνης βρισκόταν στο αποκορύφωμά της.
Επιπλέον, η ενίσχυση της αποστροφής κινδύνου αναμένεται να οδηγήσει σε περαιτέρω επιδείνωση τις χρηματοοικονομικές συνθήκες και να εμποδίσει την ανάκαμψη της οικονομίας. Η Capital Economics, σε αντίθεση με την πλειονότητα των αναλυτών, εκτιμά ότι το τουρκικό ΑΕΠ θα συρρικνωθεί κατά 2,5% το 2019 και θα αναπτυχθεί κατά 2,3% το 2020, σε μία ακόμη ένδειξη ότι η τουρκική οικονομία είναι ευάλωτη και γεμάτη στρεβλώσεις. Και επειδή η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας προβλέπεται να είναι αδύναμη φέτος, η αποστροφή κινδύνου θα πλήξει τους τουρκικούς τίτλους. Κατά συνέπεια, η τουρκική λίρα αναμένεται να κινηθεί πτωτικά προς το επίπεδο των 6,25 λιρών ανά δολάριο, ωστόσο η Capital Economics δεν «βλέπει» αναβίωση της κρίσης του 2018.
www.liberal.gr