Του Στέλιου Αλειφαντή
Πλησιάζοντας σε μια ακόμη επέτειο της Εθνεγερσίας του 1821 θα διαβάσουμε, ακούσουμε και δούμε έναν καταιγισμό απόψεων για το ’21, οι περισσότερες από αυτές εστιάζοντας στην σύγκρουση αντιλήψεων που διαπερνούν την σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα, παρά στα τότε ιστορικά συμβάντα για την εξαγωγή διδαγμάτων.
Κυρίαρχη ανάμεσα σ’ αυτές η άποψη ότι «μετά την αρχική επιτυχία, η Επανάσταση βρέθηκε σε αδιέξοδο” αντανακλά μια ριζωμένη πεποίθηση, παρά μια από τις πολλές ιστορικές ερμηνείες για την σημασία ιστορικών γεγονότων ή παραγόντων, στο εσωτερικό πολιτικό, στρατιωτικό και διεθνές επίπεδο. Μια άποψη που καταλήγει στο γνωστό ιδεολόγημα ότι «χωρίς την ξένη επέμβαση η ελληνική εξέγερση θα ήταν καταδικασμένη».
Εξετάζοντας από διεθνολογική άποψη την Επανάσταση του 1821 και αφήνοντας κατά μέρος τις γνωστές … “γεωπολιτικές”/ “γεωστρατηγικές” απόψεις που δεν μας οδηγούν στην ουσία της διεθνολογικής ανάλυσης του κρίσιμου ερωτήματος “γιατί πέτυχε η Επανάσταση του ’21“, μπορούμε τεκμηριωμένα να επισημάνουμε ότι η Επανάσταση δεν βρέθηκε σε αδιέξοδο, επειδή ήδη είχε επιτύχει με την στρατιωτική επικράτηση της την περίοδο 1821-1823 να αποτελέσει Διεθνές Ζήτημα. Με απλά λόγια, το Ελληνικό ζήτημα έγινε εφικτό να αποτελέσει ένα πρόβλημα “Ειρήνης ή Πολέμου” του διεθνούς ανταγωνισμού και ειδικότερα του κυρίαρχου αγγλο-ρωσικού ανταγωνισμού της εποχής της Παλινόρθωσης μετά το Συνέδριο της Βιέννης (1815).
Την υπαρκτή αυτή δυνατότητα του Ελληνικού Ζητήματος είχε έγκαιρα υποστηρίξει ο Ι. Καποδίστριας διαβλέποντας ότι εφόσον οι Έλληνες “δια των Δικών τους δυνάμεων” εξεγερθούν αναπόφευκτα θα ανοίξουν de facto το Ανατολικό Ζήτημα, επί του οποίου συγκρούονταν οι Μ. Δυνάμεις της εποχής και το οποίο δεν συζητήθηκε στο Συνέδριο της Βιέννης επειδή, όπως το Πολωνικό απείλησε να τινάξει στον αέρα τους εδαφικούς διακανονισμούς της Βιέννης, πολύ περισσότερο το Ανατολικό Ζήτημα (δηλαδή ο έλεγχος των Στενών του Βοσπόρου) κινδύνευε να οδηγήσει σε πολεμική ρήξη τις Μ. Δυνάμεις.
Ο Ι. Καποδίστριας, αφού συστηματικά πρότεινε ως Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας αλλά μάταια ανέμενε τον τσάρο Αλέξανδρος Α’ να λάβει την σχετική πρωτοβουλία στο πλαίσιο των ρωσο-οθωμανικών σχέσεων, κατέληξε ήδη από το 1816 και πλέον από το 1819 συνέτεινε σταθερά στην προετοιμασία της ανάληψης της πρωτοβουλίας από τους Έλληνες “δια των Δικών τους δυνάμεων“. Κι όταν έφτασε η ώρα του ’21, ο Ι. Καποδίστριας, από εκείνη πλέον την θέση, ηγήθηκε της ρωσικής διπλωματικής δράσης για να εξασφαλίσει την διεθνοποίηση του ελληνικού ζητήματος, που δεν είχε καταφέρει να πράξει, ως ανερχόμενος διπλωμάτης, στην Βιέννη του 1815.
Το ποιοτικό στοιχείο της κατάστασης βρίσκεται ΑΚΡΙΒΩΣ στο γεγονός ότι: η ελληνική εξέγερση, με τις στρατιωτικές επιτυχίες, της αναδιάταξε τις διεθνείς ισορροπίες στο Ανατολικό ζήτημα, που η ίδια de facto «άνοιξε» διάπλατα, καθιστώντας την ρωσική παρέμβαση «αναπόφευκτη».
Αυτό σημαίνει ότι:
-ενώ το κέντρο βαρύτητας της Ελληνικής εξέγερσης είναι στην στρατιωτική επιτυχία της σε βάρος της Πύλης,
-ο αντικειμενικός σκοπός της Ελληνικής εξέγερσης βρίσκεται στην διεθνοποίηση του Ελληνικού ζητήματος.
Κι αν κανένα αποτέλεσμα δεν είναι εκ των προτέρων προδιαγεγραμμένο για την ελληνική εξέγερση, τόσο η δυνατότητα στρατιωτικήςεπιτυχίας, όσο και η δυνατότητα διεθνοποίησης του Ελληνικού ζητήματος εδράζονται (πάντα φυσικά ως δυνατότητες στο πλαίσιο υπολογισμού του ρίσκου) στην ανάλυση της κατάστασηςτόσο των στρατιωτικών συσχετισμών, όσο και της συγκυρίας του διεθνούς (αγγλο-ρωσικού) ανταγωνισμού.
Κι αν στο πρώτο η εμπειρία, το φρόνημα και οι πολιτικές επιδιώξεις των αδούλωτων οπλαρχηγών έπαιξαν ρόλο, στο δεύτερο η πολιτική ευφυΐα και η διπλωματική δράση του Ι. Καποδίστρια έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Τον ενορχηστρωτή της επαναστατικής προετοιμασίας, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, έπαιξε η έγκαιρη δημιουργία της Εταιρείας των Φιλικών στα 1814, που από μόνη της «μαρτυρά» την προ-επαναστατική ανάδειξη αυτών των δυνατοτήτων και την βαθιά πεποίθηση στις «δικές μας δυνάμεις”.
Τρεις, επομένως, διακριτές διαστάσεις φορέων της ελληνικής εξέγερσης συμπλέκονται διαλεκτικά διαμορφώνοντας το ενιαίο «ιστορικό υποκείμενο» της εθνεγερσίας του 1821.
Από αυτήν, την καθοριστική άποψη των διεθνών διαδικασιών που επέβαλε η στρατιωτική επικράτηση της Επανάστασης του 1821, δύσκολα μπορεί κανείς να θεωρήσει την ύπαρξη ενός … “αδιεξόδου” του 1821 και η περίφημη “Ναυμαχία Ναβαρίνου”, η “ναυαρχίδα” της άποψης ότι ο … “ξένος παράγοντας έσωσε το1821“, αξιολογείται στο επίπεδο που ιστορικά ανήκει, δηλαδή ως επιλογή “χειρισμού” του ανταγωνισμού των Μ. Δυνάμεων στο Ανατολικό ζήτημα, που επέβαλε στο προσκήνιο των διεθνών εξελίξεων η Επανάσταση του 1821. Γιατί τελικά το κριτήριο της “πράξης” είναι που επιβεβαιώνει ή όχι “σχεδιασμούς” ή “πρωθύστερες” ερμηνείες καθώς η “πράξη” είναι εκείνη που δημιουργεί τις νέες πολιτικές πραγματικότητες.
Πηγή: emo.gr/ http://www.antinews.gr/