Μπορεί κανείς να έχει όποια γνώμη θέλει για τις πολιτικές ικανότητες του Πρωθυπουργού – και η δική μου είναι μετριότατη.
Θα πρέπει όμως να του αναγνωριστoύν δύο αδιαμφισβήτητα προσόντα: πείσμα και θράσος.
Κάποιος άλλος στην κατάστασή του θα τα είχε ήδη παρατήσει. Εκείνος με το πείσμα της απόγνωσης τα παλεύει όλα: υπόσχεται διορισμούς, μοιράζει αναδρομικά, κάνει τον κουτσαβάκη στη Βουλή, υποδύεται τον εισαγγελέα, μεθοδεύει ό,τι μπορεί εναντίον των αντιπάλων του…
Είναι ίσως η αντίδραση του ανθρώπου που είχε μια ουρανόπεμπτη ευκαιρία στη ζωή και δεν ξέρει αν θα υπάρξει δεύτερη.
Αλλά το πείσμα θα ήταν άχρηστο αν δεν συνοδευόταν και από το θράσος που χαρακτηρίζει τη γενικότερη πολιτική κουλτούρα του.
Ποιος άλλος Πρωθυπουργός θα απειλούσε την αντιπολίτευση ότι θα υποχρεωθεί να ψηφίσει την ακύρωση της περικοπής των συντάξεων που εκείνος ψήφισε και η αντιπολίτευση καταψήφισε;
Ποιος άλλος Πρωθυπουργός θα παρουσίαζε την καταβολή των αναδρομικών που επιβάλλουν αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις ως δική του «πολιτική βούληση»;
Και, κυρίως, ποιος άλλος Πρωθυπουργός θα είχε την ιδέα να πουλήσει παπατζιλίκι σε παπάδες;
Βεβαίως αυτή η τελευταία επιχείρηση δεν είναι τόσο εύκολη.
Ξεκίνησε ως «ιστορική συμφωνία για τον διαχωρισμό Εκκλησίας - Κράτους» και απεδείχθη μια μη συμφωνία με μοναδικό σκοπό να περάσει η μισθοδοσία των ιερέων στην Εκκλησία. Ετσι θα απελευθερωθούν περίπου δέκα χιλιάδες θέσεις δημοσίων υπαλλήλων, τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ θα υποσχεθεί στους δικούς του.
Το Δημόσιο θα πληρώνει δηλαδή και τους παπάδες και τα συριζόπουλα.
Είναι μια ταχεία μετάβαση από τη θρησκευτική ουδετερότητα στον… Αγιο Μαυρογιαλούρο.
Φυσικά η υπόθεση είναι σύνθετη. Δεν ξέρω αν την ετοιμάζουν εδώ και ενάμιση χρόνο (όπως ισχυρίστηκε ο Πρωθυπουργός…),αλλά μάλλον εμπίπτει στον χρυσό κανόνα του ΝΒΑ που λέει «η αποτυχία της προετοιμασίας είναι η προετοιμασία της αποτυχίας».
Ανεξάρτητα από τις εξελίξεις, όμως, το ερώτημα είναι γιατί μπήκε στην κουβέντα ο Αρχιεπίσκοπος.
Σε οικονομικό επίπεδο η λύση που προκρίνεται καταφανώς συμφέρει την Εκκλησία.
Θεωρητικά τη μετατρέπει σε έναν αυτόνομο διαχειριστικό οργανισμό, στον οποίο εκχωρείται και όλη η αμφισβητούμενη περιουσία της. Ετσι την ισχυροποιεί έναντι του Πατριαρχείου, της δίνει αυξημένες δυνατότητες κοινωνικής επιρροής και την αναβαθμίζει ως ανεξέλεγκτο πολιτικό μέγεθος.
Είναι ο λόγος για τον οποίο κανένας έλληνας πρωθυπουργός από το 1974 δεν συναίνεσε σε κάτι τέτοιο. Ούτε οι δεξιοί, ούτε οι πασόκοι, ούτε οι κεντροδεξιοί, ούτε οι κεντροαριστεροί, κανείς.
Σε προσωπικό επίπεδο φαίνεται ότι ο Αρχιεπίσκοπος κολακεύεται από έναν ρόλο «ευρύτερης αποδοχής» που του επιτρέπει να κρατά ισορροπίες και με τον Τσίπρα και με τον Μητσοτάκη.
Ιδίως όμως με τον Τσίπρα, που θεωρείται της «άλλης πλευράς».
[Είναι να απορεί κάνεις πόσοι έξυπνοι άνθρωποι στην Ελλάδα και στην Ευρώπη κολακεύονται να μετέχουν σε μια επιχείρηση εξημέρωσης ή εκπολιτισμού του Τσίπρα!]
Ακόμη κι έτσι, όμως, η υλοποίηση της συμφωνίας προμηνύεται εξαιρετικά δύσκολη και αργόσυρτη. Οχι μόνο λόγω των αντιδράσεων αλλά και των εξαιρετικά σύνθετων νομικών περιπλοκών.
Θα δούμε. Το βέβαιο είναι ότι ο Αγιος Μαυρογιαλούρος θα αργήσει να καμαρώσει τους διορισμούς του.
Αλλά δεν τον ενδιαφέρει. Το ζητούμενο για την κυβέρνηση είναι ένα συνολικό αφήγημα παροχών, το οποίο θα παρουσιαστεί ως «προοδευτικό σχέδιο για την επόμενη μέρα».
Ο Τσίπρας εξήγησε στην τηλεόραση ότι ο Μητσοτάκης θα χάσει τις εκλογές επειδή «λέει ότι ο Τσίπρας είναι κακός, ότι είναι ψεύτης, ότι έχουμε τη χειρότερη κυβέρνηση, αλλά δεν λέει τίποτα για το μέλλον».
Η κυβέρνηση, αντιθέτως, θα υπόσχεται διορισμούς (που δεν θα κάνει) και οι οποίοι θα ήταν ακόμη περισσότεροι (κι ας μη γίνουν) αν εκτός από τους παπάδες «ιδιωτικοποιήσει» και τους καντηλανάφτες.
Στις εκλογές θα φανεί αν ο κόσμος πιστεύει όσα λέει ο Τσίπρας για διορισμούς ή όσα λέει ο Μητσοτάκης για τον Τσίπρα.
HeliosKiosk - ΒΗΜΑ 11-11-2018 (σελ. 62)
Πρετεντέρης