12.8.18

Να πως ξεπλένουν την τουρκική κατοχή


Στο Κυπριακό, μετά το 1974, υπήρξε μια συστηματική μεθοδευμένη προσπάθεια εξουδετέρωσης του πυρήνα του ζητήματος, που είναι η εισβολή και η συνεχιζόμενη τουρκική κατοχή.
Τούτο έγινε δια του λεγόμενου δικοινοτικού διαλόγου, ενώ επιχειρήθηκε να εδραιωθεί στην κοινωνία μέσα από επιδοτούμενα επαναπροσεγγιστικά προγράμματα. Εδραιώθηκε σε πολιτικό επίπεδο και από τις κοντόφθαλμες παραδομένες αντιλήψεις, που κυριαρχούνται από τα σύνδρομα της ήττας.
Δημιουργήθηκε μια θεωρία που αρνείται την πραγματικότητα. Δεν θέλει ή δεν μπορεί να αντιληφθεί τους τουρκικούς σχεδιασμούς και συμπεριφορές και επιτρέπει την εδραίωση των κατοχικών δεδομένων. Η λεγόμενη ρεαλιστική σχολή στο Κυπριακό έχει επανειλημμένα αποτύχει και κάθε φορά που αποτυγχάνει είναι και ένα πισωγύρισμα.
Ο δικοινοτικός διάλογος έχει χρησιμοποιηθεί από την Τουρκία ως άλλοθι για εδραίωση των σχεδιασμών της στην Κύπρο, που είναι ο πλήρης έλεγχος του νησιού. Τέσσερις και πλέον δεκαετίες συζητείτο κατά κύριο λόγο το συνταγματικό και μπήκε στο ράφι η κατοχή. Η κατοχική δύναμη ήταν εκτός της μεγάλης εικόνας. Εισέβαλε η Τουρκία στην Κύπρο, κατέχει τμήμα της χώρας, δημιούργησε ένα ψευδοκράτος, που λειτουργεί ως μαριονέτα της και οι συζητήσεις που διεξάγονται για τέσσερις και πλέον δεκαετίες είναι, κυρίως, για τη δομή της εξουσίας και την κατανομή της.
Αυτό δεν είναι ρεαλισμός είναι η νομιμοποίηση των αποτελεσμάτων της εισβολής και της συνεχιζόμενης κατοχής. Κι αυτή η προσέγγιση, η πεπατημένη, δηλαδή, φαίνεται να μην αλλάζει, αν και όλα γύρω μας αλλάζουν. Για να είναι σίγουροι πως αυτό το μοντέλο θα ισχύσει θέλησαν να προετοιμάσουν και τους πολίτες. Πρώτα έκτισαν ένα τείχος διαχωρισμού και στη συνέχεια επιχείρησαν και επιχειρούν να πετύχουν ομαλοποίηση δια του εξευμενισμού της κατοχής.
«Στόχος να τα βρουν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι», όπως λένε. Το πρόβλημα δεν είναι, όμως, οι σχέσεις μεταξύ τους, αλλά η Τουρκία. Για να πετύχουν, λοιπόν, τον στόχο αυτό, επιλέγουν εργαλεία ξεπλύματος της κατοχικής δύναμης. Αρχικά ήταν όλα εκείνα τα επιχορηγούμενα σεμινάρια. Το 2004 απέδειξε πως το μοντέλο αυτό απέτυχε καθώς δεν απέδωσε. Τσάμπα πήγαν τα λεφτά και οι επενδύσεις.

Επάνοδος με το γλωσσάρι

Τώρα επανέρχονται με διαφοροποιημένα προγράμματα. Φαίνεται πως δεν είναι μόνο εμείς που δεν μαθαίνουμε, αλλά και άλλοι. Το γλωσσάρι του ΟΑΣΕ είναι μιας μορφής απροκάλυπτης προσπάθειας εξευμενισμού της κατοχής. Μπορεί η αντίδραση να το έχει εξουδετερώσει εσωτερικά, συνεχίζει να ζημιώνει, όμως, διεθνώς. Όταν πλέον το μήνυμα είναι πως και αυτοί εκεί συμφώνησαν να κόψουν ενοχλητικές αναφορές, γιατί να γίνεται από τρίτους λόγος για εισβολή και κατοχή;
Η εύκολη οδός είναι να ταμπελώνουν. Όσοι, για παράδειγμα, αντιδρούν στον παραλογισμό του γλωσσαρίου είναι «εθνικιστές» και «δεν θέλουν λύση». Εθνικιστές είναι εκείνοι που επί της ουσίας είναι φορείς ή εκφράζουν πολλές φορές, χωρίς να το καταλαβαίνουν, τον τουρκικό εθνικισμό. Όπως έγραψε ο Λουκάς Αξελός, ο Ιρλανδός, ο Ιρακινός, ο Παλαιστίνιος, ο Ελληνοκύπριος είναι «εθνικιστές» και δεν είναι οι κατακτητές, Τούρκοι, Ισραηλινοί, Βρετανοί, Αμερικανοί; Είναι κατάντια (τους) να θεωρείται εθνικισμός η απελευθέρωση.
Όπως έγραψε ο Δημήτρης Χρήστου στην Αυγή (3-8-2014): «Κάποιοι μπερδεύουν τον πατριωτισμό με τον εθνικισμό ή δεν μπορούν να διακρίνουν τις κολοσσιαίες διαφορές που υπάρχουν. Ίσως μια φωτογραφία του Άρη Βελουχιώτη καβάλα στο άλογο να κρατά την ελληνική σημαία αξίζει όσο χίλιες λέξεις, για να γίνει αντιληπτό πως πατριωτισμός και διεθνισμός δεν είναι έννοιες αντίθετες, αλλά απόλυτα συνδεδεμένες. Χωρίς τη μία δεν μπορεί να υπάρξει και η άλλη. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να ισχυρίζονται κάποιοι ότι ο πατριωτισμός είναι ξεπερασμένη έννοια».

Κώστας Βενιζέλος
slpress.gr