Γράφει η Σοφία Βούλτεψη |
Σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ, στις 10 Μαρτίου, ο νέος επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, αφού υποστηρίζει πως «η προληπτική γραμμή προσφέρει τη δυνατότητα φθηνής χρηματοδότησης από τον ESM με παράταση του προγράμματος», ενώ «η οριστική έξοδος, όπως έχει προγραμματιστεί, συνεπάγεται ακριβότερη χρηματοδότηση από τις αγορές αλλά και επιστροφή στην κανονικότητα», παραδέχεται αμέσως μετά τα ακριβώς αντίθετα.
Δηλώνει δηλαδή ότι «ακόμα και μετά την έξοδο από το πρόγραμμα, η χώρα μας θα πρέπει στο εφεξής να τηρεί αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία».
Δηλαδή και θα δανειζόμαστε ακριβότερα και δεν θα επιστρέψουμε στην «κανονικότητα». Διότι, όπως λέει, όχι μόνο θα συνεχίσουμε να έχουμε δεσμεύσεις ως μέλος της ευρωζώνης, αλλά μας υπενθυμίζει ότι η χώρα μας «πλέον αυτών έχει συμφωνήσει και νομοθετήσει μια σειρά από μεταρρυθμίσεις και πολιτικές που θα πρέπει να εφαρμοστούν στο επόμενο διάστημα».
Δηλαδή, κατά τον κ. Κουτεντάκη, «κανονικότητα» είναι να δανειζόμαστε ακριβά και να εφαρμόζουμε όσα έχουν προνομοθετηθεί – κάτι που μάλλον δεν ακούγεται και πολύ κανονικό.
Θυμίζω: Στις 27 Οκτωβρίου 2015, ο υπουργός των Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος διόρισε Γενικό Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής, τον Φραγκίσκο Κουτεντάκη, λέκτορα του πανεπιστημίου Κρήτης.
Μέχρι εκείνη την ώρα, ο κ. Κουτεντάκης ήταν επικεφαλής του Οικονομικού Γραφείου του πρωθυπουργού και στέλεχος των ομάδων διαπραγμάτευσης με την τρόικα – και επομένως έφερε και φέρει βαριές ευθύνες για το καταστροφικό πρώτο ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ εξάμηνο.
Θυμίζω επίσης: Ο κ. Κουτεντάκης υπήρξε μεταξύ των 220 πανεπιστημιακών που πριν από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, είχε υπογράψει κείμενο στήριξης του ΣΥΡΙΖΑ.
Με το κείμενο εκείνο, οι συγκεκριμένοι πανεπιστημιακοί καλούσαν «κάθε αριστερό, κάθε αγωνιστή, κάθε δημοκράτη να δώσει κάθε δυνατή συνδρομή στην εκλογική προσπάθεια μέσα από τις γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ»!
Και βέβαια, ο συγκεκριμένος κύριος έλεγε και έγραφε τα ακριβώς αντίθετα από αυτά που υποστηρίζει σήμερα.
Με άρθρο του στην «Αυγή» είχε υποστηρίξει ότι ο δανεισμός της χώρας «συνοδεύτηκε από ένα πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής που μάλλον θα διδάσκεται στα οικονομικά εγχειρίδια του μέλλοντος ως παράδειγμα προς αποφυγή» (22 Μαρτίου 2015).
Έγραψε στο ίδιο άρθρο: «Όπως και να έχει, πριν δυο μήνες κάναμε τη θαρραλέα πολιτική επιλογή να απαλλαγούμε από αυτό το πολιτικό προσωπικό και έχουμε το δημοκρατικό καθήκον να την υπερασπιστούμε απέναντι σε όσους προσπαθούν να την ανατρέψουν, εντός και εκτός της χώρας».
Σε άλλο άρθρο του, πάλι στην «Αυγή», υπό τον τίτλο «Και ο διάολος φοβέρα θέλει», στις 15 Φεβρουαρίου 2015, έγραφε: «Η πρώτη κυβέρνηση του ελληνικού κράτους με κορμό την Αριστερά άνοιξε αντικειμενικά μια νέα πολιτική σελίδα. Σε αυτές τις πρώτες μέρες επικρατεί μια ατμόσφαιρα εθνικής απελευθέρωσης, ο λαός έγινε ξαφνικά κυρίαρχος. Αυτός ο ενθουσιασμός δεν πρέπει να υποτιμηθεί καθώς αποτελεί ένα πολιτικό κεφάλαιο ανυπολόγιστης αξίας. Από την άλλη μεριά, δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένος, καθώς εξαρτάται από τον βαθμό που η κυβέρνηση θα παραμείνει συνεπής στις εξαγγελίες της. Πάντως, η συμμετοχή στις πρωτοφανείς συγκεντρώσεις δείχνει πως ο ελληνικός λαός είναι έτοιμος να υπερασπιστεί τις επιλογές που έκανε με την ψήφο του».
Επομένως, υποστήριζε τότε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε να εφαρμόσει το πρόγραμμα με το οποίο εξελέγη (και όχι να πειθαρχεί στις εντολές των δανειστών, στις οποίες τώρα λέει ότι η κυβέρνηση πρέπει να πειθαρχεί).
Μάλιστα, στο ίδιο άρθρο μας εξηγούσε ότι… εξαφανίστηκε η λέξη τρόικα και υποστήριζε πως «κανείς πλέον δεν απαιτεί σοβαρά την εφαρμογή των δημοσιονομικών στόχων του Μνημονίου»!
Έγραφε επίσης, ωστόσο, ότι «το βάρος του χρέους δεν έχει να κάνει τόσο με την ονομαστική του αξία όσο με τη λιτότητα που το συνοδεύει. Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι παρά τον ισχυρό συμβολισμό του, το κούρεμα του χρέους δεν θα προσφέρει καμία βελτίωση στα δημοσιονομικά μεγέθη της επόμενης πενταετίας. Αυτό γιατί το σύνολο σχεδόν του χρέους στον επίσημο τομέα θα αρχίσουμε να το αποπληρώνουμε μετά το 2020»!
Σε άλλη περίπτωση, πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου, την 1η Οκτωβρίου 2014, με άρθρο του υπό τον τίτλο «Να προσέχεις ποιους ψηφίζεις και ποιους δανείζεις», ο κ. Κουτεντάκης μιλούσε για «τερατώδες πρόγραμμα οικονομικής καταστροφής». Αναφερόμενος στην άποψη των Γερμανών πολιτικών σύμφωνα με την οποία «εφόσον το εν λόγω «διεφθαρμένο και ανίκανο πολιτικό προσωπικό» δεν επιβλήθηκε διά της βίας αλλά προέκυψε με καθ' όλα νόμιμες εκλογικές διαδικασίες, ο ελληνικός λαός που το ψήφισε φέρει ακέραια την ευθύνη της ψήφου του. Αφού λοιπόν επέλεξε δημοκρατικά τέτοιους πολιτικούς εκπροσώπους που κατάφεραν να χρεοκοπήσουν τη χώρα, δεν δικαιούται να διαμαρτύρεται για τις συνέπειες των επιλογών του. Θα πρέπει να τις υποστεί με αυστηρότητα ώστε να πάρει το μάθημα και από εδώ και πέρα να προσέχει τι ψηφίζει», έδωσε την απάντηση:
«Όπως ακριβώς ο ελληνικός λαός πλήρωσε και εξακολουθεί να πληρώνει πανάκριβα τις πολιτικές του επιλογές, έτσι και οι Ευρωπαίοι θα πληρώσουν τις δικές τους. Ας τους γίνει ένα μάθημα ότι δεν πρέπει να δανείζουν και να στηρίζουν τόσο απλόχερα ένα «διεφθαρμένο και ανίκανο πολιτικό προσωπικό» γιατί κινδυνεύουν να χάσουν τα λεφτά τους. Καλό θα είναι να τους το υπενθυμίσει κανείς όταν αύριο - μεθαύριο θα βρεθούν απέναντι στην κυβέρνηση της Αριστεράς και θα αρνούνται τη συζήτηση για κούρεμα του χρέους» - για το οποίο αργότερα θα έλεγε ότι δεν έχει και τόση σημασία…
Ο κ. Κουτεντάκης είχε αρθρογραφήσει και για τον ΕΝΦΙΑ. Έγραψε στις 4 Σεπτεμβρίου 2014: «Οι χοντροκομμένες αδικίες του φαίνονταν από πέρσι, που κατατέθηκε και ψηφίστηκε. Αφενός δεν έχει αφορολόγητο (δηλαδή φορολογεί από το πρώτο τετραγωνικό) και αφετέρου είναι αντίστροφα προοδευτικός (δηλαδή, οι συντελεστές μειώνονται όσο αυξάνεται η αξία του ακινήτου). Και μόνο αυτά τα δύο χαρακτηριστικά αρκούν για να στείλουν τον ΕΝΦΙΑ στο καλάθι των αχρήστων και στο πλούσιο ιστορικό αρχείο της εθνικής φορολογικής αθλιότητας».
Επιπλέον, με άλλο άρθρο του στην «Αυγή», στις 2 Ιουλίου 2013, έγραφε περί… «αριστερής λιτότητας», υποστηρίζοντας πως η κυβέρνηση της Αριστεράς μπορούσε να κάνει έναν «ιστορικό συμβιβασμό», αποδεχόμενη την αναγκαιότητα της δημοσιονομικής σταθεροποίησης. Ταυτόχρονα, θα προχωρούσε στην «καταγγελία του Μνημονίου ως μέσο επίτευξης αυτής της σταθεροποίησης και θα κατέθετε ένα εναλλακτικό δημοσιονομικό πρόγραμμα που θα επετύγχανε παρόμοια λογιστικά αποτελέσματα με άλλα μέσα».
Και κατέληγε:
«Αν η κυβέρνηση της Αριστεράς καταφέρει να κερδίσει τη στήριξη των φτωχότερων τμημάτων του πληθυσμού και εξασφαλίσει τουλάχιστον προσωρινά την ουδετερότητα της τρόικας, τότε έχει σοβαρές πιθανότητες να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τους βασικούς εχθρούς της, που δεν είναι άλλοι από την εγχώρια οικονομική μαφία».
Μετά, βρέθηκε να εκπροσωπεί την Ελλάδα στις διαπραγματεύσεις έως και μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, ως επικεφαλής του Οικονομικού Γραφείου του πρωθυπουργού, συμβάλλοντας στο «αριστερό μνημόνιο» του καλοκαιριού του 2015.
Είχε τότε προκαλέσει την οργή των πρώην συντρόφων του, που με κείμενά τους στο ιστολόγιο «Βαθύ Κόκκινο» σχολίασαν, τον Απρίλιο του 2015, τον «άλλο Φραγκίσκο»: «Απέφυγα μέχρι τώρα να αναφερθώ στην αρθρογραφία του στην «Αυγή» που παρουσιάζει έναν άλλο Φραγκίσκο απ’ αυτόν που γνώριζα. Άλλωστε κάθε ένας μπορεί να κάνει τις ατομικές επιλογές του. Δεν μπορώ όμως να αντισταθώ στον πειρασμό να μην σχολιάσω όσα ακούω να λέει σήμερα στον ρ/σ στο «Κόκκινο» τασσόμενος υπέρ των ιδιωτικοποιήσεων της δημόσιας περιουσίας, και των ΠΝΠ. Μήπως θυμάσαι κ. Κουτεντάκη –δεν μπορώ πια να σε αποκαλώ σύντροφο- ποιες ήταν οι σχετικές απόψεις σου όταν ήσουν στέλεχος της νεολαίας Κομμουνιστικής Απελευθέρωσης και αγωνιστής των ΕΑΑΚ;»
Ώστε στέλεχος της νεολαίας Κομμουνιστικής Απελευθέρωσης και αγωνιστής των ΕΑΑΚ!
Προφανώς υπό αυτή την παλιά του ιδιότητα είχε υποστηρίξει το περίφημο «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης», γράφοντας στις 21 Σεπτεμβρίου του 2014 ότι οι αβαρίες από το κούρεμα των κόκκινων δανείων θα πληρώνονταν από το ΤΧΣ! Και υπερασπιζόμενος και την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και το αφορολόγητο στα 12.000 ευρώ και όλες τις άλλες υποσχέσεις.
Τώρα, λέει πως η δημοσιονομική πειθαρχία είναι μονόδρομος, υποχρεωτικός για κάθε κυβέρνηση.
Τον Οκτώβριο του 2013 υποστήριζε πως η τότε κυβέρνηση ήθελε έξοδο στις αγορές «γιατί έχει επενδύσει επικοινωνιακά αποδίδοντας στην έξοδο στις αγορές διαστάσεις εθνικής παλιγγενεσίας, αφετέρου γιατί ξέρει πως οποιαδήποτε νέα βοήθεια θα συνδέεται πιθανότατα με πίεση για λήψη νέων μέτρων». Αλλά, όπως έγραφε, για να συμβεί αυτό «χρειάζονται κάποιες εγγυήσεις βιωσιμότητας του χρέους που θα βρεθεί σε ιδιωτικά χέρια για να μην θεωρηθεί τοξικό και ξαναζήσουμε τις ημέρες του 2010. Γι' αυτό θα πρέπει πρώτα να ολοκληρωθεί η συζήτηση περί νέας αναδιάρθρωσης του χρέους».
Τώρα, μας λέει απλώς ότι δεν υπάρχει πρόβλημα να δανειζόμαστε ακριβά (ακριβώς επειδή δεν θα έχει μειωθεί το χρέος και θα συνεχίσει να θεωρείται τοξικό).
Και όταν η κυβέρνηση Σαμαρά αποφάσισε να μοιράσει μέρος του πλεονάσματος, μιλούσε για «δημιουργική λογιστική» - ενώ όταν μοίρασε πλεόνασμα η κυβέρνηση Τσίπρα, έλεγε πως ήταν λογικό να συμβεί κάτι τέτοιο!
Και βέβαια, στις 23 Μαρτίου 2016, ο κ. Κουτεντάκης είχε επιτεθεί στο ΔΝΤ, λέγοντας ότι προκαλεί μια κατάσταση «καταστροφικής αβεβαιότητας» στην οικονομία και αποκαλύπτοντας ότι σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων των Θεσμών τέθηκε από την πλευρά τους το ενδεχόμενο να δοθεί προτεραιότητα στην εξόφληση τόκων και χρεολυσίων σε σχέση με τις συντάξεις, αν η διαπραγμάτευση συνεχισθεί επί μακρόν. Και ξεκαθαρίζοντας ότι «σε κάθε περίπτωση αν φθάσουμε σε ένα τέτοιο σημείο δεν θα πληρώσουμε χρέος και δεν θα καθυστερήσουμε τις συντάξεις».
Από αυτόν τον άνθρωπο περιμένουμε τώρα να παρακολουθεί τα οικονομικά του κράτος και να διατυπώνει προτάσεις…