Ένα «θρίλερ» εκτυλίχθηκε τη χθεσινή ημέρα, μετά τα μεσημέρι για το επίμαχο θέμα των ημερών, αυτό της παρέμβασης της αμερικανικής εταιρίας Boeing στο θέμα της αναβάθμισης των μαχητικών αεροσκαφών F-16 της Πολεμικής Αεροπορίας, με τελική έκβαση την ακύρωση της παρουσίασης που είχε διαρρεύσει ότι θα πραγματοποιηθεί στις 27 Νοεμβρίου.
Η αμερικανική παρέμβαση έγινε απευθείας στον υπουργό Εθνικής Άμυνας, Πάνο Καμμένο, η απόφαση του οποίου να επιτρέψει… ελαφρά τη καρδία την εμπλοκή άλλης εταιρίας από αυτή που περιγράφεται στην άδεια που εξασφάλισε από το Κογκρέσο η ελληνική πλευρά για να προχωρήσει με το πρόγραμμα αναβάθμισης, προκάλεσε εκνευρισμό στην αμερικανική κυβέρνηση, η οποία διά της πρεσβείας στην Αθήνα, προέβη σε «διάβημα» προς το υπουργείο Εθνικής Άμυνας.
Ο Αμερικανός πρεσβευτής, Τζέφρι Πάιατ, φέρεται να επικοινώνησε με το ΥΠΕΘΑ επισημαίνοντας ότι η – χρονοβόρα, με ζημία της Πολεμικής Αεροπορίας – διαδικασία που έχει ακολουθηθεί για την εξασφάλιση της απαραίτητης άδειας, αφού αποφασίστηκε το πρόγραμμα να ενταχθεί στα FMS (Foreign Military Sales), δηλαδή να αποτελέσει διακυβερνητική συμφωνία (G2G / Government-to-Government), αναφέρει ως «κύριο κατασκευαστή» (main contractor), την κατασκευάστρια εταιρία των μαχητικών F-16, την Lockheed Martin.
Κατά συνέπεια, απαραίτητη προϋπόθεση για να προχωρήσει η Ελλάδα σε συνεννοήσεις με οποιαδήποτε άλλη εταιρία για το συγκεκριμένο πρόγραμμα με οποιαδήποτε άλλη εταιρία, είτε στο πλαίσιο G2G σύμβασης είτε ακόμα στην περίπτωση που θα επιλεγόταν η διμερής συνεργασία με τον οποιονδήποτε κατασκευαστή, για λόγους οικονομίας.
Να σημειωθεί εδώ, ότι οι Έλληνες πολιτικοί αποκρύπτουν τη συχνά δραματική επιβάρυνση της τσέπης του φορολογούμενου στις διακρατικές συμφωνίες, καθώς θεωρείται ότι αυτές του περνούν από την «κολυμβήθρα του Σιλωάμ»… εξαγνίζοντάς τους από τη στερεοτυπική στην Ελλάδα σύνδεση – όχι ασφαλώς αναίτια – κάθε εξοπλιστικού προγράμματος με «μίζες» και γενικά διαφθορά.
Η παρέμβαση του Τζέφρι Πάιατ προκάλεσε αναταραχή στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Λίγο αργότερα, από τη Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Επενδύσεων και Εξοπλισμών (ΓΔΑΕΕ) έφευγε επιστολή, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, προς την εταιρία Being η οποία είχε εξασφαλίσει ημερομηνία πραγματοποίησης παρουσίασης για την πρότασή της, στην οποία ετίθετο το ερώτημα, εάν η αμερικανική κυβέρνηση τελεί σε γνώση της πρωτοβουλίας της.
Σύμφωνα με κάποιες – επιβεβαιωμένες καταρχήν – πληροφορίες, γύρω στα μεσάνυχτα ακολούθησε η απάντηση της Boeing, η οποία δεν ήταν σαφής, καθώς ισοδυναμούσε με απάντηση στο ερώτημα διά της λέξεως… «περίπου»! Από πρακτικής απόψεως βέβαια, η απάντηση αυτή μεταφραζόταν σε «όχι», με αποτέλεσμα να ακυρωθεί η παρουσίαση που είχε προγραμματιστεί για τις 27 Νοεμβρίου.
Η υπόθεση αυτή, ωστόσο, προκαλεί ήδη σωρεία ερωτημάτων σε όσους παρακολουθούν το στρατιωτικό ρεπορτάζ τουλάχιστον την τελευταία πενταετία, καθώς πρόκειται για μια ενημέρωση η οποία δεν θα γινόταν προς τον ενδιαφερόμενο, δηλαδή την Πολεμική Αεροπορία, αλλά γενικώς το ΥΠΕΘΑ, δίνοντας έτσι την αίσθηση μιας… κάπως «πολιτικής» πρωτοβουλίας.
Αυτό βέβαια από την άλλη ήταν φυσικό, καθώς το Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας (ΓΕΑ), για μια ακόμη φορά είχε κάνει σωστά τη δουλειά του, έχοντας φροντίσει να καταγράψει και να αξιολογήσει όλες τις διαθέσιμες επιλογές, έχοντας ξεκάθαρη εικόνα όσων διατίθενται στη διεθνή αγορά, με ποιο κόστος και με ποιο βιομηχανικό ρίσκο.
Κατά συνέπεια, εάν εγείρεται ένα ερώτημα, είναι εάν αυτό τελούσε σε γνώση του υπουργού Εθνικής Άμυνας ή όχι, καθώς επίσης και το αν από τη στιγμή που η άδεια που εξασφάλισε η Ελλάδα για το πρόγραμμα αναβάθμισης των F-16 κάνει ρητή αναφορά σε συγκεκριμένη εταιρία, για να αλλάξει οτιδήποτε, θα έπρεπε να τερματιστεί η διαδικασία που ήδη «τρέχει» και να ξεκινήσει από την αρχή, εάν η επιθυμία παραμένει για μια συμφωνία «G2G».
Υπενθυμίζεται, ότι η συμπτωματική ανακοίνωση από την αρμόδια Υπηρεσία Συνεργασίας Άμυνας και Ασφάλειας (DSCA: Defense Security Cooperation Agency) των ΗΠΑ για το ελληνικό πρόγραμμα τις ημέρες που βρισκόταν στις ΗΠΑ ο Έλληνας πρωθυπουργός, αποτέλεσε την αφορμή της σχετικής αναφοράς του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, μετά τη συνάντησή του με τον Αλέξη Τσίπρα, στον Λευκό Οίκο.
Η αναφορά αυτή προκάλεσε τεράστια σύγχυση στην Ελλάδα, καθότι στη δήλωσή του ο Τραμπ προσδιόρισε το ύψος της σύμβασης στα 2,4 δισεκατομμύρια δολάρια, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει η συνήθης σπέκουλα και λανθασμένες αναφορές!
Τα δολάρια έγιναν ευρώ, αυξάνοντας το ποσό, δεν έγινε εξ αρχής αντιληπτό ότι η αιτούμενη άδεια αφορούσε το δυνητικό σύνολο των ελληνικών F-16 που θα μπορούσαν να υποστούν αναβάθμιση, αλλά και το σύνολο των υλικών, συστημάτων και υποσυστμάτων που θα απαιτούνταν για να αναβαθμιστεί στο επίπεδο «Viper» το πλέον παλαιό και «γυμνό» ελληνικό μαχητικό!
Ως αποτέλεσμα, μέχρι να καταφέρουμε να συνεννοηθούμε στο εσωτερικό της χώρας και να διευκρινιστεί ότι η αναβάθμιση θα αφορά μόνο 85 μαχητικά F-16 της Πολεμικής Αεροπορίας και μάλιστα τα πλέον προηγμένα στο οπλοστάσιο, άρα η απόσταση που έπρεπε να «διανυθεί» μέχρι τη διαμόρφωση «V» ήταν αισθητά μικρότερη, επικράτησε το συνηθισμένο χάος, με τις συνήθεις αναφορές περί… οσμής σκανδάλου.
Ταυτόχρονα, θα προέκυπταν και συστήματα τα οποία θα αφαιρούνταν από τα F-16 «πρώτης γραμμής» όπως για παράδειγμα τα F-16 Block 52+ και τα F-16 Block 52+ Advanced, τα οποία θα μπορούσαν να βελτιώσουν στη συνέχεια αισθητά την λιγότερο προηγμένη έκδοση των ελληνικών μαχητικών.
Ο τελικός λογαριασμός (βλ. προϋπολογισμός) για την ελληνική πλευρά είναι το 1,1 δισεκατομμύριο ευρώ (σ.σ. όχι δολάρια!) και σε εξέλιξη υποτίθεται πως βρίσκεται η διαδικασία διαβουλεύσεων για την οριστικοποίηση του προγράμματος και την κάλυψη μιας διαφοράς η οποία σύμφωνα με πληροφορίες υφίσταται αυτή τη στιγμή ανάμεσα στις δυο πλευρές για το τελικό ύψος της σύμβασης.
Μία άλλη χρήσιμη υπενθύμιση ήταν η αναφορά του Ντόναλντ Τραμπ σε αεροσκάφη της Boeing που πιθανώς θα ενδιέφεραν την ελληνική πλευρά, αναφορά η οποία επίσης προκάλεσε σύγχυση (είμαστε φαίνεται επιρρεπείς!) και στην προσπάθεια αποκωδικοποίησης του «χρησμού», αναφέρθηκαν… τα πάντα!
Από την προμήθεια ελικοπτέρων βαρέων μεταφορών Chinook (στην ευρύτερη κατηγορία των αεροσκαφών θα μπορούσαν να ενταχθούν και τα ελικόπτερα), μέχρι την παλαιά επιθυμία για την προμήθεια μαχητικών F-15 και τέλος τα σχέδια της Aegean για την ανανέωση του στόλου επιβατικών αεροσκαφών!
Με βάση αυτό το δεδομένο, την αναφορά Τραμπ στην Boeing, ρόλο θα μπορούσε να έχει παίξει η γνωστή επιθυμία του Πολεμικού Ναυτικού να αποκτήσει «ναυτική αεροπορία», ένα κλαδικό «όραμα» που φέρεται να συμμερίζεται και ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, ναύαρχος Ευάγγελος Αποστολάκης.
Ωστόσο, η πραγματική οικονομική κατάσταση της χώρας και ο κατεπείγον χαρακτήρας κάλυψης σειράς άλλων προτεραιοτήτων των τριών Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, καθιστά λογικά αδύνατο να έχει απασχολήσει στην τρέχουσα συγκυρία αυτό το θέμα, ασχέτως του αν κανείς συμφωνεί ή διαφωνεί με την επιχειρησιακή ουσία δημιουργίας ναυτικής αεροπορίας.
Ωστόσο, ασχέτως του ποια μπορεί να ήταν τα κίνητρα της πρόσκλησης της Boeing (για το θέμα της αναβάθμισης των F-16 ειδικότερα θα ακολουθήσει ξεχωριστό άρθρο, καθώς παρουσιάζει όντως μεγάλο ενδιαφέρον), η ελληνική πλευρά εμφανίζεται χωρίς λόγο να κινείται σπασμωδικά, ενώ η άμεση οπισθοχώρηση αποδεικνύει το εσφαλμένο των χειρισμών, οι οποίοι συνήθως δεν είναι υπηρεσιακοί, αλλά πολιτικοί.
defence-point