Γράφει η Σοφία Βούλτεψη |
Αυτά γίνονται όταν προσπαθείς να κρατήσεις δύο καρπούζια κάτω από την ίδια μασχάλη.
Η συνέντευξη Τύπου που ο κ. Τσίπρας έδωσε στην Θεσσαλονίκη ήταν εξαιρετικά αποκαλυπτική των προθέσεών του και επιβεβαιώνει ότι υπάρχει σε πλήρη ανάπτυξη σχέδιο δημιουργίας ενός τεχνητού αντιδεξιού μετώπου.
Ωστόσο, ο κ. Τσίπρας προσπαθεί (για τις ανάγκες του παρόντος) να βαστήξει δύο καρπούζια κάτω από την ίδια μασχάλη.
Οι ανάγκες του παρόντος περιλαμβάνουν τον κ. Καμμένο. Γι’ αυτό και σε σχετικό ερώτημα, ο κ. Τσίπρας απάντησε ότι ο Καμμένος και το κόμμα του ανήκουν στον χώρο της «πατριωτικής Δεξιάς» (εκεί έφθασε ο Τσίπρας, να μιλά για… πατριωτική δεξιά) και όχι της ακροδεξιάς, ότι η σχέση τους είναι έντιμη, δεν δημιουργεί προβλήματα, έχουν… εξαιρετική συνεργασία, έντιμη και ειλικρινής, κάτι που έχει εκτιμήσει και ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ και ο κόσμος της «πατριωτικής δεξιάς», βεβαίως βεβαίως!
Οι ανάγκες του μέλλοντος, όμως, δεν περιλαμβάνουν τον Καμμένο, τον οποίο ο Τσίπρας θα πετάξει σαν την τρίχα απ’ το ζυμάρι.
Το είπε ο ίδιος στη συνέντευξη Τύπου: «Πρέπει να δούμε την επόμενη μέρα όχι μόνο στην οικονομία, αλλά και στο πολιτικό σύστημα. Εμείς, όπως γνωρίζετε, σχεδιάζουμε την επόμενη μέρα στο πολιτικό σύστημα σε μια λογική δημιουργίας προϋποθέσεων, συγκλίσεων και συνεννοήσεων. Γι’ αυτό ψηφίσαμε και την απλή αναλογική». Και επίσης: «Χρειάζονται συναινέσεις για να πάει μπροστά η χώρα. Και χρειάζονται συναινέσεις για να πάνε μπροστά και οι τοπικές κοινωνίες. Συναινέσεις που πρέπει να δημιουργούνται και να συντίθενται πάνω στο τραπέζι. Δημόσια, ανοιχτά. Όχι κάτω από το τραπέζι, όχι συναλλαγές. Συναινέσεις, συνθέσεις» - τώρα θυμήθηκε την ανάγκη για συναινέσεις, πριν έλεγε «ή αυτοί ή εμείς».
Και το επίσης σημαντικό που μαρτυρά τις προθέσεις του: «Πριν από πέντε χρόνια, πριν από τα μνημόνια, είχαμε ένα άλλο πολιτικό σκηνικό. Είχαμε δύο πόλους, που ήταν η Κεντροδεξιά και η Κεντροαριστερά, που εναλλάσσονταν στην εξουσία. Σήμερα, έχουμε ένα τελείως διαφορετικό πολιτικό σκηνικό. Έχουμε δύο πόλους, που δεν είναι Κεντροδεξιά και Κεντροαριστερά. Είναι η Δεξιά και η Αριστερά. Και από τη μια, έχουμε μια Δεξιά, που είναι ένα μείγμα ακραίου νεοφιλελευθερισμού και ακραίου δεξιού λαϊκισμού, οι νεοφιλελεύθεροι και οι εκπρόσωποι του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού, που είναι στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας μαζί, με τις κεντροδεξιές δυνάμεις της παράταξης να συμπιέζονται, να μην είναι δηλαδή σε θέσεις ευθύνης. Και από την άλλη, έχουμε την Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ. Το ποιος, λοιπόν, θα είναι ο ρόλος της Κεντροαριστεράς, σε αυτό το πολιτικό σκηνικό, είναι ένα θέμα πολύ μεγάλης συζήτησης. Εγώ θα ήθελα να ευχηθώ καλή επιτυχία στις προσπάθειές τους να ανασυγκροτήσουν τον χώρο τους, είναι θετικό για το πολιτικό σύστημα, αλλά θα είναι θετικό για το πολιτικό σύστημα, πρώτον, εάν συνειδητοποιήσουν ότι πρέπει να μιλήσουν και να καταλάβουν αυτήν τη νέα πραγματικότητα και να συζητήσουν για τους όρους της στρατηγικής και πολιτικής σύγκλισης της επόμενης μέρας, που αυτή δεν μπορεί να είναι άλλη, παρά είτε με τη Δεξιά είτε με την Αριστερά. Εάν δεν απαντήσει κανείς σε αυτό το ερώτημα, το κρίσιμο, δεν μπορεί να έχει στρατηγική».
Δηλαδή ξαφνικά και για κάποιον λόγο (που δεν μπορεί να είναι παρά οι εκλογικές ανάγκες του κ. Τσίπρα), Κεντροαριστερά και Κεντροδεξιά χάθηκαν από προσώπου γης και πλέον υπάρχουν μόνο η Δεξιά και η Αριστερά και αυτό θα είναι το στρατηγικό δίλημμα των επόμενων εκλογών.
Δηλαδή, πάλι «ή εμείς ή αυτοί»!
Δεν τον βολεύει τον κ. Τσίπρα η ύπαρξη Κεντροδεξιάς και Κεντροαριστεράς, διότι σε μια τέτοια περίπτωση θα μπορούσε και η Κεντροδεξιά να προσελκύσει δυνάμεις για συνεργασία που προέρχονται από χώρους τους οποίους διεκδικεί ο κ. Τσίπρας για τον εαυτό του.
Όπως είπε, «είναι, λοιπόν, πολύ πιθανό σε ένα επόμενο διάστημα να υπάρχουν και κυβερνήσεις περισσότερων των δυο κομμάτων».
Και εδώ είναι το «ζουμί» - με ποιους θα συνεργαζόταν μετά τις επόμενες εκλογές. Και θέλει να τους μαντρώσει καταργώντας τις έννοιες της Κεντροαριστεράς και της Κεντροδεξιάς.
Μόνο που ενώ τις καταργεί, ενώ υποστηρίζει πως μετά τα μνημόνια υπάρχουν μόνο δύο πόλοι, αυτοί της Δεξιάς και της Αριστεράς (απόλυτα διαχωρισμένοι), στο μεταξύ συνεργάζεται με την Δεξιά του κ. Καμμένου, την οποία για τις ανάγκες της περίστασης αποκαλεί… πατριωτική – χαρακτηρισμό που δεν επιφυλάσσει στο δικό του κόμμα.
Και βέβαια, συνεχίζει να μιλά και στα δύο ακροατήριά του. Και στους ακραίους που ήθελαν τη ρήξη (γι’ αυτό, όπως είπε, έφθασε στα άκρα) και στους συντηρητικούς που δεν ήθελαν τη ρήξη με τους δανειστές. Είπε σε ερώτηση σχετικά με τις αυταπάτες του (που τελικά αποτελούσαν μέρος του σχεδίου, ώστε να απευθύνεται και στα δύο ακροατήρια):
«Πρέπει, όμως, να σας πω ότι στην περίοδο πριν τις εκλογές του 2015, σε αυτήν εδώ την αίθουσα, είχα με πάθος, με ορμή, υπερασπιστεί μια πολιτική ενάντια στη λιτότητα, την οποία την πιστεύω με το ίδιο πάθος και σήμερα. Και θα ήθελα να ρωτήσω και εσάς και όλους όσοι μας παρακολουθούν, ανεξαρτήτως τι γνώμη έχετε για μένα, για τον ΣΥΡΙΖΑ, οι πολιτικές σας συμφωνίες ή οι πολιτικές σας διαφωνίες. Υπάρχει αλήθεια η αίσθησή σας ότι δεν πάλεψα εγώ προσωπικά και όλοι οι υπουργοί, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, το πρώτο αυτό εξάμηνο, με πάθος, αυτές τις απόψεις να τις κάνουμε πράξη; Δεν δώσαμε την ικμάδα των δυνάμεών μας; Ήταν πολλοί τότε που μας κατηγορούσατε για το ακριβώς αντίθετο και συνεχίζετε να μας κατηγορείτε για το ακριβώς αντίθετο. Δηλαδή, ότι, προκειμένου να δώσουμε μέχρι τέλους αυτήν τη μάχη για να αλλάξει η Ευρώπη και να σπάσει αυτό το αυστηρό, τιμωρητικό καθεστώς της λιτότητας, δεν διστάσαμε να κάνουμε επιλογές που οδήγησαν τα πράγματα σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Φτάσαμε μέχρι το χείλος του γκρεμού, είπαν κάποιοι. Πρέπει, λοιπόν, να αποφασίσετε για ποιο πράγμα ακριβώς θα κατηγορείτε τον ΣΥΡΙΖΑ και εμένα προσωπικά. Διότι, όταν έχουμε δύο κατηγορίες που αλληλοεξουδετερώνονται, στο τέλος αυτός ο οποίος θέλει να κάνει σοβαρή αντιπολίτευση μένει από λάστιχο, δεν κάνει αντιπολίτευση. Θα μας κατηγορείτε, λοιπόν, γιατί οδηγήσαμε τη χώρα στα άκρα, προκειμένου να υλοποιήσουμε τα πιστεύω μας και τις δεσμεύσεις μας ή θα μας κατηγορείτε ότι είπαμε ψέματα στον ελληνικό λαό και δεχτήκαμε αμάσητα τα μνημόνια. Για ένα από τα δύο θα μας κατηγορείτε, δεν μπορείτε και για τα δύο».
Η αλήθεια είναι ότι μπορούμε να τον κατηγορούμε και για τα δυο. Διότι και τα δύο αποτέλεσαν μέρος του ίδιου σχεδίου – του σχεδίου των δύο ακροατηρίων.
Γι’ αυτό και μπορεί συγχρόνως να πανηγυρίζει και για το δημοψήφισμα του 2015 και τα capital control και για τα δύο μνημόνιά του και για τα «ματωμένα πλεονάσματά» του.
Γι’ αυτό μπορεί να λέει με άνεση ότι κόβονται μεν οι συντάξεις το 2019, αλλά «ήλθε η ώρα να μιλήσουμε και για τη νέα γενιά» (τους συνταξιούχους τους έχει καταδικάσει).
Γι’ αυτό μπορεί να λέει ότι «η κυβέρνηση αυτή δεν λειτουργεί υπό κανονικές συνθήκες, με την έννοια ότι εδώ και επτά χρόνια, το γνωρίζετε πάρα πολύ καλά, και όχι μόνο αυτή, αλλά και οι προηγούμενες κυβερνήσεις όλα αυτά τα επτά χρόνια, οι αποφάσεις για την εφαρμογή της πολιτικής πρέπει να συμφωνούνται μέσα σε ένα πλαίσιο αυστηρής επιτροπείας με τους εταίρους, με αυτούς, δηλαδή, που μας χρηματοδοτούν». Να λέει δηλαδή ότι σωστά δεν άφησε σε χλωρό κλαρί την προηγούμενη κυβέρνηση και συγχρόνως να αναγνωρίζει πως ούτε αυτή λειτουργούσε υπό κανονικές συνθήκες!
Και γι’ αυτό μπορεί συγχρόνως και να ψηφίζει τις κυρώσεις της ΕΕ κατά της Βενεζουέλας και να υποστηρίζει πως οι κυρώσεις δεν ωφελούν σε χώρες που βρίσκονται στα πρόθυρα του εμφύλιου σπαραγμού.
Βέβαια, για την υπόθεση της Βενεζουέλας επιμένει (είναι το παράδοξο ταμπού του), λέγοντας πως δεν είναι «καθεστώς», αλλά «μια κυβέρνηση η οποία έχει εκλεγεί με δημοκρατικές διαδικασίες». Παραλείπει, βέβαια, να πει ότι αυτό δεν ισχύει πλέον, διότι τις τελευταίες εκλογές τις κέρδισε η αντιπολίτευση που ελέγχει πλέον το κοινοβούλιο και για τον λόγο αυτό ο Μαδούρο δημιούργησε την περίφημη Συντακτική Συνέλευση. Ακριβώς για να καταργήσει το αποτέλεσμα των εκλογών. Επομένως, αυτό που λέει ότι ζήτησε από το υπουργείο των Εξωτερικών, δηλαδή «να γίνει μια προσπάθεια διπλωματικής επίλυσης της κρίσης και διπλωματικής παρέμβασης από την πλευρά της Ε.Ε. για την επίλυση της κρίσης», δεν ισχύει. Πώς μπορεί να λυθεί διπλωματικά το εσωτερικό πρόβλημα μιας χώρας – και μάλιστα ένα τέτοιο πρόβλημα κατάργησης του εκλεγμένου κοινοβουλίου;
Και τέλος, γι’ αυτό μπορεί ο κ. Τσίπρας και να καταψηφίζει τις δωρεές και Ιδρύματος Νιάρχος και με θράσος να λέει (σχετικά με τη δωρεά στην υγεία) πως είναι τόσο… «large, που δεν το ανέφερα χτες, έτσι; Για άλλες κυβερνήσεις θα ήταν το βασικό θέμα της ΔΕΘ. Υλοποιείται, όμως, και δεν είναι υπόσχεση». Μιλάμε για τον άνθρωπο που στη Βουλή είχε καταψηφίσει το 2009 τη δωρεά του Ιδρύματος και ο οποίος είναι σήμερα τόσο… large (έμαθε και γαλλικά με τον Μακρόν!) που τους ευχαριστεί και τους χειροκροτεί!
Ναι, ο κ. Τσίπρας είναι large. Αλλά στη διαρκή εξαπάτηση…