Η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας προτείνει να διασυνδεθούν με υποβρύχια καλώδια τα περισσότερα νησιά ώστε να σταματήσει η οικονομική αιμορραγία για την ηλεκτροδότηση από γεννήτριες πετρελαίου
Τα πρώτα πορίσματα που έχει εξαγάγει η επιτροπή που συστάθηκε από τη ΡΑΕ τον Δεκέμβριο του 2015 με σκοπό να μελετήσει τις δυνατότητες και τη σκοπιμότητα των ηλεκτρικών διασυνδέσεων των νησιών, δείχνουν ότι πρέπει να διασυνδεθούν και άλλα νησιά των Κυκλάδων και κυρίως η Σαντορίνη, η Μήλος, ακόμα και η Αμοργός, όπως επίσης και τα περισσότερα και μεγαλύτερα νησιά της Δωδεκανήσου.
Αυτό ανέφερε μεταξύ άλλων ο πρόεδρος της ΡΑΕ Νίκος Μπουλαξής μιλώντας χθες το βράδυ στη Θεσσαλονίκη, υποστηρίζοντας ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μη διασυνδεδεμένων νησιών και κυρίως των νησιών μεγάλου ή και μέσου μεγέθους, καθώς και των γύρω από αυτά μικρότερων, θα πρέπει εν τέλει να διασυνδεθούν.
Στόχος της Αρχής είναι η ολοκλήρωση από την επιτροπή του μεγαλύτερου μέρους της δουλειάς της εντός του 2017, ώστε εντός του 2018 να περιληφθούν στο Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης του Συστήματος οι διασυνδέσεις των νησιών που θα κριθούν αναγκαίες, και με δεσμευτικά χρονοδιαγράμματα.
Ειδικότερα, ο πρόεδρος της ΡΑΕ ανέφερε σχετικά:
«Δεν θα μπορούσα να μην αναφερθώ στο ζήτημα των διασυνδέσεων των ΜΔΝ που αποτελούν διαχρονικό στόχο της ΡΑΕ και εξέχουσα προτεραιότητα της παρούσας διοίκησής της και κατά τα τελευταία έτη, βρίσκονται στο κέντρο της ενεργειακής πολιτικής της χώρας. Είμαι σήμερα περισσότερο αισιόδοξος για την προώθηση κρίσιμων διασυνδέσεων, λόγω και της πολιτικής βούλησης αλλά και της κινητικότητας του νέου ΑΔΜΗΕ.
Σε κάθε όμως περίπτωση, η Αρχή και εγώ προσωπικά δεσμευόμαστε να προβούμε σε κάθε νόμιμη και δυνατή λύση για την ολοκλήρωση των έργων αυτών, κάνοντας χρήση, αν χρειαστεί, των εξουσιών ανάληψης σχετικής πρωτοβουλίας για την κατασκευή έργων του Συστήματος Μεταφοράς που της αποδίδονται με τον ν. 4001/2011 και την Οδηγία 72/2009/ΕΚ.
Η επιτροπή που συστάθηκε από τη ΡΑΕ τον Δεκέμβριο του 2015 για να εξετάσει τι θέμα των διασυνδέσεων των νησιών ήδη έχει εξαγάγει κάποια πρώτα πορίσματα για τις Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα και οι προτάσεις φαίνεται να δείχνουν ότι πρέπει να διασυνδεθούν και άλλα νησιά των Κυκλάδων και κυρίως η Σαντορίνη, η Μήλος, ακόμα και η Αμοργός, όπως επίσης και τα περισσότερα και μεγαλύτερα νησιά της Δωδεκανήσου.
Όπως είναι γνωστό, η διασύνδεση των νησιών σχετίζεται με το μεγάλο ζήτημα του κόστους παροχής των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) για τα νησιά, το οποίο αποτελεί σημαντικό μέρος του τιμολογίου ηλεκτρικής ενέργειας που λαμβάνει κάθε καταναλωτής και είναι ένα από τα περιθώρια μείωσης των τιμολογίων. Στόχος λοιπόν είναι η μείωση ή και η εξάλειψή του σε βάθος χρόνου. Σε ετήσια βάση, το ύψος των συνολικών επιβαρύνσεων των καταναλωτών από τις ΥΚΩ ανέρχεται στην τάξη των 500 έως 800 εκατομμυρίων ευρώ, ανάλογα κυρίως με το κόστος του πετρελαίου.
Βάσει των σχετικών μελετών που έχουν εκπονηθεί από τη ΡΑΕ ή άλλους φορείς κατά το παρελθόν, και φυσικά με βάση τα στοιχεία και δεδομένα της περιόδου εκείνης, υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μη διασυνδεδεμένων νησιών και κυρίως των νησιών μεγάλου ή και μέσου μεγέθους, καθώς και των γύρω από αυτά μικρότερων, θα πρέπει να διασυνδεθούν.
Εφόσον επαληθευτούν, εντός της επόμενης δεκαετίας, θα πρέπει να ενσωματωθεί στο ηπειρωτικό Σύστημα τουλάχιστον το 80% της διακινούμενης ηλεκτρικής ενέργειας των νησιών που σήμερα παράγεται κυρίως από τοπικούς πετρελαϊκούς σταθμούς που επιφέρουν το υπέρογκο, εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, ετήσιο κόστος ΥΚΩ στον καταναλωτή.
Τα λοιπά θα εξακολουθήσουν να ηλεκτροδοτούνται αυτόνομα, βασιζόμενα και σε υβριδικά συστήματα ΑΠΕ και αποθήκευσης, αλλά εξετάζεται και η εισαγωγή φυσικού αερίου. Αναμένεται η ολοκλήρωση των σχετικών μελετών της Επιτροπής για να ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις από τη ΡΑΕ.
Είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι το κόστος των έργων διασύνδεσης ακόμα και του συνόλου σχεδόν των νησιών, το οποίο εκτιμάται περί τα 3-3,5 δις €, είναι άμεσα συγκρίσιμο με τις επιβαρύνσεις για ΥΚΩ των νησιών ορισμένων μόνο ετών, καθώς, μόνο την τελευταία πενταετία, οι επιβαρύνσεις των καταναλωτών ανέρχονται σε ποσά περί των 3,5 δις €, εκ των οποίων, περίπου το 70% αντιστοιχεί στο κόστος καυσίμου (πετρελαίου)».
news247