Με αμερικανική συναίνεση χτίζεται το σκηνικό των διαπραγματεύσεων αυτό το Σαββατοκύριακο στην Ουάσιγκτον, μεταξύ Γερμανίας και ΔΝΤ, όπου θα αναζητηθεί μια φόρμουλα ρύθμισης του ελληνικού χρέους, η οποία να επιτρέπει την επιστροφή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα.
Παρότι χαρακτήρισε το ελληνικό ζήτημα –όπως και ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ στο παρελθόν– «κυρίως ευρωπαϊκό θέμα», ο κ. Μνούτσιν πρόσθεσε ότι οι ΗΠΑ εξακολουθούν να ενθαρρύνουν το ΔΝΤ να συζητήσει τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα. Ο ίδιος εξήγησε ότι οι ΗΠΑ θεωρούν το ελληνικό ζήτημα σημαντικό για την παγκόσμια οικονομία και τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Εξέφρασε, μάλιστα, την ελπίδα ότι θα υπάρξει λύση στο προσεχές μέλλον. Οπως σχολίασαν και οι Financial Times, οι δηλώσεις αυτές δεν δείχνουν ότι οι ΗΠΑ σκοπεύουν να θέσουν εμπόδια σε μια πιθανή συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα.
Το μπαλάκι είναι τώρα στο γήπεδο των δύο κύριων πρωταγωνιστών, Γερμανίας και ΔΝΤ. Το Ταμείο, όπως προκύπτει και από νέες δηλώσεις της διευθύνουσας συμβούλου του Κριστίν Λαγκάρντ, επιμένει ότι το χρέος πρέπει να αναδιαρθρωθεί ώστε να είναι βιώσιμο. Στη χθεσινή έκθεσή του, εξάλλου, για την παγκόσμια οικονομία προβλέπει ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα είναι μεν χαμηλότερο φέτος απ’ ό,τι είχε προβλέψει τον Οκτώβριο, αλλά όχι τόσο ώστε να καθιστά ανέφικτη τη βιωσιμότητα του χρέους και άρα τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα. Συγκεκριμένα, προβλέπει ανάπτυξη 2,2% (έναντι πρόβλεψής του για 2,8% τον Οκτώβριο) και έναντι στόχου του προγράμματος για 2,7%. Μάλιστα, το δ΄ τρίμηνο εκτιμά ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 4,2%. Σημειώνεται ότι μετά την αναθεώρηση προς τα κάτω του ΑΕΠ του 2016, αλλά και την καθυστέρηση στην αξιολόγηση, έχουν γίνει αντίστοιχα πολύ μεγαλύτερες αναθεωρήσεις για τη φετινή ανάπτυξη από τράπεζες και οίκους.
Για το 2018, το ΔΝΤ εκτιμά ότι η ανάπτυξη θα διαμορφωθεί στο 2,7%, αν και το δ΄ τρίμηνο θα περιοριστεί στο 2%, ενώ το 2022 εκτιμά ότι αυτό θα προσγειωθεί στο αναιμικό 1%.
Η κ. Λαγκάρντ κατέστησε σαφές με συνέντευξή της στη Leading European Newspapers Association (με ημερομηνία 12/4/2017) ότι «αν το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο, σύμφωνα με τους κανόνες του ΔNΤ και στη βάση λογικών παραμέτρων, δεν θα συμμετάσχουμε στο πρόγραμμα».
Οπως είπε, «βάσει της ανάλυσης βιωσιμότητας χρέους θα αποφασίσουμε πόσο χρέος χρειάζεται να αναδιαρθρωθεί. Αλλά δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία πως χρειάζεται ένας βαθμός αναδιάρθρωσης».
Ενδιαφέρον έχει η επισήμανση της κ. Λαγκάρντ για το πρωτογενές πλεόνασμα, το οποίο θεωρεί ότι μακροπρόθεσμα είναι λογικό να κινείται στο 1,5% του ΑΕΠ, αντίθετα με τη γερμανική άποψη περί διατήρησής του στο 3,5% του ΑΕΠ. Το ποσοστό αυτό, κατά την κ. Λαγκάρντ, είναι συμβατό αφενός με τις δοκιμασίες τις οποίες έχει υποστεί η ελληνική οικονομία και αφετέρου με την ικανότητά της να εφαρμόζει μεταρρυθμίσεις. Φρόντισε, ωστόσο, να προσθέσει ότι «αν οι Ευρωπαίοι αποφασίσουν διαφορετικά, τότε θα πρέπει να το λάβουμε υπόψη. Αλλά δεν μπορούμε να υιοθετήσουμε παράλογες προβλέψεις ή να δημιουργήσουμε μακροοικονομικά πλαίσια που δεν δικαιολογούνται».
Οι δύο πυλώνες για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα είναι, όπως επανέλαβε η ίδια για πολλοστή φορά, η εφαρμογή μεταρρυθμίσεων εκ μέρους της Ελλάδας και η αναδιάρθρωση του χρέους. «Η συμμετοχή, λοιπόν, είναι εφικτή» είπε, προσθέτοντας ότι «έχουμε δει πρόοδο στο πρώτο κομμάτι», εννοώντας τις μεταρρυθμίσεις.
«Χρειαζόμαστε στέρεες μεταρρυθμίσεις και φτάνουμε εκεί», είπε
Οσο για το δεύτερο κομμάτι, την αναδιάρθρωση του χρέους, σημείωσε ότι «δεν το έχουμε ακόμη, η συζήτηση πάνω σε αυτό πρέπει να ολοκληρωθεί».
Στην Ουάσιγκτον θα μεταβούν από ελληνικής πλευράς οι υπουργοί Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, Οικονομίας και Ανάπτυξης Δημήτρης Παπαδημητρίου, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών Φραγκίσκος Κουταντάκης και ο γενικός διευθυντής του ΟΔΔΗΧ Στέλιος Παπαδόπουλος. Οι διαπραγματεύσεις για το χρέος αναμένεται να γίνουν στο περιθώριο της εαρινής Συνόδου του Ταμείου που θα πραγματοποιηθεί από την Παρασκευή ώς την Κυριακή. Η ελληνική ομάδα θα έχει ως όπλο της, κατά τις επαφές της, το υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα του 2016, το οποίο θα ανακοινωθεί την Παρασκευή από την ΕΛΣΤΑΤ και σύμφωνα με πληροφορίες ξεπέρασε το 3,6% του ΑΕΠ.
Αμέσως μετά, τη Δευτέρα, αναμένεται να επιστρέψουν στην Αθήνα και οι θεσμοί, προκειμένου να συζητήσουν για τα μέτρα 2% του ΑΕΠ για το 2019 και 2020 και τις άλλες πτυχές της τεχνικής συμφωνίας.
http://www.kathimerini.gr