Περικοπές των συντάξεων από το 2019 αποδέχθηκε η κυβέρνηση, μετά την προχθεσινή σύσκεψη στις Βρυξέλλες με τους θεσμούς, αλλά ο δρόμος για το κλείσιμο της συμφωνίας παραμένει γεμάτος «αγκάθια», όπως φάνηκε από το γεγονός ότι χθες δεν πραγματοποιήθηκε τελικά η προγραμματισμένη τηλεδιάσκεψη με τους θεσμούς.
Συγκεκριμένα, η πρόταση την οποία συζήτησαν αργά το βράδυ της Τρίτης οι Ελληνες υπουργοί με τους επικεφαλής των θεσμών, προβλέπει μέτρα ύψους 1% του ΑΕΠ στο ασφαλιστικό το 2019 και ύψους 1% του ΑΕΠ το 2020 στον φορολογικό τομέα. Ωστόσο, σύμφωνα με ευρωπαϊκή πηγή, δεν έχουν ακόμη συμφωνήσει όλες οι πλευρές ότι με αυτό τον τρόπο θα επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
«Το βασικό ζητούμενο», λέει η πηγή, «είναι να εξασφαλισθεί πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2019. Προς το παρόν δεν είναι ξεκάθαρο ότι αυτό θα συμβεί». Η ίδια πηγή αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο να ανοίξουν ξανά όλα τα κεφάλαια της διαπραγμάτευσης, λέγοντας ότι βρίσκεται σε πολύ ευαίσθητο σημείο και ότι «μπορεί εύκολα να εκτροχιαστεί».
Ειδικότερα, πληροφορίες αναφέρουν ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν έχει δώσει το τελικό «πράσινο φως» και διατηρεί στο τραπέζι το ενδεχόμενο να ζητήσει την επιβολή των μέτρων ακόμα νωρίτερα, για το 2018 αντί του 2019, καθώς αμφισβητεί την επίτευξη του στόχου πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% το 2018. Εναλλακτικά, το ΔΝΤ μπορεί να ζητήσει το σύνολο των μέτρων, 2% του ΑΕΠ, το 2019. Αλλωστε, η προχθεσινή πρόταση περιέχει ρήτρα, σύμφωνα με την οποία, σε περίπτωση που ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ δεν επιτευχθεί, τα μέτρα στο σύνολό τους (1% του ΑΕΠ ασφαλιστικό και 1% του ΑΕΠ φορολογικό) θα τεθούν σε εφαρμογή από το 2019.
Περικοπή αφορολογήτου
Κυβερνητικές πηγές στην Αθήνα ανέφεραν, εξάλλου, χθες ότι ενδέχεται οι περικοπές των συντάξεων να μην αποδίδουν 1% του ΑΕΠ το 2019. Σε αυτή την περίπτωση θα συμπληρωθούν με περικοπές στο αφορολόγητο. Ετσι, αν αποδίδουν π.χ. 0,9% του ΑΕΠ, ίσως χρειαστεί να γίνει και μια πρώτη περικοπή αφορολογήτου κατά 0,1% του ΑΕΠ την ίδια χρονιά. Κατά την κυβερνητική εκδοχή, πάντως, θα ληφθούν μέτρα 1% του ΑΕΠ (κυρίως από την περικοπή των συντάξεων) και αντίμετρα 1% του ΑΕΠ το 2019 και αντίστοιχα μέτρα 1% του ΑΕΠ (μείωση του αφορολογήτου) και αντίμετρα 1% του ΑΕΠ το 2020. Αυτά, διευκρινίζεται, υπό την προϋπόθεση της επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ (χωρίς τα μέτρα). Κάτι που η κυβέρνηση θεωρεί δεδομένο, αλλά το ΔΝΤ όχι. Το 3,5% έχει κατ’ αρχήν συμφωνηθεί για 3 χρόνια, υποστηρίζει η κυβερνητική πηγή.
Ανοικτό και μείζον παραμένει το θέμα του μηχανισμού, με βάση τον οποίο θα διαμορφωθούν οι προβλέψεις για το πρωτογενές πλεόνασμα 2019 (και το 2020) και άρα θα ληφθούν αντίστοιχα μέτρα. Σύμφωνα με την κυβερνητική πηγή, το φθινόπωρο του 2018 θα διατυπωθεί η πρόβλεψη για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019, αλλά εμπλέκονται 5 φορείς που πρέπει να συναποφασίσουν (ΔΝΤ, ESM, Κομισιόν, ΕΚΤ και Ελλάδα) και δεν είναι σαφές πώς θα γίνει αυτό. Το ΔΝΤ επιμένει ότι η Αθήνα θα επιτύχει το 2018 πρωτογενές πλεόνασμα μόλις 2% του ΑΕΠ σε αντίθεση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, που επιμένουν ότι ο στόχος του 3,5% του ΑΕΠ θα επιτευχθεί.
Το πρόβλημα των διαφορετικών προβλέψεων μεταξύ του ΔΝΤ και της Ευρώπης δεν είναι καινούργιο. Τον περασμένο Μάιο για να γεφυρωθούν οι διαφορές ανάμεσα στις προβλέψεις είχε αποφασιστεί να ισχύσει ο δημοσιονομικός κόφτης, ώστε σε περίπτωση που ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% δεν επιτευχθεί, τότε να γίνουν αυτόματα οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις. Το πρόβλημα του Βερολίνου έγκειται –σύμφωνα με ευρωπαϊκή πηγή– στο γεγονός ότι ο «κόφτης» δεν θα τεθεί σε λειτουργία το 2018 αλλά μερικούς μήνες αργότερα, την άνοιξη του 2019, όταν ανακοινώνονται τα επίσημα αποτελέσματα της Εurostat, επικυρώνοντας το μέγεθος του πλεονάσματος για το 2018.
Οι λύσεις για το παραπάνω πρόβλημα που έχει προκύψει είναι περιορισμένες. Είτε η Αθήνα θέτει σε εφαρμογή τα μέτρα το 2018 αντί για το 2019 με πολύ μεγάλο πολιτικό κόστος, είτε το ΔΝΤ αναθεωρεί τις προβλέψεις του προς τα πάνω (κάτι που έχει γίνει στο παρελθόν), ή δεν γίνεται τίποτα προς το παρόν και αποδεικνύεται ότι το παραπάνω κώλυμα ήταν μία διαπραγματευτική τακτική του ΔΝΤ και του Βερολίνου για να αποκομίσουν μία συμφωνία που θα περάσει σίγουρα από τη γερμανική Βουλή και το διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου. Το θέμα αναμένεται να συζητηθεί σήμερα στη συνάντηση μεταξύ του κ. Σόιμπλε και του προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, ενώ θα κυριαρχήσει στη συνεδρίαση του Εurogroup στη Μάλτα αύριο. Στόχος του Eurogroup είναι να αποφασιστεί η επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα άμεσα, ώστε να επιτευχθεί συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο.
«Το βασικό ζητούμενο», λέει η πηγή, «είναι να εξασφαλισθεί πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2019. Προς το παρόν δεν είναι ξεκάθαρο ότι αυτό θα συμβεί». Η ίδια πηγή αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο να ανοίξουν ξανά όλα τα κεφάλαια της διαπραγμάτευσης, λέγοντας ότι βρίσκεται σε πολύ ευαίσθητο σημείο και ότι «μπορεί εύκολα να εκτροχιαστεί».
Ειδικότερα, πληροφορίες αναφέρουν ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν έχει δώσει το τελικό «πράσινο φως» και διατηρεί στο τραπέζι το ενδεχόμενο να ζητήσει την επιβολή των μέτρων ακόμα νωρίτερα, για το 2018 αντί του 2019, καθώς αμφισβητεί την επίτευξη του στόχου πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% το 2018. Εναλλακτικά, το ΔΝΤ μπορεί να ζητήσει το σύνολο των μέτρων, 2% του ΑΕΠ, το 2019. Αλλωστε, η προχθεσινή πρόταση περιέχει ρήτρα, σύμφωνα με την οποία, σε περίπτωση που ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ δεν επιτευχθεί, τα μέτρα στο σύνολό τους (1% του ΑΕΠ ασφαλιστικό και 1% του ΑΕΠ φορολογικό) θα τεθούν σε εφαρμογή από το 2019.
Περικοπή αφορολογήτου
Κυβερνητικές πηγές στην Αθήνα ανέφεραν, εξάλλου, χθες ότι ενδέχεται οι περικοπές των συντάξεων να μην αποδίδουν 1% του ΑΕΠ το 2019. Σε αυτή την περίπτωση θα συμπληρωθούν με περικοπές στο αφορολόγητο. Ετσι, αν αποδίδουν π.χ. 0,9% του ΑΕΠ, ίσως χρειαστεί να γίνει και μια πρώτη περικοπή αφορολογήτου κατά 0,1% του ΑΕΠ την ίδια χρονιά. Κατά την κυβερνητική εκδοχή, πάντως, θα ληφθούν μέτρα 1% του ΑΕΠ (κυρίως από την περικοπή των συντάξεων) και αντίμετρα 1% του ΑΕΠ το 2019 και αντίστοιχα μέτρα 1% του ΑΕΠ (μείωση του αφορολογήτου) και αντίμετρα 1% του ΑΕΠ το 2020. Αυτά, διευκρινίζεται, υπό την προϋπόθεση της επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ (χωρίς τα μέτρα). Κάτι που η κυβέρνηση θεωρεί δεδομένο, αλλά το ΔΝΤ όχι. Το 3,5% έχει κατ’ αρχήν συμφωνηθεί για 3 χρόνια, υποστηρίζει η κυβερνητική πηγή.
Ανοικτό και μείζον παραμένει το θέμα του μηχανισμού, με βάση τον οποίο θα διαμορφωθούν οι προβλέψεις για το πρωτογενές πλεόνασμα 2019 (και το 2020) και άρα θα ληφθούν αντίστοιχα μέτρα. Σύμφωνα με την κυβερνητική πηγή, το φθινόπωρο του 2018 θα διατυπωθεί η πρόβλεψη για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019, αλλά εμπλέκονται 5 φορείς που πρέπει να συναποφασίσουν (ΔΝΤ, ESM, Κομισιόν, ΕΚΤ και Ελλάδα) και δεν είναι σαφές πώς θα γίνει αυτό. Το ΔΝΤ επιμένει ότι η Αθήνα θα επιτύχει το 2018 πρωτογενές πλεόνασμα μόλις 2% του ΑΕΠ σε αντίθεση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, που επιμένουν ότι ο στόχος του 3,5% του ΑΕΠ θα επιτευχθεί.
Το πρόβλημα των διαφορετικών προβλέψεων μεταξύ του ΔΝΤ και της Ευρώπης δεν είναι καινούργιο. Τον περασμένο Μάιο για να γεφυρωθούν οι διαφορές ανάμεσα στις προβλέψεις είχε αποφασιστεί να ισχύσει ο δημοσιονομικός κόφτης, ώστε σε περίπτωση που ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% δεν επιτευχθεί, τότε να γίνουν αυτόματα οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις. Το πρόβλημα του Βερολίνου έγκειται –σύμφωνα με ευρωπαϊκή πηγή– στο γεγονός ότι ο «κόφτης» δεν θα τεθεί σε λειτουργία το 2018 αλλά μερικούς μήνες αργότερα, την άνοιξη του 2019, όταν ανακοινώνονται τα επίσημα αποτελέσματα της Εurostat, επικυρώνοντας το μέγεθος του πλεονάσματος για το 2018.
Οι λύσεις για το παραπάνω πρόβλημα που έχει προκύψει είναι περιορισμένες. Είτε η Αθήνα θέτει σε εφαρμογή τα μέτρα το 2018 αντί για το 2019 με πολύ μεγάλο πολιτικό κόστος, είτε το ΔΝΤ αναθεωρεί τις προβλέψεις του προς τα πάνω (κάτι που έχει γίνει στο παρελθόν), ή δεν γίνεται τίποτα προς το παρόν και αποδεικνύεται ότι το παραπάνω κώλυμα ήταν μία διαπραγματευτική τακτική του ΔΝΤ και του Βερολίνου για να αποκομίσουν μία συμφωνία που θα περάσει σίγουρα από τη γερμανική Βουλή και το διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου. Το θέμα αναμένεται να συζητηθεί σήμερα στη συνάντηση μεταξύ του κ. Σόιμπλε και του προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, ενώ θα κυριαρχήσει στη συνεδρίαση του Εurogroup στη Μάλτα αύριο. Στόχος του Eurogroup είναι να αποφασιστεί η επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα άμεσα, ώστε να επιτευχθεί συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο.
kathimerini.