Μετά και τις τελευταίες αποφάσεις του ΣτΕ (που πέφτουν βροχή και καταργούν ως αντισυνταγματικούς διάφορους νόμους αυτής της κυβέρνησης), καταλαβαίνει κανείς γιατί ο κ. Τσίπρας έχει επιλέξει έναν εντελώς εξωθεσμικό και εκτός κοινοβουλίου τρόπο αντισυνταγματικής αναθεώρησης.
Και γιατί, όταν τον Ιούλιο του 2016 παρουσίασε τις προτάσεις του για την αναθεώρηση του Συντάγματος, πίσω από το βήμα διαβάζαμε διάφορες συνθηματικού τύπου και ύποπτων προθέσεων αναφορές σε «Νέο Σύνταγμα», «Νέα Μεταπολίτευση», «Νέα Ελλάδα».
Και για ποιο λόγο μας είπε ότι «ο λαός θα πάρει τη Δημοκρατία στα χέρια του», «για πρώτη φορά η δημοκρατία στην εξουσία» και ότι «αυτή τη φορά η συνταγματική αναθεώρηση δεν θα αφορά μόνο τα κόμματα, τους τεχνοκράτες και τους ειδικούς, αλλά τους ίδιους τους πολίτες» και γι’ αυτό η διαδικασία πρέπει να βγει «έξω από τα στενά όρια του Κοινοβουλίου».
Ο κ. Τσίπρας που έλεγε πως θα είναι «κάθε λέξη του Συντάγματος», διαπίστωσε ερχόμενος στην εξουσία ότι του πέφτουν στενά και το Κοινοβούλιο και το Σύνταγμα.
Και επιλέγει μια διαδικασία που θα του λύσει τα χέρια και θα τον απαλλάξει από «δυσάρεστες» προβλέψεις του Συντάγματος και «δυσάρεστες» αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Αυτό που πλέον έχει αποδειχθεί είναι ότι η κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου θέλει να κινείται εκτός Συντάγματος.
Και προσπάθησε να το κάνει σε σειρά περιπτώσεων.
Με αποτέλεσμα να κριθούν αντισυνταγματικοί σειρά νόμων που ψηφίστηκαν με πρόταση της κυβέρνησης.
«Πετράδι του στέμματος» της αντισυνταγματικής εκτροπής υπήρξε χωρίς αμφιβολία ο περίφημος Νόμος Παππά, που καταργούσε το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης και μετέφερε τις αρμοδιότητές του στον αρμόδιο υπουργό. Ο νόμος, ως γνωστόν, καταργήθηκε από το ΣτΕ.
Πρόσφατα, το ΣτΕ έκρινε μη νόμιμες τις απολύσεις διοικητών και αναπληρωτών διοικητών των κρατικών νοσοκομείων, που έγιναν το 2015, μετά από διαδικασία αξιολόγησης από πενταμελή επιτροπή του υπουργείου Υγείας.
Οι υπουργικές αποφάσεις για δέκα διοικητές και αναπληρωτές διοικητές ακυρώθηκαν λόγω πλημμελούς αιτιολογίας, καθώς στο πρακτικό της επιτροπής αξιολόγησης δεν περιγράφονται και δεν αναφέρονται συγκεκριμένα περιστατικά, αξιολογήσεις, εκτιμήσεις και γεγονότα για την συμπεριφορά των παυθέντων, έτσι ώστε να μπορεί να ελεγχθεί από το ΣτΕ η νομιμότητα της πρόωρης απομάκρυνσή τους.
Την ίδια περίοδο, το ΣτΕ έκρινε αντισυνταγματικό το νομοθετικό πλαίσιο του 2015 για τον τρόπο επιλογής των διευθυντών των σχολικών μονάδων και εργαστηριακών κέντρων.
Σύμφωνα με το νόμο 4327/2015 η διαδικασία επιλογής και τοποθέτησης διευθυντών σχολικών μονάδων διενεργείται με μυστική ψηφοφορία από το Σύλλογο Διδασκόντων της σχολικής μονάδας.
Εκ πρώτης όψεως, αυτό ακούγεται «δημοκρατικό». Και πιθανόν έτσι να το έβλεπε και ο λαός αν εκαλείτο να αποφανθεί – με την κατάλληλη προπαγανδιστική «ενημέρωση».
Αλλά η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι ο νέος τρόπος επιλογής είναι αντίθετος στις συνταγματικές αρχές «της ισότητας, της αξιοκρατίας και της ελεύθερης προσβάσεως και σταδιοδρομίας κάθε Έλληνα στις δημόσιες θέσεις κατά το λόγο της προσωπικής του αξίας και ικανότητας» και αυτό γιατί ανατίθεται «η αρμοδιότητα επιλογής στο Σύλλογο Διδασκόντων στον οποίο μετέχουν (αδιακρίτως) όλοι οι υπηρετούντες στην οικεία σχολική μονάδα μόνιμοι και αναπληρωματικοί εκπαιδευτικού και με τη διαδικασία της μυστικής ψηφοφορίας».
Σύμφωνα με το Σύνταγμα, αναφέρεται στην απόφαση του ΣτΕ, η διοίκηση των σχολικών μονάδων πρέπει «να αναδεικνύεται από κατάλληλο όργανο που συγκροτείται και λειτουργεί με εχέγγυα αξιοκρατίας, αμεροληψίας και αντικειμενικότητας (όπως είναι τα καθιερωμένα υπηρεσιακά συμβούλια διοίκησης) και με διαφανή και αντικειμενική διαδικασία, κατάλληλη για τη διασφάλιση της ενιαίας και ομοιόμορφης εφαρμογής των οριζομένων κριτηρίων και στο πλαίσιο της ιεραρχικής δομής της υπηρεσίας» και με την προβλεπόμενη διαδικασία επιλογής, μέσω του Συλλόγου Διδασκόντων, οι υποψήφιοι «δεν αξιολογούνται με αιτιολογία».
Με λίγα λόγια, όταν η επιλογή γίνεται με αυτόν τον τρόπο (μυστική ψηφοφορία και μεταξύ των ίδιων των συναδέλφων), παρεισφρέουν και άλλα προσωπικά στοιχεία και ενδεχομένως προσωπικές αντιδικίες και αντεκδικήσεις, ενώ απουσιάζει εντελώς η αιτιολογημένη αξιολόγηση.
Αποδεικνύεται έτσι ότι οι έννοιες της Δημοκρατίας, της Αξιοκρατίας, των Δικαιωμάτων είναι πολύ σημαντικές για να εγκαταλείπεται η τύχη τους στα χέρια των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Οι οποίοι βρίσκονται συνεχώς εκτός συνταγματικής τάξης.
Και οι οποίοι, όπως φαίνεται, πολύ θα ήθελαν να ξαναγράψουν το Σύνταγμα στα μέτρα τους.