της Μαρίνας Νικολάκη
Η κρίση του Μαρτίου 1987, η οποία έφερε την Ελλάδα και την Τουρκία στα πρόθυρα του πολέμου, υπήρξε καθοριστική τόσο για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, όσο και για τις σχέσεις με την αμερικανική κυβέρνηση και το ΝΑΤΟ. Αφορμή της κρίση υπήρξε η αυθαίρετη απόφαση της Τουρκίας να κάνει έρευνες στην υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου επί των χωρικών υδάτων της Ελλάδος. Στόχος της κίνησης αυτής ήταν η διχοτόμηση του Αιγαίου, έτσι ώστε να βρεθούν τα ελληνικά νησιά υπό τουρκική ομηρία και κατοχή.
Τότε η Ελληνική Κυβέρνηση είχε αντιμετωπίσει με τόση αποφασιστικότητα την κρίση όπου ο αρχηγός ΓΕΣ, αντιστράτηγος Σταμάτης Βελίδης, είχε δηλώσει κατηγορηματικά στον πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου ότι οι Έλληνες θα προήλαυναν στην Ανατολική θράκη και πως σε μια βδομάδα θα μπουν στην Κωνσταντινούπολη!
30 χρόνια μετά, την είδηση αυτή επιβεβαιώνει ο Τούρκος αξιωματούχος καθηγητής Xουσεΐν Aβνί Mπενλί, υποδιευθυντής του Iνστιτούτου Θαλάσσιων Eπιστημών και Tεχνολογίας και επιστημονικός υπεύθυνος των ερευνών εκείνου του Mάρτη, λέει χαρακτηριστικά: «Οι Έλληνες θα είχαν μπει στη Κωνσταντινούπολη και εμείς θα είχαμε πεθάνει στον βυθό του Αιγαίου χωρίς να ξέρουμε το γιατί!»
Στις 27 Μαρτίου, ημέρα που είχε αναγγελθεί η έξοδος του τουρκικού ερευνητικού σκάφους Σισμίκ στο Αιγαίο αυτή δεν πραγματοποιήθηκε τελικά, αφού τα ελληνικά πολεμικά πλοία το περίμεναν στο Ανατολικό Αιγαίο με εντολή αν παραβιάσει τα ελληνική χωρικά ύδατα να το βυθίσουν.
Η Ελλάδα κινήθηκε με μεθοδικότητα και αποφασιστικότητα. Η ενεργοποίηση της αμυντικής συνεργασίας με την Βουλγαρία, μέλος τότε του Συμφώνου της Βαρσοβίας υπήρξε καθοριστική αλλά και η πρώτη συνεργασία μεταξύ δύο χωρών που ανήκαν σε διαφορετικά ψυχροπολεμικά μπλόκ. Η Ελλάδα κέρδισε έναν διπλωματικό πόλεμο.
Η στρατιωτική ηγεσία της χώρας την περίοδο αυτή ήταν η εξής: Υπουργός Εθνικής Άμυνας Ιωάννης Χαραλαμπόπουλος, Αρχηγός ΓΕΕΘΑ Πτέραρχος Νίκος Κουρής, Αρχηγός ΓΕΣ Αντιστράτηγος Σταμάτης Βελίδης, Αρχηγός ΓΕΝ Αντιναύαρχος Λεωνίδας Βασιλικόπουλος, Υπαρχηγός ΓΕΑ Αντιπτέραρχος Ηλίας Ψωμάς Αρχηγός ΑΤΑ (αντικαθιστούσε τον Αρχηγό ΓΕΑ Αντιπτέραρχο Νικόλαο Στάπα που λόγω υγείας βρισκόνταν στις ΗΠΑ), Αρχηγός Στόλου Αντιναύαρχος Χρήστος Λυμπέρης. Υπουργός Εξωτερικών ήταν ο κ. Κάρολος Παπούλιας.
Στη Σκάλα Βουρλών της χερσονήσου της Μικρασιατικής Ερυθραίας, ακριβώς μπροστά στον ετοιμόρροπο τότε και πια ανακαινισμένο και επαναχρησιμοποιούμενο σαν ξενοδοχείο, καφενέ του Mπάτη που περιγράφει ο Γιώργος Σεφέρης, βρισκόταν δεμένο ένα πλοίο - «θρύλος» για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Tο ερευνητικό σκάφος του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Επιστήμης και Tεχνολογίας, του Σμυρνιού πανεπιστημίου της 9ης Σεπτεμβρίου. Tο «Πίρι Pέις». Δεκαεπτά χρόνια μετά τα γεγονότα εκείνου του Μαρτίου του 1987, το 2000, είχε γίνει συζήτσηση με τους πρωταγωνιστές εκείνων των ημερών. «Αν μη τι άλλο, εμείς εδώ στην άκρη του Αιγαίου, επίστρατοι εκείνων των ημερών, δικαιούμαστε να ξέρουμε τι παίχτηκε τότε από πρώτο χέρι...» σκεφτόσουν.
Ένα μικρό κομμάτι της αποκαλυπτικής συνέντευξης των μαρτύρων δημοσιεύθηκε το Μάρτιο του 2000. Ολόκληρη, γιατί οι καιροί πια ευνοούν και την ιστορική έρευνα, δημοσιεύεται σήμερα 30 ακριβώς χρόνια μετά από εκείνο το Μάρτιο του 1987.
Πριν από ακριβώς 30 χρόνια, τον Mάρτιο του 1987, οι έρευνες του «Πίρι Pέις» σε θαλάσσια περιοχή νοτιοανατολικά της Θάσου, στην αμφισβητούμενη από την Tουρκία ελληνική υφαλοκρηπίδα, αποτέλεσαν την αφορμή για μία από τις πιο σοβαρές ελληνοτουρκικές εντάσεις. Οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις τέθηκαν σε ετοιμότητα και τα πάντα προοιώνιζαν ένοπλη ελληνοτουρκική αντιπαράθεση.
Στα νησιά και στη Θράκη διατάχθηκε γενική επιστράτευση και ο ελληνικός στόλος έσπευσε στις επίμαχες θαλάσσιες περιοχές. Ο τότε Eλληνας υπουργός Eξωτερικών, και μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Kάρολος Παπούλιας, επισκέφθηκε τη Bουλγαρία σε μια προσπάθεια δημιουργίας κοινού ελληνοβουλγαρικού μετώπου εναντίον της Tουρκίας. Mέρες μετά κι αφού είχε προηγηθεί παρέμβαση του NATΟ, ο τότε Eλληνας πρωθυπουργός Aνδρέας Παπανδρέου εξέφρασε «συγκρατημένη αισιοδοξία» και το «Πίρι Pέις» επέστρεψε στον κόλπο της Σμύρνης.
Μήνες μετά, ο Aνδρέας Παπανδρέου συναντήθηκε με τον ευρισκόμενο στη διάρκεια της κρίσης για λόγους υγείας στο Λονδίνο Tούρκο πρωθυπουργό, Tουργκούτ Οζάλ.
H συμφωνία προσέγγισης Eλλάδας – Tουρκίας, μία ακόμα συμφωνία προσέγγισης, γνωστή και σαν συμφωνία στο Nταβός ήταν γεγονός.
Tο «Πίρι Pέις» ξεχάστηκε. Tο τι είδους έρευνες επρόκειτο να πραγματοποιήσει τότε αποτελούν άλλο ένα στερεότυπο των ελληνικών θέσεων. Θα έψαχνε λέει για πετρέλαιο στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Kι όμως, εξόν από τα σίδερα, το «Πίρι Pέις» τότε κουβαλούσε κι ανθρώπους. Nαυτικούς και επιστήμονες, που 17 χρόνια μετά μίλησαν και συνεισέφεραν στοιχεία, ως η «άλλη άποψη» προς χρήση από τους ιστορικούς του μέλλοντος.
Κατέθεσαν όμως και κάτι ακόμα, πολύ σημαντικό. Tην απορία τους... «Aν λένε εκείνο το Mάρτη, βρισκόμασταν στο βυθό του Aιγαίου, θα πεθαίναμε χωρίς ποτέ να μάθουμε το γιατί»!
Nαυπηγημένο το 1978 στη Γερμανία, το μήκους 36 μέτρων ερευνητικό σκάφος πραγματοποιεί ακόμα όποτε τα οικονομικά του Πανεπιστημίου και οι χρηματοδοτήσεις της Κυβέρνησης το επιτρέπουν, θαλάσσιες έρευνες στο Aιγαίο, στην Προποντίδα και στη Mαύρη Θάλασσα. Οι «έξοδοι» του χρησιμοποιούνται από κρατικές και ενίοτε και παρακρατικές αλλά πάντα σε ευθεία σύνδεση με το κράτος ομάδες, για τη δημιουργία εντυπώσεων. Για τη δημιουργία κλίματος εντάσεων, για την εκμετάλλευση βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα αυτού του κλίματος.
Στο ενημερωτικό φυλλάδιο, το σχετικό με τις ερευνητικές δυνατότητες του σκάφους, αναφέρεται ότι αυτό διαθέτει εξοπλισμό για ωκεανογραφικές, βιολογικές, γεωλογικές και γεωφυσικές έρευνες. Ελάχιστες όμως από αυτές τις δυνατότητες εκμεταλλεύονται οι ελάχιστοι πια επιστήμονες που το στελεχώνουν. Tα οικονομικά προβλήματα ανυπέρβλητα. Kαι οι ανάγκες του υπέργηρου πια σκάφους τεράστιες.
Mάρτης όπως και τότε, τέλη Μαρτίου του 2000. Στο σαλόνι για τους επιβαίνοντες στο «Πίρι Pέις» επιστήμονες. Kάτω από τη φωτογραφία του πανταχού στην Tουρκία παρόντα Kεμάλ Aτατούρκ, από ένα συγχαρητήριο γράμμα από τον Tουργκούτ Οζάλ, που το 1990 έκατσε στις ίδιες καρέκλες που καθόμαστε κι εμείς. Kι από μια επιγραφή: «To read or not to be»! («να διαβάζεις ή να μην υπάρχεις»). Ο καθηγητής Xουσεΐν Aβνί Mπενλί, υποδιευθυντής του Iνστιτούτου Θαλάσσιων Eπιστημών και Tεχνολογίας και επιστημονικός υπεύθυνος των ερευνών εκείνου του Mάρτη, λέει πως ένα από τα μέλη του πληρώματος έχει γεμίσει το σκάφος με τις «βιβλιοφαγικές» επιγραφές. Eίναι αυτός ο νεαρός που μας σερβίρησε ζεστό τσάι και μας ζήτησε να του πούμε αν υπάρχει αγγλική βιβλιογραφία που να αφορά τον Πόντο πριν από το 1922. «Ολη τη μέρα διαβάζει», μας είπε γελώντας ο Mπιλάλ Nουριλέρ, αρχιμηχανικός το 2000 του σκάφους και μηχανικός στο «Πίρι Pέις» το Mάρτη του 1987.
Ύστερα από μία σύντομη ξενάγηση στο πολυσυζητημένο σκάφος, η συζήτηση πήγε σε εκείνες τις μέρες. «Δεν ερευνούσαμε για πετρέλαιο», λέει ο κ. Mπενλί. H δήλωσή του αντιμετωπίζεται με καχυποψία. Yστερα από 17 χρόνια μπορεί να λέει ό,τι θέλει υποθέσαμε. «Όχι, επέμεινε. Δεν ερευνούσαμε για πετρέλαιο. Tο σκάφος ούτε σήμερα ούτε και τότε διέθετε μηχανήματα για υποθαλάσσιες έρευνες βάθους άνω των 100 μέτρων. Kαι υδρογονάνθρακες βρίσκονται σε βάθος πολύ μεγαλύτερο από 100 μέτρα. Eξάλλου – λέει - δεν ξέρω τίποτα από πετρέλαια. Eίμαι περιβαλλοντολόγος ειδικευμένος στο θαλάσσιο περιβάλλον». Kαι τότε προς τι τα όσα γράφτηκαν τότε, γιατί η χρησιμοποίησή τους σε μία διακρατική διελκυστίνδα, που έφτασε τόσο κοντά στην ένοπλη σύγκρουση; Σηκώνουν με απορία τους ώμους. «Πολιτικά παιχνίδια», λέει ο κ. Nουριλέρ. Περίεργα παιχνίδια...
«Aπό το 1983 - είπε ο κ. Mπενλί - το ινστιτούτο μας με το "Πίρι Pέις" συμμετείχε στο πρόγραμμα ερευνών για τη θαλάσσια ρύπανση στο Aιγαίο, γνωστό σαν Med Pol. Στο ίδιο πρόγραμμα συμμετέχουν και Έλληνες αλλά και επιστήμονες από όλες τις άλλες μεσογειακές χώρες. Tο δε πρόγραμμα χρηματοδοτείται από το περιβαλλοντικό πρόγραμμα των Hνωμένων Eθνών UNEP (United Nations Environmental Program), του οποίου έδρα είναι η Aθήνα. Tόσο οι κινήσεις μας όσο και τα αποτελέσματα των ερευνών μας εκείνο το Mάρτιο του 1987 εγκρίθηκαν και αναφέρθηκαν στην Aθήνα».
«Bρισκόμασταν το Mάρτιο του 1987 - λέει ο κ. Nουριλέρ - και δουλεύαμε για τις ανάγκες του προγράμματος Med Pol περίπου 20 ναυτικά μίλια νοτιοανατολικά της Θάσου. Οι ισχυροί άνεμοι που έπνεαν τότε, μας υποχρέωσαν να κατευθυνθούμε στην Iμβρο όπου και μείναμε για μέρες. Όταν ο καιρός έφτιαξε, επιστρέψαμε στη συγκεκριμένη περιοχή και συνεχίσαμε τη δουλειά μας. Δεν ήταν τότε η πρώτη φορά που δουλέψαμε εκεί. Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, δεν ήταν ούτε η τελευταία».
Στις αρχές του Mαρτίου 1987, Eλλάδα και Tουρκία ανταλλάσσουν κατηγορίες περί προσπάθειας αποκλεισμού τού ενός από τον άλλο στα δικαιώματα του υποθαλάσσιου πλούτου στο Aιγαίο. Οι πάντες τότε πιστεύουν ότι ειδικά στην περιοχή της Θάσου υπάρχουν όχι μόνο εκμεταλλεύσιμα, αλλά και τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου. H Eλλάδα ύστερα από τον πλήρη έλεγχο της κοινοπραξίας των πετρελαίων της Θάσου, σύμφωνα με την Tουρκία, θα προχωρούσε σε ανόρυξη πετρελαίου πέρα από τα ελληνικά χωρικά ύδατα και έξω από την αιγιαλίτιδα ζώνη της. Στο μάτι του κυκλώνα βρέθηκε το από μέρες στην περιοχή «Πίρι Pέις».
«Ξυπνήσαμε - λέει ο κ. Mπενλί - περικυκλωμένοι από ελληνικά πολεμικά πλοία. Σε λίγη ώρα, μια και βρισκόμασταν σε διεθνή ύδατα, ήρθαν και τουρκικά πλοία. Tότε πληροφορηθήκαμε πως η παρουσία μας και η δουλειά μας αποτέλεσε σημείο ελληνοτουρκικής τριβής. Tο ίδιο βράδυ τα μαζέψαμε και επιστρέψαμε στον κόλπο της Σμύρνης».
«Στην περιοχή - συμπληρώνει ο κ. Nουριλέρ - ξαναπήγαμε όταν η υπόθεση είχε ξεχαστεί. H επιστημονική έρευνα που είχε ξεκινήσει έπρεπε να τελειώσει. Tην τελειώσαμε ανενόχλητοι. Aυτήν τη φορά δεν γίναμε αιτία πολέμου».
Οι δύο άνδρες μίλησαν για έρευνες που πραγματοποίησαν σε διεθνή ύδατα και που, όπως είπαν τότε, συχνά γίνονται ανάμεσα σε ελληνικά και τουρκικά πολεμικά σκάφη. «Eρευνούμε – είχε πει ο κ. Mπενλί - παρέα με ένα τουρκικό κι ένα ελληνικό πολεμικό σκάφος. Aυτό όμως είναι αστείο.
Όταν έρχονται στη Σμύρνη ή σε κοινές επιστημονικές συναντήσεις, οι Eλληνες επιστήμονες μπαίνουν στο σκάφος μας, συζητούν μαζί μας, γελούν κι αυτοί με τους μύθους που οι πολιτικοί έστησαν γύρω από το μικρό καραβάκι μας. Aλλά όταν τους λέμε πως μπορούμε να δουλέψουμε μαζί Έλληνες και Tούρκοι για την ποιότητα του περιβάλλοντος στο Aιγαίο τότε κουμπώνονται. Kαι πολλοί Tούρκοι κάνουν το ίδιο θεωρώντας μας σαν όργανα των Eλλήνων. Φαίνεται πως κάποιοι θέλουν να δουλεύουμε για το Aιγαίο, οι μεν από μια σκοπιά ανατολική, οι δε από μια σκοπιά δυτική. Tο περιβάλλον του Aιγαίου όμως είναι ενιαίο και δεν επιδέχεται η επιστημονική άποψη γι' αυτό πολιτικές εκπτώσεις».
Tο «Πίρι Pέις» το Φεβρουάριο του 1999 θα ελλιμενιζόταν στον Πειραιά! Συμμετέχοντας σε συνέδριο του EKΘE (Ελληνικό Κέντρο Θαλλασίων Ερευνών) θα ερχόταν και μάλιστα ύστερα από άδεια της ελληνικής κυβέρνησης στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας όπου μάλιστα θα γινόταν και μία δεξίωση. H σύλληψη του Οτσαλάν εκείνες τις μέρες ανέβαλε την επίσκεψη. «Aπό το 1987 – είχε πει το 2000 ο κ. Nουριλέρ- έχουν περάσει πολλά χρόνια. Πολλοί έχουν ξεχάσει κιόλας το τι έγινε τότε. Kάποιοι μας ταυτίζουν και με το ιδιοκτησίας του τουρκικού υπουργείου ενέργειας ερευνητικό σκάφος "Σισμίκ 1", το πρώην "Xόρα". Aυτό έψαχνε για πετρέλαια, άρα κι εμείς ψάχνουμε για πετρέλαια. Έχουμε και την κακή φήμη του 1987 κι ούτε λίγο ούτε πολύ το σκάφος αντιμετωπίζεται σαν μαύρο πρόβατο».
«Aλλά αλήθεια επέμεινε ο κ. Mπενλί είναι μία- αν εκείνο το Mάρτη βρισκόμασταν στο βυθό του Aιγαίου, θα πεθαίναμε χωρίς ποτέ να μάθουμε το γιατί»!
Και φέτος τον Μάρτιο η Τουρκία, αποφασίσε να βγάλει στο Αιγαίο για έρευνες το σκάφος «Πίρι Ρέις», επιχειρώντας να δημιουργήσει ξανά, έπειτα από 30 χρόνια, συνθήκες θερμού επεισοδίου, όπως αυτό της 27ης Μαρτίου 1987, που λίγο έλειψε να οδηγήσει την Ελλάδα και την Τουρκία σε πολεμική σύγκρουση.
Ειδικότερα, σύμφωνα με NAVTEX που εξέδωσε το τουρκικό υπουργείο Άμυνας, έγινε σαφές ότι στις (08/03/2017) έως και το Σάββατο (18/03/2017), το «Πίρι Ρέις» θα πραγματοποιήσει έρευνα σε τουρκικά χωρικά ύδατα και σε «διεθνή ύδατα στη Μεσόγειο»
Επί της ουσίας, οι Τούρκοι προχώρησαν σε μια κίνηση με προφανή και αδιαμφησβήτητο συμβολισμό: Στέλνουν το «Πίρι Ρέις» να... αρμενίσει δίπλα ή και μέσα στα ελληνικά χωρικά ύδατα, σε μια περίοδο που το θερμόμετρο ανάμεσα στις δύο χώρες είναι στα ύψη!
Προφανώς η Άγκυρα ήθελε να δείξει ότι παραμένει σταθερή στις διεκδικήσεις της στο Αιγαίο και ότι είναι έτοιμη εκ νέου να προκαλέσει προβοκάτσια μεγάλου μεγέθους, όπως δηλαδή είχαν κάνει και το 1987.
Αλλιώς δεν έχει κανένα νόημα ένα σκάφος πεπαλαιωμένο και χωρίς σύγχρονη τεχνολογία, όπως είναι πια το «Πίρι Ρέις», να βγαίνει για κάποιο άλλο λόγο στα ύδατα του Αιγαίου.
Είναι συνεπώς καθαρά συμβολικός ο λόγος που βγάλανε οι Τούρκοι και πάλι το πλοίο αυτό στο Αρχιπέλαγος, στην επέτειο μάλιστα των παραλίγο δραματικών γεγονότων του Μαρτίου του 1987.
Ο τότε Υπουργός Εθνικής Άμυνας και Αντιπρόεδρος στην κυβέρνηση Παπανδρέου Ιωάννης Χαραλαμπόπουλος σε συνέντευξη του είχε μιλήσει για τις κρίσιμες ημέρες του Μαρτίου 1987 και είχε ξεδιπλώσει τόσο την κατάσταση στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό της χώρας.
Διαβάστε αναλυτικά τη συνέντευξη που έδωσε στο karousos.blogspot.gr:
Κύριε Πρόεδρε, για να μας βοηθήσετε να μπούμε στο κλίμα της εποχής μπορείτε να μας περιγράψετε το γενικότερο πλαίσιο της κρίσης του 1987;
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Για να μπούμε στο κλίμα της εποχής θα πρέπει να δούμε ποια ήταν η αφετηρία της κρίσης. Ξεκινάει από το διάστημα της Δικτατορίας, τον Νοέμβριο του 1973, όπου η Τουρκία παραχώρησε άδεια σε μία τουρκική εταιρεία να κάνει έρευνες στην υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου για την ανεύρεση κοιτασμάτων πετρελαίου. Σκοπός βέβαια και στόχος της Τουρκίας ήταν η διχοτόμηση του Αιγαίου και η αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, όπως αυτά καταγράφονται σε διάφορες συμβάσεις και συνθήκες. Από τότε ξεκίνησε η Τουρκία να δημιουργεί προβλήματα κυριαρχίας στο Αιγαίο.
Το 1976, όταν ήταν πρωθυπουργός ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, είχαμε την πρώτη κρίση διότι η Τουρκία έκανε έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα με το «Χώρα» το μετέπειτα ονομασθέν «Σισμίκ». Αυτή ήταν μια πολύ σοβαρή κρίση. Φτάσαμε στα πρόθυρα πολεμικής σύγκρουσης. Ο Καραμανλής τότε προσέφυγε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και κατήγγειλε τις αυθαίρετες ενέργειες της Τουρκίας. Οι δύο αυτοί οργανισμοί απέρριψαν την προσφυγή της ελληνικής κυβέρνησης και ζήτησαν οι δύο χώρες να αρχίσουν διαπραγματεύσεις για να λύσουν τις μεταξύ τους διαφορές. Μετά από αυτά τα γεγονότα έγινε συνάντηση μεταξύ ελλήνων αντιπροσώπων και τούρκων και υπεγράφη η περιβόητη μυστική συμφωνία της Βέρνης, στις 11 Νοεμβρίου 1976. Σύμφωνα με τη συμφωνία αυτή δεν θα μπορούσε ούτε η Ελλάδα ούτε η Τουρκία να κάνει έρευνες πέρα των χωρικών τους υδάτων. Αυτό, όπως καταλαβαίνετε ήταν πάρα πολύ σοβαρό και ένα μεγάλο πολιτικό λάθος της κυβέρνησης Καραμανλή, διότι η συμφωνία αυτή ήταν ετεροβαρής εις βάρος φυσικά της Ελλάδος. Δεν μπορούσαμε πια να κάνουμε έρευνα πέραν των χωρικών μας υδάτων και θα έπρεπε να βρισκόμαστε σε συνεχείς διαπραγματεύσεις με την Τουρκία για να βρούμε μία λύση στο πρόβλημα. Αυτή λοιπόν ήταν η πρώτη κρίση με την Τουρκία το 1976.
Μετά το 1976 ποιες ήταν οι σχέσεις μας με την Τουρκία στο θέμα του Αιγαίου;
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Μετά το 1976 και μέχρι το 1981, όταν ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας το ΠΑΣΟΚ, είχαμε βέβαια διάφορες εναλλασσόμενες φάσεις στις σχέσεις μας, πότε είχαμε όξυνση πότε είχαμε ύφεση, αλλά στο διάστημα αυτό δεν φτάσαμε σε σημείο να κινδυνεύει η ειρήνη. Εν τω μεταξύ η Τουρκία είχε θέσει και άλλα θέματα, εκτός από την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, διεκδικήσεις αυθαίρετες, μονομερείς και αστήρικτες, όπως πχ για τον εναέριο χώρο, το FIR Αθηνών και φυσικά το σημαντικότερο ήταν η μη εφαρμογή του Δικαίου της Θαλάσσης που θα επέτρεπε στην Ελλάδα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα, στα 12 μίλια. Τότε η Τουρκία έθεσε θέμα casus belli, εάν επεξέτεινε η Ελλάδα τα χωρικά της ύδατα πέραν των έξι μιλίων. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν άλλες διαστάσεις, δεν ήταν μόνο η υφαλοκρηπίδα, δεν ήταν μόνο ο εναέριος χώρος, αλλά τώρα είχαμε και το θέμα των χωρικών μας υδάτων που ήταν πολύ σημαντικό. Βεβαίως εμείς δεν τα έχουμε προεκτείνει, αλλά διατηρούμε το δικαίωμα να το κάνουμε. Πέρασε έτσι μια πενταετία. Το ΠΑΣΟΚ ανέλαβε την εξουσία το 1981 και μπαίνουμε στην περίοδο του 1987.
Ποια ήταν τα κυριότερα γεγονότα της κρίσης του 1987;
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτήν την περίοδο γίνονται αλλεπάλληλες από πλευράς Τουρκίας προκλήσεις κατά της Ελλάδας, με δηλώσεις αξιωματούχων, δηλώσεις του ιδίου του τότε πρωθυπουργού Οζάλ, του Υπουργού Εξωτερικών Χαλέφογλου, εναντίον της Ελλάδας και εναντίον του Ανδρέα Παπανδρέου, καθώς με συνεχείς παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου, δημιουργώντας κλίμα έντασης. Μπαίνουμε σε μία φάση που η ένταση έχει κλιμακωθεί σε μεγάλο βαθμό λόγω αυτών των δηλώσεων εκ μέρους της Τουρκίας, με αφορμή την εξαγορά από την Ελληνική κυβέρνηση μετοχών από την κοινοπραξία Αμερικανικών, Γερμανικών και Καναδικών εταιρειών, της οποίας η Καναδική εταιρεία Ντένισον είχε την πλειοψηφία των μετοχών. Υπενθυμίζω ότι στην Κοινοπραξία είχαν δοθεί δικαιώματα ερευνών στην υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου από την δικτατορία. Έτσι άρχισαν να θέτουν πάλι θέμα για την υφαλοκρηπίδα. Εμείς τότε δηλώσαμε ότι για μας η Συμφωνία της Βέρνης ήταν ανενεργός και ότι δεν προτιθέμεθα να κάνουμε έρευνες. Οι Τούρκοι όμως βρήκαν ως πρόσχημα την εξαγορά των μετοχών της Ντένισον για να κλιμακώσουν τις προκλήσεις.
Πως εξελίχθηκε τότε ακριβώς η κρίση;
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Την κρίση του 1987 θα την διαιρούσα σε δύο φάσεις.
Η πρώτη άρχισε στις 19 Μαρτίου του 1987 με την έξοδο του «Πίρι Ρέϊς», ενός ωκεανογραφικού σκάφους το οποίο δεν έκανε έρευνες στην υφαλοκρηπίδα αλλά έφτασε για πρώτη φορά σε απόσταση 12 μιλίων από τις ακτές του Άθω, συνοδευόμενο από δύο πολεμικά πλοία. Αυτή ήταν μία προκλητικότατη ενέργεια που δεν μπορούσαμε να αφήσουμε αναπάντητη. Γι’ αυτό κινητοποιηθήκαμε και το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και στο Υπουργείο Εξωτερικών, το οποίο ανέλαβε την πλήρη ενημέρωση των ξένων πρέσβεων στην Ελλάδα. Επίσης, τόσο ο Υπουργός Εξωτερικών Κάρολος Παπούλιας όσο και ο Αναπληρωτής Υπουργός Γιάννης Καψής, είχαν επαφές σε υψηλότατο επίπεδο και ενημέρωσαν για την κρισιμότητα της κατάστασης που δημιουργούσε αυτή η προκλητική ενέργεια των Τούρκων και τον Υπουργό Εξωτερικών της Αμερικής, τον Σούλτς και τους άλλους ΝΑΤΟικούς Υπουργούς Εξωτερικών. Τους δήλωσαν απερίφραστα, ότι εμείς δεν είμαστε διατεθειμένοι να δεχτούμε τέτοιες προκλήσεις και για οτιδήποτε συμβεί θα έχουν το μερίδιο της ευθύνης τόσο το ΝΑΤΟ, όσο και οι Αμερικανοί για την προκλητικότητα της Τουρκίας την οποία ανέχονταν. Οι σύμμαχοί μας δηλαδή κατάλαβαν ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να κάνει υποχωρήσεις και δεν πρόκειται να αφήσει αναπάντητες τέτοιες προκλήσεις. Άρχισε αμέσως να προετοιμάζεται η χώρα για παν ενδεχόμενο, δηλαδή θέσαμε τις ένοπλες δυνάμεις σε ετοιμότητα και ενημερώσαμε τους πάντες σε επίπεδο εθνικό. Αυτή ήταν η πρώτη φάση.
Περνάει περίπου μία εβδομάδα, όπου ο Οζάλ, που βρισκόταν στην Αμερική, όπως και ο Υπουργός εξωτερικών ο Χαλέφογλου έκαναν δηλώσεις κατά της Ελλάδος και εξήγγειλαν ότι θα βγει το Σισμίκ να κάνει έρευνες στην υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου. Αρχίζει έτσι η 2η φάση.
Στο μεταξύ εγώ, ως Υπουργός Εθνικής Άμυνας, είχα τηλεφωνική επαφή με τον Λόρδο Κάρινγκτον, τον τότε Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ, ο οποίος τήρησε μια εποικοδομητική και σωστή στάση. Του έδωσα να καταλάβει ότι θα πάμε ακόμα και σε σύγκρουση πολεμική και ότι δεν θα δεχτούμε νέα πρόκληση.
Τότε συνήλθε το Υπουργικό Συμβούλιο και το ΚΥΣΕΑ. Σε σύσκεψη που έγινε μεταξύ του Πρωθυπουργού, εμού και του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ Νίκου Κουρή, αποφασίσαμε να θέσουμε τις Ένοπλες Δυνάμεις σε πλήρη ετοιμότητα. Πηγαίναμε για σύγκρουση. Ενημερώσαμε τότε τους πολιτικούς αρχηγούς.
Το κλίμα από πλευράς ελληνικών πολιτικών δυνάμεων ήταν θετικό ως προς τις ενέργειες της Κυβέρνησης. Ο Πρωθυπουργός έστειλε στην Βουλγαρία τον Υπουργό των Εξωτερικών Κάρολο Παπούλια για να επιδώσει μήνυμα στον Πρόεδρο Ζίβφκωφ. Ταυτόχρονα αναστείλαμε την λειτουργία της Αμερικανικής βάσης της Νέας Μάκρης. Βγήκε όλος ο στόλος στο Αιγαίο, η αεροπορία επίσης κινητοποιήθηκε πλήρως και στείλαμε δυνάμεις για να πλαισιώσουμε τα νησιά και να συμπληρωθούν οι μονάδες. Επίσης έγινε και επιστράτευση για να ενισχυθούν οι μονάδες στον Έβρο.
Βεβαίως όταν γίνονταν όλα αυτά, είχαμε αλλεπάλληλα τηλεφωνήματα και από τον ΓΓ του ΝΑΤΟ και από άλλους για να μεσολαβήσουν. Εμείς δεν δεχτήκαμε διαιτησία, ότι είχαμε να πούμε το είπαμε στην πρώτη φάση. Αυτό ήταν μια προειδοποίηση και ένα μήνυμα προς κάθε πλευρά πως αν συνεχιστεί αυτή η προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας θα κάνουμε εκείνο που πρέπει για να διασφαλίσουμε τα εθνικά μας συμφέροντα και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας.
Είχαν πάρει δηλαδή το μήνυμα όλοι αυτοί, γι’ αυτό στην 2η φάση ενεργήσαμε μόνοι μας χωρίς να ενημερώσουμε κανέναν. Μόλις εξήγγειλε η Τουρκία την έξοδο του Σισμίκ, εμείς θέσαμε αμέσως σε ετοιμότητα τον στρατιωτικό μηχανισμό της.
Πως αντέδρασαν οι Τούρκοι στις ενέργειές σας αυτές;
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Από πλευράς Τουρκίας στο διάστημα αυτό υπήρξε πλήρης προπαρασκευή. Ακόμη και σήμερα υπάρχει μια στρατιά στην περιοχή της Σμύρνης με 300 αποβατικά σκάφη απέναντι από τα νησιά μας και μία στρατιά στον Έβρο. Eίναι συνεχώς πανέτοιμοι.
Ακόμα και σήμερα;
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Παραμένουν μέχρι σήμερα σε αυτή την κατάσταση. Δηλαδή βλέπουμε ότι δεν έχουν υποχωρήσει όσον αφορά τις μονομερείς και απαράδεκτες διεκδικήσεις στο Αιγαίο και στον εναέριο χώρο και στις λεγόμενες γκρίζες ζώνες, για να φτάσουμε και στην περίοδο όπου πλέον διεκδικούσαν και εθνικό χώρο της Ελλάδος, την περιοχή των Ιμίων.
Και στα Ίμια....
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Δυστυχώς η εξέλιξη στην περίπτωση των Ιμίων ήταν αρνητική για την Ελλάδα. Γιατί τέθηκε υπό αμφισβήτηση η ελληνικότητα των δύο βραχονησίδων Ίμια.
Η Συνθήκη της Λωζάννης έχει καθορίσει την κυριαρχία της Ελλάδος επί των νησιών της Ανατολικής Μεσογείου. Παράλληλα στα άρθρα 6 και 12, αναφέρει ότι οι νησίδες και βραχονησίδες οι οποίες βρίσκονται σε μικρότερη απόσταση των 3 μιλίων από τις ασιατικές ακτές παραμένουν υπό την κυριαρχία της Τουρκίας, καθορίζοντας έτσι κατά τον πλέον σαφή τρόπο τα θαλάσσια Ελληνο-τουρκικά σύνορα. Τα Ίμια απέχουν 3,8 μίλια από τις ασιατικές ακτές. Είναι συνεπώς σαφές ότι ανήκουν στην Ελλάδα. Στα Ίμια έχουμε μια επιπρόσθετη αυθαίρετη διεκδίκηση της Τουρκίας εις βάρος της Ελλάδος που αφορά εθνικό μας έδαφος.
Κύριε Πρόεδρε να γυρίσουμε όμως στην κρίση του 1987. Πώς συνέχισε να αντιδρά η Τουρκία;
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Ο Οζάλ, που ήταν στην Αμερική και όταν έγινε η κρίση επέστρεφε στην Τουρκία μέσω Λονδίνου, είχε επαφές με την Βρετανική Κυβέρνηση και με τον Λόρδο Κάρριγκτον. Υποχρεώθηκε να υποχωρήσει, λέγοντας ότι εάν η Ελλάδα δεν κάνει έρευνες δεν θα κάνουμε και εμείς και διέταξε να μην βγει το Σισμίκ και οι μονάδες που είχαν τότε θέσει σε ετοιμότητα να επιστρέψουν στη βάση τους.
Έγινε δηλαδή μια σαφής υποχώρηση και έτσι έληξε αυτή η κρίση. Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η σθεναρή και αποφασιστική στάση της Ελλάδας στην κρίση του 1987, που παρά λίγο να μας οδηγήσει σε πολεμική σύγκρουση, έφερε αυτά τα αποτελέσματα.
ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Για ποιο λόγο πιστεύετε ότι η Τουρκία κλιμάκωσε την κρίση το 1987;
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Το έκανε βασικά για να μετρήσει τις δικές μας αντοχές. Αλλά ήταν μια κρίση που είχε και εσωτερικές αφορμές σε ότι αφορά το εσωτερικό της Τουρκίας. Ξέρετε όταν η Τουρκία αντιμετωπίζει εσωτερικά προβλήματα ή κρίσεις κάνει εξαγωγή των προβλημάτων της με το να δημιουργεί ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Είχε προβλήματα εσωτερικά και ήθελε να τονίσει το εθνικό φρόνημα. Αλλά πιστεύω ότι με τις ενέργειες αυτές ήθελε να μετρήσει τις αντοχές μας, αν είμαστε έτοιμοι να φτάσουμε και στα άκρα.
Η Κυβέρνηση ανέμενε την κρίση;
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Όπως είπαμε είχε προηγηθεί περίοδος που υπήρχαν επιθέσεις με δηλώσεις τούρκων αξιωματούχων εναντίον της Ελλάδος. Άρα είχε προηγηθεί μία περίοδος κλιμάκωσης της έντασης κάτι το οποίο ήταν αναμενόμενο, διότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις περνάγανε διάφορες φάσεις. Υπήρχε ένταση και μετά ύφεση. Συνεπώς για να φτάσουμε στο Μάρτη του 1987 προϋπήρχε ένα κλίμα έντασης, με τις δηλώσεις εναντίον της Ελλάδος και τις εμπρηστικές αρθρογραφίες του Τουρκικού Τύπου.
ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Στα Ίμια έχει καταγραφεί μία δυσαρμονία της πολιτικής με την στρατιωτική ηγεσία όσον αφορά την διαχείριση της κρίσης. Στην περίπτωση του 1987 ποιες ήταν οι σχέσεις τους; Ήταν αρμονικές και αντιμετωπίστηκε με επιτυχία αυτή η κρίση;
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Βεβαίως. Το 1987 μην ξεχνάτε ότι είχαμε πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου, μία ξεχωριστή πολιτική προσωπικότητα και οι σχέσεις της στρατιωτικής και της πολιτικής ηγεσίας και η συνεργασία ήταν άριστη. Αυτό διευκόλυνε πάρα πολύ τους χειρισμούς. Υπήρχε συντονισμός και το αποτέλεσμα ήταν θετικό σε ότι αφορά τις δικές μας επιδιώξεις γι’ αυτό ακριβώς το 1987 τόσο οι χειρισμοί της Κυβέρνησης, όσο και γενικότερα η όλη κατάσταση στην χώρα ήταν τέτοια που μας επέτρεψε να ήμαστε αποφασιστικοί και αποτελεσματικοί και αυτό φάνηκε με το πώς τελείωσε αυτή η κρίση. Επίσης η Κυβέρνηση έκανε τολμηρές κινήσεις. Μην ξεχνάτε ότι για πρώτη φορά επιχειρήθηκε κλείσιμο Αμερικανικής Βάσης. Για πρώτη φορά επιζητήθηκε συνεργασία ενός μέλους του ΝΑΤΟ με ένα μέλος του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Αυτά δεν ήταν συνήθη στην πολιτική πραγματικότητα. Άρα λοιπόν καταλήγουμε και λέμε ότι όλοι αυτοί οι χειρισμοί είχαν το αναμενόμενο αποτέλεσμα, το οποίο οδήγησε στην υποχώρηση της Τουρκίας και ήταν μια μεγάλη επιτυχία της Ελλάδας.
Οι πολίτες πως αντέδρασαν σε όλα αυτά τα γεγονότα;
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Ο κόσμος αντέδρασε θετικά όπως και όλες οι πολιτικές δυνάμεις. Εγώ είχα αναλάβει την ενημέρωση των πολιτικών αρχηγών μαζί με τον Πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου. Οι απαντήσεις από τους πολιτικούς αρχηγούς ήταν θετικές.
Ποιο ρόλο έπαιξε η προσωπικότητα του Ανδρέα Παπανδρέου; Ήταν εξαρχής αποφασισμένος; Υπήρξε αίσθημα πατριωτισμού;
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. Δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε ότι Πρωθυπουργός της χώρας ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος είχε δώσει δείγματα γραφής για το πώς αντιλαμβάνεται και τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής και τις σχέσεις μας με την Συμμαχία. Απλώς θέλω να υπενθυμίσω ότι όταν ανέλαβε την Πρωθυπουργία ταυτόχρονα ανέλαβε και το χαρτοφυλάκιο της Εθνικής Άμυνας και στην πρώτη συνεδρίαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας στις Βρυξέλλες, ο Ανδρέας Παπανδρέου ως Υπουργός Εθνικής Άμυνας στην συζήτηση που έγινε μεταξύ των υπουργών, έθεσε το θέμα του περίφημου άρθρου 5. Αυτό, ενώ προστάτευε τα μέλη της Συμμαχίας από τρίτους δεν τα προστάτευε από άλλο μέλος. Και μιλώντας στην συνάντηση είπε ότι αυτό πρέπει να αναθεωρηθεί. Δεν έγινε δεκτή η πρόταση του. Και τότε δεν συναίνεσε ώστε να εκδοθεί κοινό ανακοινωθέν. Αυτό ήταν ένα πρώτο δείγμα της αποφασιστικότητας του Πρωθυπουργού της Ελλάδας για ένα θέμα το οποίο ήταν πάρα πολύ σημαντικό για την ασφάλεια της χώρας.
Βλέπετε λοιπόν ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου με την πολιτική την οποία ακολούθησε και εφήρμοσε όχι μόνο σε θέματα εξωτερικής πολιτικής , είχε δώσει προς πάσα κατεύθυνση το στίγμα και της αποφασιστικότητας αλλά και της απόφασής του να κάνει την αλλαγή για την οποία εργάστηκε πριν αναλάβει την εξουσία.
Ένα δεύτερο στοιχείο που πρέπει να προσθέσουμε είναι ότι με την πατριωτική τοποθέτηση του σε θέματα εθνικά, κατόρθωσε να έχει με το μέρος του τον στρατό. Με τις πατριωτικές θέσεις του ο Ανδρέας Παπανδρέου, σιγά - σιγά πήρε πράγματι με το μέρος του τους αξιωματικούς του Στρατού οι οποίοι στήριξαν τις πράγματι τολμηρές και αποφασιστικές πρωτοβουλίες του.
Να επιχειρήσουμε μια σύγκριση των 2 κρίσεων, του Μαρτίου 1987 και των Ιμίων;
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Κατά την δική μου άποψη το επεισόδιο το οποίο ξεκίνησε το 1996 στα Ίμια, έπρεπε να αντιμετωπιστεί ως ένα μεθοριακό επεισόδιο, ένα επεισόδιο σαν εκείνα τα οποία συνήθως αντιμετωπίζουμε όταν ο Έβρος αλλάζει κοίτη. Δεν έπρεπε από την πλευρά της Ελλάδας να αρχίσει στρατιωτική κλιμάκωση στα Ίμια. Αυτό ήταν ότι ήθελε και επεδίωκε η τουρκική πλευρά. Άρα λοιπόν δεν θα έπρεπε εμείς να είμαστε εκείνοι που κλιμακώσαμε στρατιωτικά και ακολούθησε και η Τουρκία και φτάσαμε σε μία κατάσταση κρίσης. Όταν αποφασίζεις να κάνεις μία κίνηση αυτής της σημασίας, θα πρέπει να ξέρεις και τι θα κάνεις και στην ερχόμενη, δεν το κάνεις για το θεαθήναι. Πρέπει να ξέρεις μέχρι που θα το πας.
Η κυβέρνηση Σημίτη τότε ήταν κυβέρνηση ολίγων ημερών, ο δε Σημίτης δεν είχε ποτέ ασχοληθεί με θέματα εξωτερικής πολιτικής. Ήταν σε μία πάρα πολύ δύσκολη θέση, συνεπώς όλα θα είχαν αποφευχθεί εάν είχε αντιμετωπιστεί διαφορετικά η όλη κατάσταση.
Ο τρόπος που αντιμετωπίστηκε η κρίση και οι χειρισμοί που έγιναν από ελληνικής πλευράς δεν υπήρξαν οι ενδεδειγμένοι. Έτσι, ενώ τα Ίμια είναι ελληνικότατα φτάσαμε στο σημείο να τεθεί υπό αμφισβήτηση το καθεστώς τους.
Αυτό φαίνεται καθαρά από τις δηλώσεις που έκανε ο αμερικανός διαμεσολαβητής Ρίτσαρντ Χόλμπουρκ μετά τη λήξη της κρίσης, όταν δήλωσε, ότι στην περιοχή των Ιμίων δεν θα υπάρχουν πλοία, στρατεύματα, σημαίες («No ships, no troops, no flags»).
Η απόσυρση της σημαίας από ελληνικό έδαφος, σύμφωνα με τους όρους απεμπλοκής, παρά τις δεσμεύσεις τόσο του ιδίου του Πρωθυπουργού, όσο και του Υπουργού Εθνικής Άμυνας ενώπιον της εθνικής αντιπροσωπείας, ότι η σημαία θα παραμείνει στη βραχονησίδα Ίμια, προκάλεσε αισθήματα απογοήτευσης, αγανάκτησης και ταπείνωσης στον Ελληνικό λαό και τραυμάτισε βαρύτατα την εθνική του υπερηφάνεια.
Με τον τρόπο που αντιμετωπίστηκε όμως, αφήσαμε τους τούρκους να τα θέτουν υπό αμφισβήτηση. Άρα δεν μπορούμε να συγκρίνουμε την κρίση του 87 που είχε αποτέλεσμα θετικό, με την κρίση στα Ίμια.
Πώς βλέπετε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις στο μέλλον;
Ι. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ: Εκείνο το οποίο πρέπει να επισημάνω είναι ότι όλα αυτά τα χρόνια μέχρι σήμερα δυστυχώς δεν είδαμε καμία θετική κίνηση της Τουρκίας, έστω στα πλαίσια της καλής θέλησης. Για παράδειγμα το Πατριαρχείο, δεν ανοίγουν την σχολή της Χάλκης. Φτάσανε στο σημείο να αμφισβητήσουν την Οικουμενικότητα του Πατριάρχη. Βλέπετε ότι η «φαρέτρα» τους γεμίζει με νέες διεκδικήσεις και δεν είναι κάτι που μπορεί να το θεωρήσει κανείς ευοίωνο. Τώρα η Τουρκία επιθυμεί να ενταχτεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ελλάδα υποστηρίζει την ένταξή της. Ο λόγος που το κάνουμε αυτό είναι φανερός. Γιατί θέλουμε να πιστεύουμε ότι εάν ενταχθεί στην ΕΕ, θα αμβλυνθούν οι αντιθέσεις, θα γίνει πιο συνεργάσιμη και θα αποφευχθούν τα χειρότερα.
Προσωπικά πιστεύω ότι είναι πολύ δύσκολο να πει με βεβαιότητα κανείς ότι η Τουρκία θα ενταχθεί πραγματικά ως πλήρες μέλος στην Ε.Ε. Αλλά και οι ίδιοι οι Τούρκοι είναι αρνητικοί και κυρίως το κατεστημένο. Ο στρατός έχει τεράστια προνόμια που πρέπει να τα χάσει εφόσον ενταχθεί.
Σε ότι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, από την δική μας την πλευρά κάνουμε βήματα συμφιλιωτικά, υπάρχει και τώρα συνεργασία στον πολιτιστικό τομέα, στον οικονομικό τομέα, αλλά τα μεγάλα θέματα δεν τα αγγίζουμε.
Δεν μπορώ να πω ότι είμαι ούτε αισιόδοξος ούτε απαισιόδοξος. Θα υπάρχει μια μακρά πορεία και πρέπει να γίνουν αρκετά πράγματα, για να βελτιωθούν πραγματικά οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αν οι τούρκοι άρουν όλες αυτές τις απαράδεκτες διεκδικήσεις και θελήσουν πραγματικά να συνεργαστούν με εμάς, τότε θα είμαστε όλοι ευτυχείς να έχουμε έναν γείτονα με τον οποίο συνεργαζόμαστε για το καλό και των δύο λαών. Υπάρχουν φωνές λογικής στην Τουρκία, αλλά όπως είπαμε υπάρχουν και οι Στρατηγοί, που έχουν το πάνω χέρι και τον τελευταίο λόγο. Δεν είναι Δημοκρατία αυτή στην Τουρκία, είναι Δημοκρατία «... αλά Τούρκα». Το κύριο πρόβλημα είναι πως θα γυρίσει ο στρατός στο στρατώνα. Αν αυτό κατορθωθεί κάποια στιγμή θα είναι ευχής έργο. Εγώ προσωπικά δεν το βλέπω... και η κατάσταση θα μένει ως έχει. Οι διεκδικήσεις εις βάρος μας θα παραμένουν και δεν αποκλείεται μια παρόμοια κρίση στο μέλλον.