20.2.17

Πώς έκλεισε η συμφωνία: Ποια ανταλλάγματα πήρε η Ελλάδα - Γιατί υποχώρησε το Βερολίνο


ΕΥΦΟΡΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΑΛΛΑ... 

Την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των ελληνικών αρχών και των δανειστών ανακοίνωσε ο Πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ και μάλιστα χωρίς να υπάρξουν επιπλέον μέτρα.
 
Διαψεύσθηκαν έτσι όσοι σήμερα δεν ανέμεναν συμφωνία. Ετσι κλείνει αμέσως μετά την Καθαρά Δευτέρα η αξιολόγηση.
 
Σύμφωνα με τον Πρόεδρο του Eurogroup, οι υπουργοί συμφώνησαν να υπάρξει μια μετατόπιση από τα αμιγώς δημοσιονομικά μέτρα, “στις δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις”. 
 
Ο Πρόεδρος επεσήμανε ότι "Οι θεσμοί έχουν αρκετή εμπιστοσύνη για να γυρίσουν πίσω”, κάτι το οποίο είναι εξίσου σημαντικό. “Θα τους επιτρέψουμε να κάνουν τη δουλειά επί του εδάφους”, σημείωσε ο Πρόεδρος εξηγώντας ότι πρέπει να συνομολογηθεί τώρα ένα SLA- staff level agreement (συμφωνία σε επίπεδο προσωπικού) και μετά “θα δούμε το αποτέλεσμα αυτής της διαπραγμάτευσης”
 
Σε σχέση με το χρόνο που απομένει στην Ελλάδα ο Γερούν Ντάισελμπλουμ επεσήμανε ότι “δεν υπάρχει ζήτημα ρευστότητας, όμως η αίσθηση του επείγοντος προέρχεται από την εμπιστοσύνη, αν θέλουμε να υπάρξει ανάπτυξη”. 
 
Από την πλευρά του ο αρμόδιος Επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί τόνισε ότι “είχαμε μια παραγωγική και δημιουργική συζήτηση για την Ελλάδα”, ενώ συνομολογήθηκαν οι όροι για “για την επιστροφή και των 4 θεσμών στην Αθήνα για να φτάσουν σε staff level agreement”. 
 
Η Κομισιόν επιμένει σε μια ισορροπημένη συμφωνία , είπε ο Επίτροπος τονίζοντας ότι ο ελληνικός λαός πρέπει να δει ένα φωτεινό σημάδι στο τούνελ της λιτότητας.
 
Εξήγησε δε ότι τα επόμενα δημοσιονομικά μέτρα θα είναι για να διασφαλίσουν τις επιφυλάξεις των θεσμών, καθώς “έχουμε ακόμα να κλείσουμε την απόσταση στις εκτιμήσεις”, αλλά “όπου υπάρχει θέληση υπάρχει και τρόπος”. 
 
Τέλος ο Επίτροπος ανακοίνωσε και προσπάθειες για ενίσχυση της απασχόλησης στην Ελλάδα με στροφή σε ενεργές πολιτικές απασχόλησης. 
 
Ο Πιέρ Μοσκοβισί δημόσια αναγνώρισε την πρόοδο που έχει επιτευχθεί, δήλωσε ότι η ανάπτυξη θα είναι 2, 7 και 3,1 τα επόμενα έτη, είπε πως τα δημοσιονομικά δεδομένα δείχνουν ότι πάνε καλύτερα, και εξήγησε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 έφτασε το 2% (αντί για 0,5%) και αν το επιβεβαιώσει η eurostat, τότε θα έχει ξεπεράσει ήδη το 1,75% του 2017 και θα είναι κοντά στο να φτάσει το στόχο του 2018. 
 
Εκτιμάται ότι το Βερολίνο, υποχώρησε, καθώς ο χρόνος τελειώνει και εν όψει των γαλλικών και εν όψει τον ολλανδικών εκλογών και δεν θα ήθελε το ελληνικό ζήτημα να συνεχίσει να αποτελεί όπλο στα χέρια των αντιπάλων των Βρυξελλών και του Βερολίνου.
 
Ηδη από χθες είχε καταγραφεί στροφή του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Β.Σόιμπλε με σχετικές δηλώσεις του που αποδοκίμαζαν αυτό που μέχρι πριν λίγο καιρό απειλούσε: την έξοδο της ελλάδας από την ευρωζώνη.
 
To non paper που εξέδωσε το Μαξίμου για το κρίσιμη συμφωνία στο Eurogroup σήμερα, 20.02.2017 αναφέρει ότι: 
 
«Πριν από λίγη ώρα επήλθε συμφωνία μεταξύ της Ελληνικής πλευράς και τους Επικεφαλής των Θεσμών ώστε να επιστρέψουν τα τεχνικά κλιμάκια στην Αθήνα αμέσως μετά την Καθαρά Δευτέρα και να ολοκληρωθεί η τεχνική συμφωνία  (SLA) εντός ολίγων ημερών.
 
Η Συμφωνία περιλαμβάνει τελικά τον απαράβατο όρο που έθεσε η ελληνική πλευρά για «ούτε ένα ευρώ περισσότερη λιτότητα».
 
Η Ελληνική πλευρά δέχθηκε την νομοθέτηση μεταρρυθμίσεων που θα εφαρμοστούν από 01/01/2019 και μετά, υπό την προϋπόθεση ότι το δημοσιονομικό ισοζύγιο θα είναι απολύτως ουδέτερο.
 
Πρακτικά στην Αθήνα θα εξεταστεί η αλλαγή μείγματος πολιτικής από το 2019 και μετά, χωρίς περαιτέρω δημοσιονομική επιβάρυνση.
 
Στα θετικά της πολιτικής συμφωνίας, που μένει όμως να προσδιοριστεί σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων, είναι η δυνατότητα επιστροφής της εργασιακής κανονικότητας των συλλογικών διαπραγματεύσεων νωρίτερα, δηλαδή πριν το τέλος του προγράμματος.
 
Επίσης πολύ σημαντική είναι η δέσμευση από πλευράς Commission, που αναμένεται να εξεταστεί σε επόμενο Eurogroup, ώστε να εξαιρεθεί από τις δαπάνες για τον υπολογισμό του πρωτογενούς πλεονάσματος  ένα πρόγραμμα χρηματοδότησης ύψους 3 δις ευρώ για την δημιουργία τουλάχιστον 100.000 θέσεων εργασίας τα επόμενα δυόμιση χρόνια. 
 
Τη χρηματοδότηση ενός τέτοιου προγράμματος ήδη διαπραγματεύεται η ελληνική πλευρά με την Παγκόσμια Τράπεζα σε συνεργασία με ευρωπαϊκούς οργανισμούς».