Του Άριστου Αριστοτέλους
Ποια θα είναι η στάση του Ντόναλντ Τραμπ στο Κυπριακό είναι ένα από τα θέματα που απασχολούν την πολιτική ηγεσία και την κοινή γνώμη στην Κύπρο μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ, όπως βέβαια και η συμπεριφορά του σε άλλα σημαντικά ζητήματα που αφορούν την Ευρώπη και τον κόσμο.
Αν και δύσκολο να προβλεφθεί επακριβώς η συμπεριφορά του νέου Προέδρου όταν αναλάβει τα ηνία της διακυβέρνησης της χώρας – εφόσον πλειστάκις άλλα λέγονται προεκλογικά και άλλα γίνονται όταν βρεθεί κανείς στο πηδάλιο της εξουσίας - ωστόσο αρκετές από τις δημόσιες τοποθετήσεις του επί μία σειρά θεμάτων εξωτερικής πολιτικής έχουν προκαλέσει το ενδιαφέρον αλλά και ανησυχία σε διάφορες κατευθύνσεις.
Καταρχήν όσον αφορά το θέμα της Κύπρου: Ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών βασικά δεν ασχολήθηκε με το κυπριακό πρόβλημα ούτε πριν ούτε κατά τη διάρκεια των εκλογών. Ούτε ανάμεσα σε βασικά στελέχη και συνεργάτες του με επιρροή υπήρχαν σημαίνοντα στελέχη της ομογένειας που να διαμορφώσουν ή επηρεάσουν θέσεις του υπέρ της Κύπρου έστω και προκαταβολικά.
Εν πάση περιπτώσει όμως, παραδοσιακά η πολική των ΗΠΑ στα θέματα εξωτερικής πολιτικής είναι σχεδόν η ίδια και μάλλον ο Τραμπ και στο Κυπριακό θα ακολουθήσει αυτό που λένε οι τεχνοκράτες του Υπουργείου Εξωτερικών. Σίγουρα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι σχέσεις του σημερινού Αντιπρόεδρου Τζο Μπάιντεν ήταν πολύ θέρμη με την Κύπρο και τον Πρόεδρο Αναστασιάδη και ότι για πρώτη φορά επισκέφτηκε τόσο υψηλόβαθμος αξιωματούχος όπως και ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών τη Λευκωσία. Δεν άλλαξε όμως θεμελιωδώς η πολιτική ή τα στρατηγικά τους συμφέροντα έναντι της συμμάχου στο ΝΑΤΟ Τουρκίας. Σίγουρα και ο νέος πρόεδρος θα στήριζε τις προσπάθειες επίλυσης του προβλήματος.
Τους Τούρκους τους προβληματίζουν περισσότερο δηλώσεις που ο Τραμπ είχε κάμει για συνεργασία με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, για μη ανάμιξη των ΗΠΑ στη Σύρια και για σύμπραξη του με τη Ρωσία για εξεύρεση μόνιμης ρύθμισης στο ζήτημα αυτό. Η Άγκυρα παρά την επαναπροσέγγιση της με τη Μόσχα βλέπει παραδοσιακά τη Ρωσία ως γεωπολιτικό ανταγωνιστή της, ενώ σε ό,τι αφορά τη Συρία προσβλέπει στην ανατροπή του προέδρου Μπασάρ Αλ Άσαντ και αλλαγή του συριακού καθεστώτος σε αντίθεση με τις ρωσικές προσδοκίες στο θέμα αυτό.
Η στάση του Τράμπ έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης είχε επίσης δημιουργήσεις ανησυχία στους κύκλους των Βρυξελλών αφού προέβλεπε τη διάλυση της υποδεικνύοντας ότι δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των λαών της. Παρόμοια και ίσως μεγαλύτερη αναστάτωση προκάλεσε η προειδοποίηση του για αποχώρηση των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ γιατί η σχέση της και η συμβολή της στον Οργανισμό σε σύγκριση με τους Ευρωπαίους είναι εξαιρετικά ετεροβαρής για τους Αμερικανούς, που επωμίζονται τα δύο τρίτα του προϋπολογισμού του .
Φυσικά από την άλλη ο Τραμπ υποστηρίζει την άποψη για «ειρήνη μέσω της ισχύος» με «λιγότερες συγκρούσεις και περισσότερο κοινό έδαφος», καθώς και τη συνεννόηση μεταξύ κρατών. Ωστόσο για να επιτευχθεί αυτό το αμερικανικό κατεστημένο πιστεύει ότι δεν χρειάζεται μόνο ενίσχυση του στρατιωτικού τομέα το οποίο και υποστηρίζει, αλλά και η συμμαχία και οι στενές σχέσεις με το ΝΑΤΟ και την Ευρώπη, για τις οποίες ο Τραμπ τώρα κάνει δεύτερες σκέψεις.
Ανησυχητικές ήταν και οι απόψεις του για τα πυρηνικά όπλα και τη διάδοση τους, αφού αντίθετα με την πάγια αμερικανική πολιτική της μη διασποράς των, η θέση που ανέπτυξε ήταν η εξής: Γιατί να μην αφεθούν χώρες φίλες των ΗΠΑ – π.χ. Ιαπωνία, Νότιος Κορέα, Σαουδική Αραβία - να αποκτήσουν το δικό τους πυρηνικό οπλοστάσιο;
Βέβαια όπως έχει αναφερθεί τόσο στα θέματα αυτά όσο και σε ζητήματα εμπορικών σχέσεων με την Κίνα και τις συμφωνίες που αφορούν τη NAFTA και το WTO, που θεωρεί αδικημένη την Αμερική, η στάση του τελικά θα καθοριστεί από τις πραγματικότητες που θα αντιμετωπίσει ως Πρόεδρος και όχι από τις τυχόν δημαγωγικές ή προσωπικές του τοποθετήσεις και πεποιθήσεις κατά την προεκλογική εκστρατεία. Αυτό ισχύει και για το Κυπριακό.
9/11/201
http://strategy-cy.com/