Μια από τις πιο μαύρες σελίδες της ελληνικής ιστορίας επαναλαμβάνεται και σήμερα...
Όταν τον Απρίλιο του 1828 η Ρωσία κήρυξε τον πόλεμο στην Τουρκία, η Αγγλία και η Γαλλία βρήκαν την ευκαιρία και έστειλαν στρατεύματα στην Ελλάδα. Οι Φράγκοι όσο καιρό έμειναν στην πατρίδα μας δεν άφησαν σε χλωρό κλαρί τους Έλληνες. Μέχρι και το κεφάλι του Κολοκοτρώνη διατίμησαν πέντε χιλιάδες φράγκα!
Μια από τις μελανότερες σελίδες της παρουσίας των άλλων στην πατρίδα μας, γράφτηκε τον Ιανουάριο του 1833. Ήταν τρεις μήνες μετά τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια (9 Οκτωβρίου 1831). Όταν ο Ιωάννης Κωλέττης έμαθε ότι έρχεται ο Όθωνας, ζήτησε από του Γάλλους φίλους του να ξεκαθαρίσουν την κατάσταση ώστε να υπάρξει απόλυτη υποταγή στο νέο καθεστώς που ετοίμαζαν για την Ελλάδα!
Στις 2 Ιανουαρίου 1833 οι Γάλλοι στέλνουν από το Ναύπλιο στο Άργος τον ταγματάρχη Νοντ μαζί με 750 άνδρες, κάτω από τις προσταγές του συνταγματάρχη Στοφέλ. Άμα έφτασαν στο Άργος οι φραγκέσκοι έσπαζαν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους κι ύστερα άρχισαν να σφάζουν άοπλους και αθώους! «Κατάντησαν» γράφει ο Δ. Φωτιάδης στο βιβλίο του “Η δίκη του Κολοκοτρώνη”, «να σφάζωσιν οι γενναίοι Γάλλοι και γέροντες και παιδιά και να εκκοιλιάσωσι και γυναίκας …». Μεταξύ των άγρια δολοφονηθέντων ήταν και ο μέγας Μυτιληνιός ποιητής Θόδωρος Αλκαίος, που έγραψε το ποίημα για τα Ψαρά! Και ο Σμυρνιός ατρόμητος πολεμιστής Δημήτριος Σπαρός, που τα έβαλε με τον δολοφόνο Στοφέλ, επιστήθιο φίλο του Κωλέττη.
Στις 2 Ιανουαρίου 1833 οι Γάλλοι στέλνουν από το Ναύπλιο στο Άργος τον ταγματάρχη Νοντ μαζί με 750 άνδρες, κάτω από τις προσταγές του συνταγματάρχη Στοφέλ. Άμα έφτασαν στο Άργος οι φραγκέσκοι έσπαζαν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους κι ύστερα άρχισαν να σφάζουν άοπλους και αθώους! «Κατάντησαν» γράφει ο Δ. Φωτιάδης στο βιβλίο του “Η δίκη του Κολοκοτρώνη”, «να σφάζωσιν οι γενναίοι Γάλλοι και γέροντες και παιδιά και να εκκοιλιάσωσι και γυναίκας …». Μεταξύ των άγρια δολοφονηθέντων ήταν και ο μέγας Μυτιληνιός ποιητής Θόδωρος Αλκαίος, που έγραψε το ποίημα για τα Ψαρά! Και ο Σμυρνιός ατρόμητος πολεμιστής Δημήτριος Σπαρός, που τα έβαλε με τον δολοφόνο Στοφέλ, επιστήθιο φίλο του Κωλέττη.
Έπειτα απ’ όλα αυτά τα δεινά οι Έλληνες καρτέραγαν ελευθερωτές του Βαυαρέζους και μεσσία τον Όθωνα. «Οπλαρχηγοί και στρατιώτες», γράφει ο Κασομούλης «από τον Θεόν, κράζοντες καθημερινώς ένα σκύλον μόνον να πέμψη ο Βασιλεύς να τον αντιπροσωπεύση ήθελον τον δεχθή μετά πάσης χαράς δια να παύσουν τα βάσανα των»! Όταν λοιπόν έφτασε στο Ναύπλιο η είδηση πως έρχεται ο βασιλιάς, άναβαν φωτιές από βουνό σε βουνό από την μια στην άλλη άκρη του Μοριά! Ανάμεσα σε εκείνους που έτρεξαν να τον καλωσορίσουν ήταν και ο Θοδωρής Κολοκοτρώνης. Πριν ξεκινήσει από την Τριπολιτσά όπου έμενε, έγινε στην εκκλησία του Άη Σωτήρα δοξολογία για τον ερχομό του Όθωνα. Ο Όθωνας και οι τρεις αντιβασιλείς αρνήθηκαν όμως να δεχθούν κοτζάμ Κολοκοτρώνη, είδαν, όμως, ένα ολότελα άγνωστο τότε πρόσωπο, τον Κωνσταντίνο Σχοινά που είχε σπουδάσει στο Βερολίνο! Σε λίγο θα καμαρώσουμε τον Σχοινά, υπουργό δικαιοσύνης, να λυσσομανάει να πάρει το δοξασμένο κεφάλι του Γέρου για να ευχαριστήσει τους ξένους αφεντάδες του!
Όπως πολύ χαρακτηριστικά γράφει ο Δ. Φωτιάδης, «… Οι Μπαβαρέζοι και οι Έλληνες στέκονταν δυό κόσμοι διαφορετικοί. Οι πρώτοι νόμιζαν που θάβρισκαν την αρχαία Ελλάδα. Δεν λογάριαζαν πως τούτος ο τόπος, που τους τον πρόσφεραν ρεγάλο οι τρανοί της γης να τον χαρούνε αφεντάδες, στέναζε αιώνες κάτω από την πιο μεγάλη σκλαβιά. Κι ούτε συλλογίζονταν πως κι αυτά ακόμα τα λιγοστά που είχε στα χρόνια της Τουρκιάς, γίνηκαν στον ανελέητο για τη λευτεριά μας αγώνα αποκαΐδια. Σαν είδανε τα παλληκάρια μας να κάθονται παρέα γύρω από μια πήλινη γαβάθα και να τρώνε νερόβραστα φασόλια με μια μοναδική ξύλινη κουτάλα, μας καταφρόνεσαν και μας λογάριασαν για βαρβάρους. Πού να σκεφτούν οι χορτασμένοι ξένοι, πως όταν οι αγωνιστές μας πάνω στα βουνά, σε βροχές και σε χιόνια, είχανε μοναδικό προσφάγι αζύμωτο καλαμποκένιο ψωμί, τόσες και τόσες ονειρευτήκαν τούτη τα γαβάθα με τα φασόλια για να απολάψουν σ’ ευτυχισμένους καιρούς …».
Αυτά κι άλλα πολλά παράξενα συνέβαιναν στην Ελλάδα όταν το εγγλέζικο πλοίο «Μαδαγασκάρη» έφερνε στη πατρίδα μας τον δεκαεπτάχρονο Όθωνα, μαζί με τους τρεις αντιβασιλείς που θα κυβερνούσαν τον τόπο έως την ενηλικίωση του! Δείτε λοιπόν με πόσο σοβαρά ζητήματα ασχολήθηκαν στη αρχή οι βαυαροί. «Γύρεψαν», γράφει ο Φωτιάδης, «οι αντιβασιλείς να κανονίσουν πως θα χαιρετούσαν οι προύχοντες και οι καπεταναίοι τον βασιλιά. Οι δικοί μας, φόραγαν τότες φέσι. Και κάτω από αυτό είχανε ξυρισμένο το κεφάλι τους ως την κορυφή και από εκεί άφηναν ελεύθερα τα μαλλιά τους να χάνονται στην πλάτη και τους ώμους τους. Δίχως λοιπόν το φέσι φαίνονταν κάπως κωμική η όψη τους, Για να χαιρετήσουν γέρνανε λίγο προς τα εμπρός και φέρναν το δεξί χέρι στο στήθος, στο μέρος της καρδιάς. Οι αντιβασιλείς όμως θεωρούσαν πως αυτός ο τρόπος χαιρετισμού ήταν ανάξιος του βασιλιά!
Έτσι έγινε δια το ζήτημα της αφαιρέσεως ή μη του φεσιού κανονική σύσκεψις και τέλος ετέθη εις τους Έλληνας προύχοντας το δίλλημα ή να παρουσιασθούν εις τον βασιλέα κατά τον τουρκικόν τρόπον, δηλαδή να πέσουν στα γόνατα ενώπιον του βασιλέως, ν’ ασπασθούν τους πόδας αυτού και να φορούν εν τοιαύτη περιπτώσει τα φέσια των, ή αντιθέτως να παρουσιασθούν κατά τον ευρωπαϊκόν τρόπον, και εν τοιαύτη περιπτώσει να εμφανισθούν με αποκεκαλυμμένην την κεφαλήν. Φυσικά επροτιμήθη ο ευρωπαϊκός τρόπος και ούτω το ζήτημα ελύθη άπαξ δια παντός».
Όταν οι αντιβασιλείς έλυσαν αυτό το μεγάλο ζήτημα (!) του χαιρετισμού αποφάσισαν να κατεβάσουν πρώτα τον στρατό τους από το «Μαδαγασκάρη» για κάθε ενδεχόμενο. Πρώτα βγήκε το ιππικό που διοικητής του ήταν ο νεαρός θείος του Όθωνα πρίγκιπας Σαξ Άλτεμπουρκ. Την άλλη μέρα αποβιβάστηκε ο στρατός, ο οποίος ήρθε με το βασιλιά για να διαδεχθεί τα αποχωρούντα γαλλικά στρατεύματα! Ξεχύθηκαν με τις τρομπέτες και τις φανφάρες τους στην ξηρά. Οι στρατιώτες του πεζικού κορδωμένοι στις γαλάζιες στολές τους, του ιππικού στις πράσινες και τους πυροβολικού στις σκούρες μπλου και οι αξιωματικοί τους με πλάκα τα χρυσά γαλόνια και τα παράσημα, τ’ αστραφτερά κράνη και τα πολύχρωμα λοφία, τους ζητωκραύγαζαν, ύστερα από τις σφαγές του Άργους, ελευθερωτές και σωτήρες.
Ο λαός μας μέσα στην απελπισία του και ψάχνοντας να ξανοίξει λίγο φως, ζητωκραύγαζε για σωτήρες του τούτους τους πραιτωριανούς, που με τα όσα ξοδέψαμε για να μας υποδουλώσουν γονάτισαν οικονομικά πολλές γενιές Ελλήνων! Πληρώνονταν από την δύστυχη και κατεστραμμένη Ελλάδα, όχι μονάχα τους μισθούς που έπαιρναν από την Βαυαρία, αλλά και με επιμίσθιο ίσον με τον μισθόν που αντιστοιχούσε σε καιρό πολέμου! Οι βαυαροί μάλιστα αποφάσισαν να παραχωρήσουν το δικαίωμα στους δικούς τους αξιωματικούς να έχουν την ανωτάτη διοίκηση, και εάν είχαν ακόμα μικρότερο βαθμό από τους Έλληνες! Δηλαδή και ο τελευταίος γερμανός ανθυπολοχαγός είχε κάτω από τις διαταγές του ένα κοτζάμ δικό μας συνταγματάρχη, Ήρωα του Εικοσιένα!
Και για τούτο το στρατό, που συντάχθηκε από το συρφετό του γερμανικού λαού και για τη συντήρηση έξι κανονιοφόρων, αναγκαστήκαμε εμείς οι Έλληνες, στα πρώτα δύσκολα χρόνια της ελευθερίας μας, να ξοδέψουμε όπως βεβαιώνει ο πρεσβευτής της Αυστρίας Πρόκες Όστεν σε έκθεση του στην κυβέρνηση του, όλα τα έσοδα που είχε τότε το κράτος και 30% πάνω από αυτά! Για να διώξει ο λαός μας τούτους τους πραιτωριανούς, θα κάνει κινήματα και επαναστάσεις, θα χύσει δάκρυα και αίμα. Για την ώρα όμως τους ζητωκραύγαζε γιατί τους θεωρούσε σωτήρες του από τον ζυγό των φραγκέσκων! Μια ιστορία που δυστυχώς επαναλαμβάνεται και σήμερα!
Ο Δρ. Αυγουστίνος (Ντίνος) Αυγουστή είναι Επίκουρος καθηγητής στο Τ.Ε.Ι. Λάρισας – Από το Μονάγρι Λεμεσού
http://pylitonfilon.blogspot.gr/