Τα παράπονα, οι δυσκολίες, τα άγχη κι η καθημερινότητα ανθρώπων που εργάστηκαν σκληρά για χρόνια και τώρα κάθε ημέρα αγωνιούν για την επιβίωσή τους – «Δε μπορούμε να πάρουμε ούτε μία σοκολάτα στα εγγόνια μας», «χάσαμε την αξιοπρέπειά μας», δηλώνουν – Με μακαρόνια, κονσέρβες και φθηνά τρόφιμα προσπαθούν να νικήσουν την πείνα
Μόλις πριν από μερικά χρόνια ζούσαν αξιοπρεπώς και μπορούσαν να πάρουν ένα δώρο για τα εγγόνια τους. Σήμερα, σε πολλές περιπτώσεις τα εγγόνια είναι εκείνα που δίνουν στους παππούδες και στις γιαγιάδες τους ένα «χαρτζιλίκι»... Στην εποχή της οικονομικής κρίσης η σύνταξη ως ένας «σίγουρος» μισθός αποτελεί μία ανάσα για τις οικογένειες που μετρούν όλα τα ενεργά μέλη της ως ανέργους, αλλά και για εκείνους που με ένα πενιχρό εισόδημα παλεύουν να τα βγάλουν πέρα με υποχρεώσεις, χαράτσια και φόρους. Δέκα συνταξιούχοι μίλησαν στο protothema.gr για τις συνθήκες διαβίωσής τους, αλλά και για τους φόβους τους τώρα, όπου για ακόμη μία φορά οι συντάξεις τους θα ψαλιδιστούν με τα κριτήρια επανυπολογισμού τους να προκαλούν σοκ και δέος.Ο κ. Γιάννης είναι 72 ετών. Έπαιρνε αγροτική σύνταξη ύψους 300 ευρώ, αλλά τώρα, μέχρι να περάσει από επιτροπή για να πάρει αναπηρική, γιατί από το ένα μάτι του έχει ολική απώλεια όρασης, του την έκοψαν. Έχει έναν γιο 42 ετών που είναι παντρεμένος και που πριν από ένα μήνα έπιασε δουλειά, καθώς εδώ και δύο χρόνια ήταν άνεργος. Όπως δήλωσε στο protothema.gr ο κ. Γιάννης δύσκολα τα βγάζει πέρα και δυστυχώς δε μπορεί να στηρίξει το παιδί του και την οικογένειά του. «Δε μπορώ να πάρω ένα δώρο στα εγγονάκια μου. Μακάρι να είχα τη δυνατότητα, αλλά ούτε μία σοκολάτα ή ένα κουλούρι δεν έχω να τους πάρω. Με 300 ευρώ δε μπορεί να ζήσει ένας άνθρωπος. Σιγά-σιγά θα βουλιάξουμε. Ευτυχώς από το φαρμακείο μου δίνουν βερεσέ τα φάρμακα που παίρνω. Όσο για το τι τρώω, παίρνω δέκα πακέτα μακαρόνια από το σούπερ-μάρκετ που κοστίζουν 0,50 ευρώ κι έτσι επιβιώνω. Αγοράζω καμία σαρδέλα από τους ψαράδες που τη βάζουν φθηνά στο ένα ευρώ και μαζί με καμία ντοματούλα και λίγες πατάτες τη βγάζω κάθε μήνα. Ευτυχώς, που δεν καπνίζω», μας λέει.
Ο κ. Τάσος είναι 73 χρονών, συνταξιούχος εκπαιδευτικός με 37 χρόνια προϋπηρεσία. Έχει δύο γιους που είναι παντρεμένοι και που σύντομα θα γίνουν γονείς, καθώς οι σύζυγοι και των δύο είναι έγκυες. Ο ένας του γιος δουλεύει από το πρωί έως το βράδυ για έναν χαμηλό μισθό κι ο άλλος είναι καθηγητής κι εργάζεται σε φροντιστήριο για 9 ευρώ την ώρα. Και τους δύο τους στηρίζει οικονομικά όσο μπορεί. «Έπαιρνα 1.600 ευρώ μαζί με την κύρια και την επικουρική και τώρα έχω φτάσει στα 1.050 ευρώ. Τώρα θα την κόψουν πάλι. Θα γίνω και παππούς σε λίγο, οι πολιτικοί μας δεν καταλαβαίνουν τίποτε. Αν αυτοί θέλουν το καλό του λαού, τότε δεν ξέρω ποιος θέλει το κακό. Έχω αγανακτήσει. Οι χειρότερες συνθήκες είναι τώρα. Όταν βλέπεις ανθρώπους να ψάχνουν στα σκουπίδια για να φάνε, τότε πού αλλού θα φτάσουμε. Εάν δεν έπαιρνε κι η γυναίκα μου σύνταξη τώρα θα είχα τελειώσει κι εγώ», σημειώνει.
Ο κ. Νιόνιος είναι συνταξιούχος ναυτικός. Για πάνω από 30 χρόνια ως καπετάνιος στερήθηκε τους οικείους του και τους φίλους του για να ταξιδεύει. Έζησε τη μισή ζωή του μέσα σε ένα καράβι και όπως τόνισε σήμερα στα 59 του χρόνια «από 2.020 ευρώ που έπαιρνα τώρα παίρνω 1.500 ευρώ και θα μου κόψουν κι άλλο τη σύνταξη. Οικογένεια δεν έχω, αλλά όλα αυτά που μου κόβουν τα έχω πληρώσει. Με το που άρχισαν να μειώνουν το πρώτο πράγμα που έκοψα ήταν το γκαράζ από το αυτοκίνητο και μετά έδωσα και το αυτοκίνητο γιατί δεν μου περίσσευαν ευρώ να βάλω βενζίνη. ΕΝΦΙΑ δεν πληρώνω, όχι γιατί δεν έχω σπίτι αλλά γιατί δε θέλω. Ο καθένας έχει κάποιες αντοχές κι οι δικές μου εξαντλήθηκαν τον Αύγουστο του 2011 όταν μου ήρθε ένα χαράτσι που έλεγε “αλληλεγγύη”. Τι θα πει αλληλέγγυος; Αλληλέγγυος είμαι εγώ με τον κύριο επειδή θέλω εγώ κι είναι προσωπικό μου θέμα. Με το κράτος δεν είμαι αλληλέγγυος. Πλήρωνα τόσα χρόνια, με γάμ… και τώρα θέλουν ακόμα πιο πολύ».
Ο κ. Θανάσης είναι 82 ετών. Έχει δύο κόρες και δύο εγγόνια. Δούλευε για πάνω από 40 χρόνια κι από 1.500 ευρώ σύνταξη του ΙΚΑ έφτασε να παίρνει 900 ευρώ. «Με κατέστρεψαν και με κατέκλεψαν. Δε μπορώ να δώσω στα εγγόνια μου ούτε ένα χαρτζιλίκι. Δεν κοιμάμαι τη νύχτα. Ξυπνάω μέσα στο βράδυ από το άγχος για όλη αυτή την καταστροφή. Οι κόρες μου χρειάζονται τη στήριξη μου και δε μπορώ να τους τη δώσω. Η γυναίκα μου σύνταξη δεν παίρνει κι όλοι μαζί προσπαθούμε να ζήσουμε με αυτά τα λεφτά. Ένας άνθρωπος σαν εμένα έχει χάσει την αξιοπρέπειά του κι αντιμετωπίζει πρόβλημα με την επιβίωσή του. Πώς να τα βγάλουμε πέρα; Έναν μήνα ήμουν στην εξοχή κι έτρωγα κονσέρβες. Κόντεψα να πάθω σκορβούτο. Για να μην πάθεις σκορβούτο βάζεις λεμόνι για φάρμακο. Είμαι 82 χρονών κι ευτυχώς που σε δύο χρόνια τελειώνω, για να τελειώσουν και τα βάσανα», τονίζει.
Η κυρία Αγγελική είναι 80 ετών και συνταξιούχος του ΙΚΑ. Έχει πέντε παιδιά και 26 εγγόνια. Όπως μας είπε πέρασε πάρα πολύ δύσκολα χρόνια. Ως παιδί το 1941 για να επιβιώσει αναγκάστηκε να βγει στους δρόμους και να ζητιανεύει. Λίγο αργότερα έφυγε για την Ανατολική Γερμανία, όπου εργαζόταν ως μαγείρισσα στην πρεσβεία και στη συνέχεια γύρισε στην Ελλάδα. Τώρα ο φόβος για το αύριο κι η αγωνία της για το αν θα επιβιώσει εκείνη κι η οικογένειά της ολοένα και μεγαλώνουν. «Πριν έπαιρνα 990 ευρώ σύνταξη και μου τα έκαναν 800 ευρώ. Είναι δύο συντάξεις αυτά τα χρήματα μαζί, του συζύγου μου κι η δική μου. Πολύ δύσκολα τα βγάζουμε πέρα. Τρία από τα πέντε παιδιά μου κι όλα μου τα εγγόνια είναι άνεργα. Σε ποιον να πρωτοδώσω και τι; Ψωνίζουμε όλα τα φθηνά και φοβάμαι ότι οι μέρες που έρχονται θα είναι ακόμα πιο σκοτεινές και χειρότερες», σημειώνει.
Η κυρία Ευαγγελία είναι 67 ετών. Για ένα λάθος το κράτος την θεωρεί 65 ετών κι έτσι ενώ περίμενε να πάρει ολόκληρη τη σύνταξή της, τώρα θα χρειαστεί να περιμένει άλλα δύο χρόνια κι όπως λέει «ποιος ξέρει πού θα έχει φτάσει κι αν θα ζήσω για να την πάρω». «Όλα τα χαρτιά μου είναι του ’48, αλλά η ληξιαρχική πράξη γέννησής γράφει του ’50 κι έτσι δε μπορώ να πάρω σύνταξη. Μου έκοψαν και την πρόωρη που παίρνω κι από 311 ευρώ μου δίνουν 130 ευρώ. Τώρα τι να κάνω; Με ταΐζουν τα παιδιά μου. Έχω έξι εγγόνια και κάθε μέρα με ρωτούν πότε θα τους δώσω χαρτζιλίκι», δηλώνει.
Η κυρία Μερόπη είναι 75 χρονών και παίρνει 500 ευρώ σύνταξη από τον ΟΑΕΕ (πρώην ΤΕΒΕ). Λόγω της κρίσης, όπως οι περισσότεροι, έχει αναγκαστεί να κόψει από τα πάντα, αλλά και πάλι δύσκολα τα καταφέρνει. «Έχω δύο παιδιά κι ένα εγγόνι. Με 500 ευρώ δε μπορείς να τα βγάλεις πέρα. Έχω κόψει τα πάντα. Και από το φαγητό και από το ντύσιμο κι από άλλες ανάγκες, για να μπορέσουμε να κρατήσουμε κάτι. Αν είχα μπροστά μου τον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, θα τον ρωτούσα εάν με αυτά τα λεφτά θα τα έβγαζε πέρα και θα τον προκαλούσα να δοκιμάσει για έναν μήνα να ζήσει με αυτά τα χρήματα», σχολιάζει.
Ο κ. Κώστας είναι 80 ετών και συνταξιούχος ναυτικός. Από περίπου 2.100 ευρώ τώρα η σύνταξή του έχει φτάσει τα 1.500 ευρώ. Έχει έναν γιο, που είναι άνεργος καθηγητής, κι όπως λέει «από τη σύνταξή μου ζουν όλοι κι από αυτήν καλύπτονται όλα τα έξοδα του σπιτιού που είναι τεράστια. Η κατάσταση με το τρίτο και καταστρεπτικό μνημόνιο που μας έβαλαν πάει να μοιάσει σε αυτή που έζησα ως μικρό παιδί. Ο Τσίπρας έδωσε τον αγώνα του, αλλά δεν τα κατάφερε να βγει νικητής με τα θηρία της Ευρώπης που τα έβαλε. Τώρα με τις νέες μειώσεις στις συντάξεις, όλος ο κόσμος θα πεινάσει. Το δημόσιο χρέος δεν είναι βιώσιμο κι ούτε πρόκειται να γίνει, εάν οι εταίροι δε μας διαγράψουν ένα μέρος του. Είδα την Κατοχή και κόσμο να πεθαίνει έξω στο δρόμο από την πείνα και να τους βάζουν σε κάρα με ξύλινες ρόδες. Δε νομίζω ότι θα φτάσουμε να δούμε αυτές τις εικόνες ξανά, αλλά ο κόσμος ήδη έχει αρχίσει να πεινάει. Τα πάντα καταρρέουν», επισημαίνει.
Η κυρία Βούλα είναι 65 ετών, δούλευε για 35 χρόνια κι από 750 ευρώ σύνταξη του ΙΚΑ σήμερα έχει φτάσει να παίρνει 630 ευρώ. Έχει τρεις γιους κι όπως σχολιάζει «γιαγιά δεν είμαι κι ούτε πρόκειται να γίνω, γιατί ποιος νέος θα πάει να παντρευτεί τώρα; Από τα τρία μου παιδιά ο ένας μόνο δουλεύει κι ως μάνα θα πρέπει να τα στηρίξω. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε αφορούν στη διαβίωση. Μετά τις 15 του μήνα τα λεφτά έχουν τελειώσει κι αρχίζεις να δανείζεσαι. Γίνεται ξανά αυτό το αλισβερίσι που γινόταν παλιά με τους μπακάληδες να γράφουν τα πάντα βερεσέ. Για ψώνια πάλι όσο φτάνουν τα λεφτά, αν δε φτάσουν δεν τρώμε. Φοβάμαι για τα νέα μέτρα. Όχι για εμένα, αλλά για τα παιδιά μου και γενικά τη νέα γενιά», δηλώνει.
Η κυρία Αγγελική είναι 65 ετών και συνταξιούχος του Δημοσίου. Μαζί με τη σύνταξη του συζύγου της κάθε μήνα υπολογίζει πώς με 1.400 ευρώ θα ζήσουν τέσσερα άτομα και θα πληρωθούν όλες οι υποχρεώσεις. «Κάθε μήνα κόβουν και δεν ξέρεις πού έχει φτάσει η σύνταξή σου. Την τελευταία φορά ήταν 880 ευρώ την επόμενη δεν ξέρω. Αν αυτά τα λεφτά ήταν μόνο για εμένα μου έφταναν, αλλά έχω δύο παιδιά άνεργα που πρέπει να τα βοηθάω. Για τη νέα γενιά ανησυχώ. Εμείς έχουμε μάθει σε διαφορετικό τρόπο ζωής και έχουμε μάθει να κάνουμε οικονομία. Οι νέοι δεν έχουν ούτε δουλειά, ούτε οικονομίες, ούτε ζωή. Προσπαθώ, για να τα βγάλουμε πέρα, να προγραμματίζω τα ψώνια μου, να μην παρασύρομαι και να μη χρωστάω. Αυτό που με ενοχλεί είναι ότι δε μπορώ πια να πάω σούπερ μάρκετ χωρίς να στενοχωρηθώ και να μη σκεφτώ και το παραμικρό που θα πάρω», τονίζει.
protothema.