Πριν από τις κρατικές παρακολουθήσεις μέσω webcams, συστημάτων GPS, κάθε πατήματος του πληκτρολογίου, καθώς και των περίπλοκων σετ δεδομένων για το σύνολο της προσωπικότητάς μας –που μόνοι μας δημιουργούμε στο διαδίκτυο–, υπήρχαν ακόμη στοιχειώδη δεδομένα προς συλλογή…
Εδώ και 50 χρόνια, το πρότζεκτ ECHELON δίνει στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις ΗΠΑ (καθώς και στα υπόλοιπα μέλη της «συμμαχίας των Πέντε Ματιών», τον Καναδά, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία) τη δυνατότητα να παρακολουθούν εχθρούς και συμμάχους εντός κι εκτός συνόρων, περνώντας από την ανίχνευση λέξεων-κλειδί υποκλεμμένων φαξ στη σημερινή συλλογή στοιχείων από κάθε πιθανή πηγή.
Σε άρθρο που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην ιστοσελίδα The Intercept, ο παλαίμαχος του δικαιώματος στην ιδιωτικότητα ρεπόρτερ Ντάνκαν Κάμπελ περιγράφει πώς πέρασε δεκαετίες ερευνώντας για το ECHELON, «το πρώτο αυτοματοποιημένο σύστημα παγκόσμιας μαζικής παρακολούθησης».
Μέχρι τη στιγμή που ο Έντουαρντ Σνόουντεν αποκάλυψε τις πραγματικές δυνατότητες της NSA και άλλων κρατικών μυστικών υπηρεσιών, το ECHELON ήταν σε μεγάλο βαθμό ακόμη ένας κωδικός στις μακρές λίστες των συνωμοσιολόγων.
Ο Κάμπελ έγραψε πρώτη φορά γι’ αυτό το 1988, στο ρεπορτάζ «Somebody’s Listening» («Κάποιος ακούει»), όπου περιέγραφε αναλυτικά ένα πρόγραμμα ικανό να παρεμβάλλεται σε «1 δισεκατομμύριο κλήσεις τον χρόνο μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο».
Το πρόγραμμα αξιοποιούσε μεγάλες επίγειες κεραίες για να υποκλέψει δορυφορικές μεταδόσεις που περιείχαν ψηφιακές επικοινωνίες εκατομμυρίων ανθρώπων. Στη συνέχεια βασιζόταν σε λεξικά ευαίσθητα απέναντι σε συγκεκριμένες λέξεις και φράσεις, προκειμένου αυτά να χτενίσουν τις συνομιλίες για σχετικές πληροφορίες.
«Στα 40 χρόνια που κάνω ρεπορτάζ για τις μαζικές παρακολουθήσεις» αναλογίζεται σήμερα ο Κάμπελ «μου έχουν κάνει έφοδο τρεις φορές, με φυλάκισαν μία, απαγόρευσαν λόγω κυβερνητικών πιέσεων τη μετάδοση τηλεοπτικών εκπομπών που έκανα ή με τις οποίες συνεργαζόμουν, πέντε φορές· είδα να αρπάζουν υλικό καταγραφής, κινδύνεψα να με πετάξουν από ελικόπτερο, παρακολουθούσαν το τηλέφωνό μου για τουλάχιστον μία δεκαετία και –με τη σύλληψή μου– αντιμετώπισα έως 30 χρόνια φυλάκιση για υποτιθέμενες παραβιάσεις της νομοθεσίας περί απορρήτου.
«Και γιατί συνεχίζω; Γιατί εξαρχής οι έρευνές μου αποκάλυψαν μια κάποτε αδιανόητη πτυχή της κυβερνητικής παρακολούθησης, τη συνωμοσία και την απόκρυψη στοιχείων από τις βρετανικές και αμερικανικές κυβερνήσεις»
»Και γιατί συνεχίζω; Γιατί εξαρχής οι έρευνές μου αποκάλυψαν μια κάποτε αδιανόητη πτυχή της κυβερνητικής παρακολούθησης, τη συνωμοσία και την απόκρυψη στοιχείων από τις βρετανικές και αμερικανικές κυβερνήσεις – πρακτικές που αφορούσαν ανέκαθεν τόσο την κατ' οίκον παρακολούθηση σε καιρούς ειρήνης όσο και την προστασία των πολιτών από υποτιθέμενους εξωτερικούς εχθρούς, δίνοντας έτσι στη βρετανική κυβέρνηση τη ενδεχόμενη δυνατότητα να γίνει, όπως το έθεσε εκείνη τη νύχτα η πηγή μας, κυριολεκτικά "αστυνομικό κράτος"».
Τον Φεβρουάριο του 2000 ο Μάικ Φροστ, πρώην κατάσκοπος της μυστικής υπηρεσίας του Καναδά CSE, έδινε συνέντευξη στην εκπομπή «60 Minutes» και περιέγραφε στον παρουσιαστή το μέγεθος του προγράμματος: «To ΕCHELON καλύπτει οτιδήποτε εκπέμπεται παγκοσμίως σε κάθε δεδομένη στιγμή».
Το επεισόδιο των «60 Minutes» με τη συνέντευξη του Μ. Φροστ:
Ο Φροστ διηγήθηκε ακόμα μια ιστορία για το πώς ακριβώς λειτουργούσε το πρόγραμμα: «Ενώ ήμουν στη CSE, ένα κλασικό παράδειγμα: Μια κυρία είχε πάει σε σχολική παράσταση την προηγούμενη νύχτα, ο γιος της έπαιζε στην παράσταση κι εκείνη θεωρούσε πως ήταν άθλιος. Το επόμενο πρωί μίλησε στο τηλέφωνο με τη φίλη της και της είπε κάτι σαν: “Αχ, ο Ντάνι τίναξε τη χθεσινή βραδιά στον αέρα”, έτσι απλά. Ο υπολογιστής ξεχώριζε αυτή τη συνομιλία. Ο αναλυτής που τον κοιτούσε δεν ήταν απόλυτα σίγουρος τι αφορούσε η συζήτηση, οπότε κλίνοντας προς την επιφύλαξη καταχώριζε στη βάση δεδομένων εκείνη την κυρία μαζί με τον τηλεφωνικό της αριθμό ως πιθανή τρομοκράτισσα».
Πριν από την εκπομπή «60 Minutes», ο Μ. Φροστ είχε μιλήσει στον δημοσιογράφο Άικ Σίμανς:
Οι λεπτομέρειες του ECHELON έκαναν έξαλλους τους Ευρωπαίους τους μήνες που ακολούθησαν τα ρεπορτάζ του Κάμπελ και της εκπομπής «60 Minutes». Το καλοκαίρι του 2000 το Ευρωκοινοβούλιο όρισε μια ειδική επιτροπή, η οποία επί έναν χρόνο θα διεξήγε έρευνες για το ECHELON, με ορισμένους να υποστηρίζουν ότι κατασκοπεύοντας τις ευρωπαϊκές επικοινωνίες οι ΗΠΑ καταπατούσαν την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Λίγα υλοποιήθηκαν από την επιτροπή, πέρα από ένα ψήφισμα που απλώς αναγνώριζε την ύπαρξη του προγράμματος.
Μετά την αποκάλυψη του 2005 ότι η κυβέρνηση Μπους παρακολουθούσε χωρίς ένταλμα τα τηλέφωνα των Αμερικανών, κάποιοι υπέδειξαν το ECHELON ως πιθανό εργαλείο της κυβέρνησης.
Έκτοτε το κοινό μαθαίνει για το πρόγραμμα κυρίως μέσω αναρτήσεων σε φόρουμ που ασχολούνται με την κυβερνητική κατασκοπία και τις θεωρίες συνωμοσίας, με περιορισμένες αναφορές σε αποχαρακτηρισμένα έγγραφα, για όσους αμφισβητούν τις πλήρεις δυνατότητες του ECHELON. Έχει σε μεγάλο βαθμό σβηστεί από τη συλλογική μνήμη, ιδιαίτερα καθώς λεπτομέρειες για τον πολύ ισχυρότερο επίγονό του έχουν βγει στη δημοσιότητα.
Είναι πλέον απόλυτα ξεκάθαρο, χάρη στα ντοκουμέντα που διέρρευσαν από τον Σνόουντεν, ότι το πρόγραμμα υπάρχει, αλλά το τι σημαίνει η ύπαρξή του παραμένει ασαφές. Τα προγράμματα παρακολούθησης PRISM και το XKeyscore οπωσδήποτε εκπροσωπούν μια πιο σοκαριστική εισβολή στις πληροφορίες που μοιραζόμαστε ψηφιακά, το ECHELON όμως μας δείχνει ότι η ιδιωτικότητα των επικοινωνιών μας δεχόταν όντως ανέκαθεν επίθεση.
Τέτοια δείγματα κυβερνητικής κατασκοπείας έχουν δικαιολογηθεί από παντοειδείς «απειλές» δεκαετιών και επί διαφόρων κυβερνήσεων, οι οποίες συνεχώς υπόσχονταν να θέσουν σε «προτεραιότητα την ιδιωτικότητα, χωρίς συμβιβασμούς στην ασφάλεια», ενώ όλοι καθοδηγούμασταν από τις εκάστοτε αφηγήσεις.
Καθώς η βελόνα παραμένει κολλημένη, η περαιτέρω έρευνα για το ECHELON συνεπάγεται ότι έχει σημασία να κοιτά κανείς στο παρελθόν για να θυμηθεί αυτό που ήδη γνωρίζει.
Με πληροφορίες από Tech Crunch, The Intercept
Επιμέλεια: Βάννα Μπρούσαλη/zougla.gr