Αν αυτή η πενταετία είναι εκδήλωση “αλληλεγγύης”
των Εταίρων μας,
τότε μας τρομάζει η ιδέα της τιμωρίας
τους…
Συμπληρώθηκαν πέντε χρόνια από
την αποφράδα εκείνη ημέρα που o εθνικός ολετήρας Γ.Α.Παπανδρέου εξυπηρετώντας αλλότριους
σκοπούς αποφάσιζε την υπαγωγή της Πατρίδας μας στο Μεικτό Μηχανισμό Στήριξης.
Την τελευταία, λοιπόν, πενταετία
σε κάθε Eurogroup και Σύνοδο Κορυφής, σε κάθε συνάντηση με τα τεχνικά κλιμάκια
της Τρόικας ή εσχάτως των “Θεσμών”, έχουμε την αίσθηση ενός εφιαλτικού “déjà vu” (προμνησία). Προαπαιτούμενα, συστάσεις “κουνώντας το δάχτυλο”,
(παρα)αξιολογήσεις, ειρωνικές και απειλητικές αναφορές, χρηματοδοτικό κενό
και…νέα μέτρα γιατί αυτά που, ήδη, λήφθηκαν εξαντλώντας την ανοχή και αντοχή
του Ελλήνων πολιτών, δεν είχαν το προσδοκώμενο δημοσιονομικό αποτέλεσμα.
Αυτή η συντηρούμενη κοινωνική και
οικονομική αβεβαιότητα οδηγεί σε οριστική κατάρρευση του παραγωγικού ιστού της
χώρας, διαμορφώνει συνθήκες παγίωσης της ανθρωπιστικής κρίσης και εγκλωβίζει
τον Τόπο μας σε μια πρωτοφανή καχεξία για τα δεδομένα της μεταπολεμικής
Ευρώπης.
Οι άνθρωποι υποφέρουν και οι
αριθμοί δεν ευημερούν. Η μεσαία τάξη διαλύεται. Η όποια βελτίωση δευτερευόντων
δημοσιονομικών μεγεθών είναι δυσανάλογα μικρή των δυσβάσταχτων και άνισα
κατανεμημένων θυσιών του ελληνικού λαού.
Αυτές οι θυσίες οφείλουν να
γίνονται σεβαστές από εκείνους που έχουν τη διπλή ιδιότητα του
Εταίρου-Δανειστή. Αυτές οι θυσίες είναι σαφείς και καταγεγραμμένες στην
επιδείνωση της ζωής και της καθημερινότητας της ελληνικής κοινωνίας. Δεν
εντάσσονται στη “δημιουργική ασάφεια” του Υπουργού Οικονομικών, δεν αποτελούν απλά
“υπόθεση εργασίας” μιας διάλεξης σε ένα πανεπιστημιακό αμφιθέατρο.
Η εκδήλωση της Ευρωπαϊκής
Αλληλεγγύης δεν μπορεί να γίνεται με όρους “μαστίγιου και καρότου”. Η “Περισσότερη
Ευρώπη” δεν ταυτίζεται με εξοντωτικά ή τιμωρητικά μέτρα.
Όσο η ιδεολογική ανελαστικότητα,
το “δίκιο του ισχυρού” και τα κατεστημένα συμφέροντα υποκαθιστούν την ισοτιμία
στα θεσμικά κέντρα λήψης αποφάσεων, τόσο η Ε.Ε. θα απομακρύνεται από τις
θεμελιώδεις αρχές και αξίες της Πολιτικής και Κοινωνικής Ένωσης, όπως την
οραματίστηκαν οι Ιστορικοί της Ηγέτες τροφοδοτώντας τον ευρωσκεπτικισμό, τα
άκρα και τους ακραίους.
Η συνέχιση της επιβολής της “πολιτικής
του λάθους” απομακρύνει την Ελλάδα από τον αναγκαίο ευρωπαϊκό της
προσανατολισμό, την ιστορική παρακαταθήκη του Εθνάρχη μας Κωνσταντίνου
Καραμανλή.
Η ακραία λιτότητα πρέπει να
σταματήσει, δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως όχημα επικυριαρχίας, δεν μπορεί να
“συντηρείται” ένα μοντέλο άνισης ανάπτυξης μέσω του οποίου κάποιοι
επιβουλεύονται να μετατρέπουν τα ελλείμματα του Νότου σε πλεονάσματα του Βορρά
και προβάδισμα ηγεμονίας.
Είναι απαράδεκτο για τον
Ευρωπαϊκό μας Πολιτισμό να εκβιάζεται ένας ολόκληρος λαός.
Είναι απαράδεκτο, κράτος-μέλος
του στενού πυρήνα της Ε.Ε. να βρίσκεται σε “ειδικό καθεστώς” απόκλισης από το
Ευρωπαϊκό Κεκτημένο και από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Μοντέλο.
Σε αυτό το πλαίσιο και με δεδομένες τις κρίσιμες ώρες, η ΔΑΚΕ Ι.Τ. μέσω
του Προέδρου της, αποστέλλει επίσημη επιστολή-έκκληση προς τον Πρόεδρο της
Δημοκρατίας, τον Πρωθυπουργό, τους Αρχηγούς των Κομμάτων και τους Επικεφαλής
των Ευρωπαϊκών Θεσμών προκειμένου να αναληφθούν πρωτοβουλίες για την επίλυση
του Ελληνικού Ζητήματος, ενός Ζητήματος απόλυτα Ευρωπαϊκού.
###########################################################################
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΔΑΚΕ Ι.Τ.
___________________________________________
___________________________________________
Αθήνα, 24 Απριλίου 2015
Αξιότιμοι
Κύριοι,
Με την ιδιότητα του
Γενικού Γραμματέα της ΓΣΕΕ, αλλά και ως Έλληνας-Ευρωπαίος πολίτης, εργαζόμενος
και οικογενειάρχης, σας αποστέλλω την παρούσα επιστολή μεταφέροντας την κραυγή
αγωνίας των Ελλήνων απέναντι σε αυτήν την πρωτοφανή σε μέγεθος και έκταση
οικονομική και κοινωνική αβεβαιότητα που βιώνουμε.
Συμπληρώνονται πέντε
χρόνια από την υπαγωγή της Ελλάδας στο Μεικτό Μηχανισμό Στήριξης στο πλαίσιο
του οποίου η χώρα υπογράφει τα Μνημόνια Δανεισμού εντασσόμενη σε ένα ιδιότυπο
“ειδικό καθεστώς” με εξαιρέσεις και αστερίσκους ως προς το σύνολο των αρχών του
Ευρωπαϊκού Κεκτημένου και του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Μοντέλου.
Η “προφητική” φράση
του πρώην Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και Επιτρόπου κ. Όλι Ρεν “καλό
κουράγιο Έλληνες” αποτύπωνε τις δυσκολίες που μας επιφύλαξε η “είσοδος” του
Δ.Ν.Τ. στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα.
Η οικονομική
πολιτική και θεώρηση, οι πρακτικές και τα μέτρα που επιβάλλει το Δ.Ν.Τ. όπου
εγκαθίσταται είναι ασύμβατα με θεμελιώδεις αρχές και αξίες της Ένωσης, το
“πνεύμα” της Στρατηγικής της Λισαβόνας και τους εμβληματικούς στόχους της
Στρατηγικής “Ευρώπη 2020” .
Η ολιστική “συνταγή” του με ιδεολογική ανελαστικότητα και όρους “τρίτου κόσμου”
αγνοεί εθνικές ιδιαιτερότητες, παραγωγικές και κοινωνικές ανάγκες έχοντας,
μεταξύ άλλων, τους εξής απαράβατους άξονες:
- Εσωτερική Υποτίμηση: απορρύθμιση εργασιακών
σχέσεων και συλλογικών συμβάσεων, επιβολή συνθηκών αποπληθωρισμού,
μειώσεις μισθών, μαζικές απολύσεις κ.λπ.
- Ακραία Λιτότητα: εκτεταμένες περικοπές σε δημόσιες δαπάνες, Προγράμματα
δημοσίων επενδύσεων και Κράτος Πρόνοιας, σαρωτικές και βεβιασμένες
ιδιωτικοποιήσεις σε ιδιαίτερα χαμηλές αποτιμήσεις που θα απέρριπταν ακόμη
και οι πιο ένθερμοι οπαδοί του Φρίντμαν, μειώσεις συντάξεων, απολύσεις
δημοσίων υπαλλήλων, καταργήσεις κοινωνικών παροχών κ.λπ.
Κοινή συνισταμένη
στην εκάστοτε εμπλοκή του Δ.Ν.Τ. είναι η συρρίκνωση του ΑΕΠ (παρατεταμένη
ύφεση), η εκτόξευση της φτώχειας, καθώς και η διόγκωση της ανεργίας που
συντρίβουν τα θεμέλια και την όποια δυναμική της κοινωνικής οικονομίας της
αγοράς εξυπηρετώντας οικονομικές ολιγαρχίες και κατεστημένα συμφέροντα.
Είναι ομολογουμένως
προφανές ότι το “ειδικό καθεστώς” που απεδέχθη εγκληματικά ο τότε Πρωθυπουργός
της Ελλάδας κ. Παπανδρέου κατέστησε την Πατρίδα μας σε “ειδικό πρόβλημα” αφού
πρώτα τη μετέτρεψε σε ένα εργαστήρι απάνθρωπων πειραματισμών για την εφαρμογή
πολιτικών δόγματος του ΣΟΚ.
Η εισχώρηση, όμως,
του Δ.Ν.Τ. στα ενδότερα της Ε.Ε. αποδεικνύεται ότι για κάποιους ισχυρούς δεν
ήταν απλά μια συνέπεια της δεδομένης αμηχανίας της Ένωσης απέναντι στην ένταση και
την έκταση της χρηματοπιστωτικής κρίσης, αλλά μια ατραπός ενίσχυσης της
επικυριαρχίας τους.
Πώς αλλιώς μπορούν
να ερμηνευτούν οι πρόσφατες δηλώσεις του κ. Σόιμπλε ότι “η Γαλλία θα ήταν ικανοποιημένη εάν
κάποιος (Τρόικα) ανάγκαζε το Κοινοβούλιό της να ψηφίσει μεταρρυθμίσεις στην
αγορά εργασίας...είναι δύσκολο κάτι τέτοιο γιατί υπάρχει δημοκρατία” όταν σε πλειάδα επίσημων Κειμένων (π.χ. Εκθέσεις
Πρωτοβουλίας) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχει επισημανθεί η έλλειψη
δημοκρατικής νομιμοποίησης, λογοδοσίας και νομιμοποίησης αυτής της εξωθεσμικής
δομής που για τη λειτουργία και της αποφάσεις της έχει χαρακτηριστεί ως
“χασάπης”;
Η απάντηση του
Γάλλου ομολόγου του κ. Σαπέν ότι “Η Γαλλία απεχθάνεται να την εξαναγκάζουν…η Ευρώπη
απεχθάνεται τους τιμωρητικούς όρους, των κυρώσεων και των
περιορισμών…εναπόκειται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αξιολογεί τις πολιτικές που
εφαρμόζονται στις χώρες-μέλη και όχι στις ίδιες τις χώρες-μέλη να εκφράζουν τις
απόψεις τους η μία για την άλλη” δημιουργεί εύλογους συνειρμούς για τη διαχείριση
του Ελληνικού Ζητήματος που είναι ένα αμιγώς Ευρωπαϊκό Ζήτημα.
Είναι προφανές από την καθημερινότητα σε επίπεδο Ε.Ε. και
πρόδηλο από την παραπάνω αντιπαράθεση πως κάποιοι χρησιμοποιώντας στρεβλά την
αναγκαιότητα της δημοσιονομικής πειθαρχίας εμμένουν δογματικά στην εμπέδωση
ενός μοντέλου άνισης ανάπτυξης μεταξύ Βορρά και Νότου, όπου τα ελλείμματα του
Νότου θα γίνονται αφενός πλεονάσματα του Βορρά και αφετέρου “προβάδισμα”
ηγεμονίας σε μια “συνθήκη” που παραπέμπει ακόμα και σε αναβίωση καταστάσεων τύπου
Δημοκρατίας της Βαϊμάρης.
Με μια νηφάλια αποτίμηση του Προγράμματος Δημοσιονομικής
Προσαρμογής και Διάσωσης που εφαρμόζεται στην Ελλάδα οδηγούμαστε στο συμπέρασμα
ότι το “φάρμακο” ήταν χειρότερο από την “ασθένεια”…
Η ταυτόχρονη
εφαρμογή πολιτικών ακραίας λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης που αποτελεί το
περιεχόμενο των Μνημονίων Δανεισμού μεταφράστηκε σε ένα πλήθος διαδοχικών
επώδυνων μέτρων τροφοδοτώντας μια κυκλική ύφεση με πρωτοφανείς επιπτώσεις για
τον κοινωνικό και παραγωγικό ιστό της Πατρίδας μας.
Το Πρόγραμμα έχει αποτύχει και ως προς τους στόχους αλλά
και ως προς τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για την επίτευξή τους. Αυτό είναι
ορατό, πλέον, και στον τελευταίο Έλληνα πολίτη. Η εξέλιξη των κυριότερων
δημοσιονομικών και κοινωνικών δεικτών είναι αδιάσειστο τεκμήριο αποτυχίας και
δεν επιδέχεται καμίας παρερμηνείας, όσο κι αν θέλουν ορισμένοι να ικανοποιήσουν
την υστεροφημία, τις ιδεοληψίες τους ή πολύ περισσότερο τις πολιτικές τους
διαστροφές υπερασπιζόμενοι ένα “μοντέλο” που έχουν κυνικά ομολογήθει τα λάθη
τους στους δημοσιονομικούς του πολλαπλασιαστές.
Οι αριθμοί δεν ευημερούν και οι άνθρωποι δυστυχούν…
Η μερική αποκατάσταση κάποιων δευτερογενών δημοσιονομικών
δεικτών είναι δυσανάλογα μικρή σε σχέση με το μέγεθος των δυσβάσταχτων θυσιών
που υποβάλλεται ο ελληνικός λαός. Πιο συγκεκριμένα:
ΜΕΓΕΘΗ
|
2009
|
2015
|
Δημόσιο Χρέος ως % του ΑΕΠ
|
120%
|
178%
|
Ανεργία
|
8%
|
26,5%
|
Ανεργία νέων έως 25 ετών
|
23%
|
60%
|
ΜΕΓΕΘΗ
|
ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ
2010-2014
|
ΑΕΠ
|
-25%
|
Εγχώρια
Ζήτηση
|
-31%
|
Αγοραστική
Δύναμη
|
-37,2%
|
Όγκος Παραγωγής
|
-23,5%
|
Κόστος
Εργασίας
|
-24%
|
Αποδοχές
Μισθωτών
|
-37 δις€
|
Κοινωνικές
Δαπάνες
|
-27%
|
Παραγωγικότητα
Εργασίας
|
-6,5%
|
Το ΑΕΠ έχει
συρρικνωθεί κατά 25% την τελευταία πενταετία ενώ το βιοτικό επίπεδο των πολιτών
γκρεμίζεται κατά περίπου 50%, επιδεινώσεις χωρίς προηγούμενο για ευρωπαϊκή χώρα
της μεταπολεμικής περιόδου που γίνεται μάρτυρας μιας δυσθεώρητης αναδιανομής
πλούτου σε βάρος των πολλών.
Η ανεργία στο γενικό
πληθυσμό και ιδιαίτερα στους νέους εκτοξεύτηκε οξύνοντας το πρόβλημα της
διαρροής εγκεφάλων και τον κίνδυνο για “χαμένες γενιές”.
Η κρίση ιδιωτικού
χρέους διογκώθηκε με την εκτίναξη των “κόκκινων δανείων” ενώ η φτώχεια -ακόμη
και στις πιο ακραίες μορφές ένδειας και υλικής υστέρησης- εξαπλώνεται όταν οι
ανισότητες διευρύνονται διαμορφώνοντας συνθήκες ανθρωπιστικής κρίσης.
Η ακραία λιτότητα
εφαρμόστηκε μέσα από την απαξίωση του Κράτους Πρόνοιας και του Εθνικού
Συστήματος Υγείας, την αποδόμηση του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης με
μεσοσταθμικές μειώσεις συντάξεων κατά 40%, τη συρρίκνωση του Προγράμματος
Δημοσίων Επενδύσεων και κυρίως τα επαχθή μέτρα υπερφορολόγησης των χαμηλών και
μεσαίων εισοδηματικών στρωμάτων όταν η οικονομική ολιγαρχία παραμένει αλώβητη.
Η φορολόγηση -έμμεση
και άμεση- των Ελλήνων πολιτών αυξήθηκε από το 2010 έως και 700% σύμφωνα με
μελέτη του Γραφείου Προϋπολογισμού του Ελληνικού Κοινοβουλίου.
Χαρακτηριστική ως
προς τις όψεις του ανάλγητα άδικου και αναποτελεσματικού επιμερισμού των βαρών
είναι η μελέτη του Γερμανικού Ιδρύματος Οικονομικών Ερευνών Hans Boekler Stiftung,
σύμφωνα με την οποία το 10% των φτωχότερων νοικοκυριών είχε την πενταετία της κρίσης
απώλεια εισοδήματος της τάξεως του 86% ενώ οι απώλειες του 30% των υψηλότερων
εισοδημάτων δεν ξεπέρασαν το 17%-20%.
Η εσωτερική
υποτίμηση, με όχημα την αδιέξοδη εμμονή στην αναζήτηση της ανταγωνιστικότητας
αποκλειστικά στη ραγδαία μείωση του εργασιακού κόστους, υλοποιήθηκε μόνο στο
σκέλος των μισθών -και όχι σε αυτό των τιμών- μέσα από την πλήρη απορρύθμιση
της αγοράς εργασίας, την καταστρατήγηση του καθεστώτος των Ελεύθερων Συλλογικών
Διαπραγματεύσεων και την ουσιαστική κατάργηση του κοινωνικού διαλόγου.
Πειστήριο στοιχείο
της κατάργησης κάθε έννοιας κοινωνικού διαλόγου αποτελεί το εκβιαστικό δίλημμα
που είχε θέσει το 2012 στους εκπροσώπους των εργαζομένων του ιδιωτικού Τομέα, ο
τότε Πρωθυπουργός κ. Παπαδήμος λέγοντάς μας ουσιαστικά ότι αν δεν αποδεχτούμε
τη μείωση κατά 22% και 32% του κατώτατου μισθού, η χώρα θα χρεοκοπήσει.
Η μεσοσταθμική
μείωση των μισθών κατά 25% ενέτεινε τους όρους ασφυξίας στην πραγματική οικονομία
με τη δραματική μείωση της εγχώριας ζήτησης και της εσωτερικής κατανάλωσης
προκαλώντας παράλληλα απώλειες για τα Ασφαλιστικά Ταμεία με τον περιορισμό των εισροών
από την αύξηση της ανεργίας, τις μειωμένες εισφορές -αφού οι μειωμένοι μισθοί
συνεπάγονται και μειωμένες εισφορές- αλλά και την αύξηση της “μαύρης εργασίας”
που κατά τεκμήριο “ανθεί” σε αγορές εργασίας με υψηλή ανεργία και εκτεταμένη
ευελιξία.
Ενδεικτική του
φορολογικού και ασφαλιστικού βάρους που “σηκώνει στην πλάτη του” το μέσο
εργατικό νοικοκυριό στην Ελλάδα είναι η πρόσφατα δημοσιοποιημένη έρευνα του
ΟΟΣΑ που κατατάσσει τη χώρα μας πρώτη στη σχετική κατηγορία μεταξύ των 34
χωρών-μελών του Οργανισμού, καθώς για κάθε 100€ που κερδίζει μια μέση εργατική
οικογένεια τα 43,4€ αφορούν φόρους και ασφαλιστικές κρατήσεις όταν ο
αντίστοιχος μέσος όρος είναι 26,9%.
Το σχήμα αυτό
γίνεται ακόμη πιο οξύμωρο αν αναλογιστεί κανείς την ραγδαία υποβάθμιση του εύρους
και της ποιότητας των υπηρεσιών του κοινωνικού κράτους συνιστώντας το “Ελληνικό
Παράδοξο”.
Ειδικότερα, από τις
επιβαλλόμενες πολιτικές της Τρόικα τα Ασφαλιστικά Ταμεία απώλεσαν 19 δις€ με τη
μη εξαίρεσή τους από το PSI, περίπου 6
δις€ από την αύξηση της ανεργίας, 14 δις€ από χρέη επιχειρηματιών ενώ
ανυπολόγιστες είναι και οι απώλειες από τη βίαιη μείωση των βασικών μισθών κατά
22% και 32% για τους νέους κάτω των 25 ετών, την “διάδοση” της μαύρης εργασίας
και την πλήρη ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας που καθίσταται, πλέον, σε
“ζούγκλα” με τον αθέμιτο ανταγωνισμό κατώτατων μισθολογικών ορίων να συνιστά
κυρίαρχη πρακτική.
Αφού, λοιπόν, οι
Δανειστές δημιούργησαν ένα τεράστιο ταμειακό πρόβλημα στα Ασφαλιστικά Ταμεία,
σήμερα συνεχίζουν να απαιτούν περαιτέρω μειώσεις συντάξεων γεγονός που
αποδεικνύει ότι δεν υπήρξε καμία πρόβλεψη διαχείρισης των επιπτώσεων από τις
ακολουθούμενες πολιτικές σε ένα άτεγκτο Πρόγραμμα το οποίο είναι δομημένο στη
βάση του “βλέποντας και κόβοντας” αγνοώντας εγχώριες ιδιαιτερότητες.
Ταυτόχρονα, οι
εργοδότες -κυρίως οι πολυεθνικές- εκμεταλλευόμενοι και “κρυπτόμενοι” πίσω από
την όλη κατάσταση υιοθετούν παραβατικές συμπεριφορές αυξάνοντας την κερδοφορία
τους χωρίς να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της κρίσης.
Την ίδια ώρα
πραγματικές μεταρρυθμίσεις όπως η μείωση του ενεργειακού κόστους που θα
ενδυναμώσει σημαντικά την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, η καταπολέμηση
της φοροδιαφυγής, η εγκαθίδρυση ενός σταθερού φορολογικού συστήματος φιλικού
προς τις επενδύσεις, η δημιουργία ενός πλαισίου ενίσχυσης της πρόσβαση των
μικρομεσαίων επιχειρήσεων -που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής
οικονομίας και απασχόλησης- σε ανταγωνιστικό τραπεζικό δανεισμό και όχι με
επαχθή επιτόκια βαλτώνουν, όταν βεβαίως καθίσταται εφικτό να δανειστούν.
Όταν η μεσαία τάξη
διαλύεται, η Αστική Δημοκρατία απειλείται…όπως απειλείται και από την
εντεινόμενη αβεβαιότητα που έχει οδηγήσει σε μια γενικευμένη επιχειρηματική
απραξία αλλά και σε έναν νέο κύκλο εκροής κεφαλαίων από τις ελληνικές τράπεζες.
Αν η παραπάνω
περιγραφόμενη κατάσταση είναι το αποκορύφωμα της αλληλεγγύης, τότε τρομάζει
κανείς στη σκέψη της τιμωρίας…
Η Τρόικα και ο ασύδοτα παρεμβατικός της ρόλος -κατά
παρέκκλιση από την αρχή της επικουρικότητας- στο εσωτερικό των κρατών-μελών
αποτελεί το εργαλείο ή το άλλοθι για την αποδόμηση της Κοινωνικής Ευρώπης, την
αποδυνάμωση των δημοκρατικών της αρχών, την αναχαίτιση κάθε πρωτοβουλίας για
αυτό που ονομάζουμε “Περισσότερη Ευρώπη”.
Η άτυπη αποκέντρωση των αποφάσεων από τα δημοκρατικά
εκλεγμένα θεσμικά όργανα της Ένωσης προς “το δίκιο του ισχυρού” αντίκειται στον
πυρήνα της Πολιτικής και Κοινωνικής Ένωσης όπως την οραματίστηκαν οι ιστορικοί
της ηγέτες.
Αυτή η μετατόπιση του κέντρου βάρους λήψης αποφάσεων
παραβιάζει την ισοτιμία και η πρακτική του “δίκιου του ισχυρού” διαχέεται σε
κάθε υποσύστημα, όπως η αγορά εργασίας όπου τροφοδοτείται η εργοδοτική
αυθαιρεσία σε βάρος των εργαζόμενων, του αδύνατου δηλαδή πόλου της εργασιακής
σχέσης.
Ο διάλογος σε επίπεδο θεσμικών οργάνων της Ε.Ε.
αποδυναμώνεται με την άκριτη υιοθέτηση των προτάσεων της Τρόικα (ή Θεσμών) που
υπερασπίζεται την πολιτική του λάθους και εξελίσσεται σε δεικτικό μονόλογο προς
την ελληνική πλευρά.
Η εκδήλωση Αλληλεγγύης δεν μπορεί να γίνεται με όρους
“μαστίγιου και καρότου”, δεν πρέπει να προϋποθέτει εξοντωτικά ή τιμωρητικά
μέτρα. Η ανάληψη υποχρεώσεων και δεσμεύσεων επιβάλλεται να είναι αποτέλεσμα
ενός ουσιαστικού διαλόγου, και όχι επιβολή στο πλαίσιο προσχηματικών
διαβουλεύσεων, προβοκατόρικων μονολόγων ή εκβιασμών ενός ολόκληρου λαού.
Τελικά ποιό είναι το πλαίσιο και ποιό το διακύβευμα των
διαπραγματεύσεων στα Brussels Group, στα Eurogroup και στις
Συνόδους Κορυφής; Επιθυμούν να αντιμετωπιστεί ή να εμβαθυνθεί ανθρωπιστική
κρίση στην Ελλάδα;
Είναι αδιανόητο κάποιοι να “επιμελούνται” την καταστροφή
των νέων γενεών.
Δεν αντιλαμβάνονται ότι με τις απειλές τους δεν απειλούν
την εκάστοτε κυβέρνηση της χώρας μας, αλλά τους Έλληνες πολίτες που τα
τελευταία πέντε χρόνια έχουν υποβληθεί σε δυσβάσταχτες θυσίες πληρώνοντας με
“φόρο εξαθλίωσης” ή και “φόρο αίματος” στην περίπτωση της δραματικής αύξησης
των αυτοκτονιών μια μονοδιάστατη επιχείρηση διάσωσης των τραπεζών;
Η αναλγησία στις αποφάσεις της Ε.Ε. και οι στρεβλώσεις στο
ευρωπαϊκό οικοδόμημα τροφοδοτούν τον ευρωσκεπτικισμό, στρέφουν τους Ευρωπαίους
πολίτες στα άκρα και τους ακραίους.
Ο ανθρώπινος παράγοντας και οι ανάγκες του έχουν βγει έξω
από μια “ευρωπαϊκή ατζέντα” που επικεντρώνεται σχεδόν αποκλειστικά στους
δημοσιονομικούς δείκτες.
Οι “αγορές” υπερίσχυσαν των πολιτικών και η πρωτοβουλία
των κινήσεων παραχωρήθηκε εν λευκώ στους κερδοσκόπους και τους νεογιάπηδες με όρους ηγεμονίας.
Οι προκλήσεις είναι μεγάλες και ελπίζουμε να ταυτιστούν με
την επαναφορά της Ένωσης στις ράγιες της ανάπτυξης, του ανθρωποκεντρικού της
προσανατολισμού, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της κοινής προκοπής.
Η Ευρώπη οφείλει να αθροίζει και να πολλαπλασιάζει τις
αρετές των κρατών-μελών της, όχι να τις διαιρεί για να “βασιλεύουν” κάποιοι.
Βαριές, όμως, είναι και οι ευθύνες όσων οραματίζονται
αυτόν τον αδιέξοδο μετασχηματισμό της Ένωσης σε “λόμπι ή κλαμπ πιστωτών”. Αυτοί
είναι ένα μεγάλο μέρος του όλου “προβλήματος” και σίγουρα δεν αποτελούν τμήμα
της “λύσης”…
Η Ε.Ε. δεν μπορεί να ξυπνάει μόνο όταν υπάρχει δραματικό
τετελεσμένο όπως οι εκατόμβες νεκρών από τις τραγωδίες στη Λαμπεντούζα. Οφείλει
να υπηρετεί το “προλαμβάνειν” και όχι το αμφίβολο “θεραπεύειν”.
Ο αναγκαίος
ευρωπαϊκός προσανατολισμός της χώρας είναι μια πολύτιμη παρακαταθήκη του
Εθνάρχη μας Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Οι μεταρρυθμίσεις,
όμως, επιβάλλεται να έχουν θετικό αναπτυξιακό και κοινωνικό πρόσημο.
Προϋποθέτουν τη συναίνεση της κοινωνίας, δεν μπορούν να αποφασίζονται ερήμην
της, δεν μπορούν να διενεργούνται σε βάρος της.
Οικονομία και
κοινωνία, άλλωστε, είναι έννοιες αλληλένδετες, είναι συγκοινωνούντα δοχεία.
Απαιτείται, λοιπόν,
να μπει ένα τέλος στις πολιτικές ακραίας λιτότητας χωρίς να αμφισβητηθεί η
αναγκαία δημοσιονομική πειθαρχία.
Αυτό διεκδικεί η
Ένωση Ευρωπαϊκών Χριστιανοδημοκρατικών Συνδικάτων (EUCDW), επιτυχημένος
Πρόεδρος της οποίας υπήρξε ο σημερινός Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
κ. Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ που πιστεύουμε ότι δεν ξεχνά την προέλευσή του.
Απαιτείται, να μπει
ένα τέλος σε αυτήν την αδιέξοδη πολιτική προσέγγιση που δημιουργεί αντί να
λύνει προβλήματα, εντείνει αντί να αμβλύνει τις ανισορροπίες.
Αυτό προσδοκά η
οργανωμένη κοινωνία των πολιτών της Ευρώπης, αυτό υπαγορεύει η συνοχή της Ε.Ε.,
σε αυτό ελπίζουν οι λαοί της, όλοι μαζί και ο καθένας ξεχωριστά.
Δεν μπορεί και δεν
επιτρέπεται, πλέον, τα “μάτια” των επικεφαλής της Ε.Ε. να παραμένουν ερμητικά
κλειστά στην ανθρωπιστική κρίση που πλήττει τον Τόπο;
Ως πότε θα αφήνεται
ένας ολόκληρος λαός να ζει με την καθημερινή αγωνία για το νομισματικό και
ευρωπαϊκό του αύριο;
Ως πότε θα μας
επιβάλλουν κάποιοι να συμφωνούμε στη λάθος θεραπεία, στο λάθος φάρμακο;
Ως πότε θα μας
ζητούν νέες θυσίες επειδή τα προηγούμενα μέτρα δεν πέτυχαν;
Ως πότε θα ηχεί στα
δικά μας τα αυτιά το…..“καλό κουράγιο”;
Με εκτίμηση,
Νικόλαος Κιουτσούκης
Πρόεδρος ΔΑΚΕ Ι.Τ., Γεν. Γραμματέας ΓΣΕΕ & Μέλος
της EUCDW