«Το αντιτορπιλικό «»Αδρίας»», με κυβερνήτη τον Αντιπλοίαρχο Ιωάννη Τούμπα, προσκρούει σε νάρκη στην περιοχή της Δωδεκανήσου, με αποτέλεσμα να ανατιναχθεί το μεταξύ γέφυρας και πλώρης τμήμα του. Όμως, αν και ακρωτηριασμένο, φθάνει μετά από τέσσερις ημέρες στην Αλεξάνδρεια. Κατά την είσοδό του στο λιμάνι, επευφημείται από τα πληρώματα του ελληνικού και του βρετανικού στόλου, που έχουν παραταχθεί για την υποδοχή του.»
Η περιπέτεια του Αντιτορπιλικού «ΑΔΡΙΑΣ»:
Το βράδυ της 22ας Οκτωβρίου 1943 το Αντιτορπιλικό «Αδρίας» διατάχθηκε να πλεύσει από Κω προς Κάλυμνο επιχειρώντας αντιπερισπασμό και παραπλάνηση εναντίον εχθρικών μονάδων επιφανείας. Στις 21:36 τρομερή έκρηξη συγκλόνισε τον πλοίο. Ο Κυβερνήτης, Αντιπλοίαρχος Ιωάννης Τούμπας, ο οποίος βρισκόταν στη γέφυρα εκτινάχθηκε ψηλά και ξανάπεσε βαρύς πάνω σ΄ αυτό, ενώ επάνω του έπεφταν διάφορα συντρίμμια. Αν και τραυματισμένος δεν έχασε τις αισθήσεις του. Εικόνα χαλασμού τον περιέβαλε. Ο «Αδρίας» πήρε αμέσως κλίση 10-20 μοίρες προς τα δεξιά. Ολόκληρο το πρωραίο τμήμα είχε αποκολληθεί και στο πλοίο είχε ξεσπάσει πυρκαγιά από βραχυκύκλωμα. Νεκροί , τραυματίες και κομμένα μέλη του πληρώματος ήταν διάσπαρτα παντού. Επειδή όμως η κλίση του πλοίου γινόταν όλο και μεγαλύτερη, ο κυβερνήτης αποφάσισε να πλεύσει το γρηγορότερο στις εγγύτερες τουρκικές ακτές, στον όρμο Γκιουμουσλούκ.
Στην διάρκεια αυτού του πλου, ο γιατρός του «Αδρία», ανθυποπλοίαρχος Καποδίστριας, επίδενε τα τραύματα των τραυματιών, υπό πρωτόγονες συνθήκες. Το ηθικό των ανδρών, ήταν εξαιρετικά υψηλό. Μοναδικό παράδειγμα θάρρους, υψηλού πνεύματος και θυσίας, ήταν η περίπτωση του δίοπος μηχανικού Παπαφραντζέσκου, ο οποίος είχε τραυματιστεί σοβαρότατα στο αριστερό χέρι του και ο γιατρός ήταν υποχρεωμένος να το κόψει κάτω από τον αγκώνα, χωρίς αναισθητικό. Όταν ο τραυματίας Παπαφραντζέσκος αντιλήφθηκε τον κυβερνήτη, να εισέρχεται στο χώρο της χειρουργικής επεμβάσεως, γυρνάει και λέει στον Κυβερνήτη του, για να του δώσει θάρρος:
«Μη στεναχωριέστε, κύριε Κυβερνήτα. Καλά είμαι. Τι είναι ένα χέρι για την Πατρίδα; Τίποτα!».
Έπειτα από επισκευές, που διήρκεσαν περίπου 40 μέρες, στις 21:00 της 1ης Δεκεμβρίου 1943 ο «Αδρίας» ξεκίνησε το ταξίδι της επιστροφής, πλέοντας με την πρύμη του. Στις 14:08, της 6ης Δεκεμβρίου 1943, ανήμερα του Αγ. Νικολάου, προστάτη των ναυτικών μας, το εναπομείναν τμήμα του θρυλικού «Αδρία» εισήρχετο περήφανα στο λιμάνι της Αλεξανδρείας.
«Επιστρέφομεν εις την Αλεξάνδρειαν, ύστερα από απουσία σαράντα μόνον ημερών, αλλά μας φαίνεται πως ελλείπαμε χρόνια ολόκληρα» .
Μοναδική υπήρξε η υποδοχή από τα συμμαχικά πλοία που ναυλοχούσαν στο λιμένα της Αλεξάνδρειας. Χίλια καπέλα σηκώνονται στον αέρα, ενώ από χίλια στόματα υψώνεται στον ουρανό το επιφώνημα «Ούρρα, Ούρρα, Ούρρα».
Ο Βρετανός Ναύαρχος της Ανατολικής Μεσογείου εξέπεμψε ακολούθως το παρακάτω σήμα προς το πλήρωμα του «Αδρία»:
«Επιθυμώ να εκφράσω εκ μέρους του Βρετανικού Β.Ν. τον θαυμασμό μας και την εκτίμησή μας προς τους Έλληνες αξιωματικούς και ναύτες. Οι πράξεις τους ήταν σύμφωνες με τις ανώτερες παραδόσεις του Ναυτικού και θα διατηρηθούν για πάρα πολύ καιρό στη μνήμη μας».
A.V. WILLIS
Αντιναύαρχος
A.V. WILLIS
Αντιναύαρχος
Τέλος, ο Βρετανός Αρχηγός Στόλου της Μεσογείου, στο σχετικό σήμα του, μεταξύ άλλων υπογράμμιζε τα εξής:
«Παρακολούθησα με θαυμασμό τον γεμάτο αποφασιστικότητα τρόπο, με τον οποίο ο Κυβερνήτης του πλοίου κατέστησε το κατεστραμμένο πλοίο του ικανό να πλεύσει και το επανέφερε για τόσα μίλια και με τόσες δυσκολίες. Ελπίζω ότι οι γενναίοι Αξιωματικοί και άνδρες του θα βρουν γρήγορα κάποιο άλλο πλοίο, με το οποίο θα συνεχίσουν τον αγώνα και ότι ο «Αδρίας» θα είναι και πάλι μια μέρα έτοιμος για υπηρεσία στο Β.Ν.».