17.7.13

Η Λογοτεχνική μας γωνιά


Φούγκα για δύο ασύμμετρες φωνές.

"δες τι έχω κάνει στη ζωή μου."

της Ρένας Ραψομανίκη



Η απάντηση - διάγνωση έφτασε σύντομα:

Κυρία Αίγλη, 
Οι  υποψίες σας δεν στερούνται βάσης, μα όσο κι αν προσπάθησα δεν μπόρεσα να καταλάβω πώς το κάνει –αν το κάνει. ( Η σύμπτωση δεν μπορεί να αποκλειστεί a priori). Η λύση που προτείνω είναι να μου επιτρέψετε να χτίσω ένα τείχος προστασίας που θα προφυλάσσει το λογισμικό σας από αυτήν και από όποια άλλη κακόβουλη ενέργεια. Θα σας κοστίσει μια μικρή μείωση στην ταχύτητα περιήγησης, μα μπορείτε πολύ εύκολα να το απομακρύνετε οποιαδήποτε  στιγμή το κρίνετε περιττό. 
Αν αποφασίσετε να το κάνετε, θα χρειαστεί να συνεργαστούμε. 
Τηλεφωνήστε μου όταν θα είστε μπροστά στον υπολογιστή σας. 
Δεν  χρειάζομαι πια τον κωδικό εισόδου στο γραμματοκιβώτιο σας. Μπορείτε  να τον αλλάξετε .        
Πάντα στη διάθεσή σας,
Αστέρης

Δεν μπόρεσα να καταλάβω πως το κάνει! 
Ο νέος είναι ωραίος μα ο παλιός είναι αλλιώς! 
Το αποφάσισε παρόλο που το 'νιωθε πως γινόταν μια παλιοκατίνα μα ένιωθε μια ανομολόγητη ικανοποίηση στη σκέψη  να τον δει να σπάει τα μούτρα του πάνω στο τείχος της την επόμενη φορά που θα επιχειρούσε διαδικτυακά παιχνιδάκια σε βάρος της. Αν έπαιρνε είδηση τις κινήσεις της και ζητούσε εξηγήσεις, θα ήταν ομολογία ενοχής που θα τον ξεμπρόστιαζε. Αν πάλι ήταν μόνο η ιδέα της, τι είχε τι έχασε. Εκείνος ούτε που θα έπαιρνε χαμπάρι την περιφρούρηση που θα γινόταν  στο λογισμικό της. Τηλεφώνησε στον Αστέρη κι εκείνος την καθοδήγησε βήμα-βήμα να εγκαταστήσει το αρχείο  teamviewer στον σκληρό δίσκο του υπολογιστή της. Όταν το πρόγραμμα έτρεξε εμφανίστηκαν στην οθόνη της ένας  ID με εννέα ψηφία και ένα τετραψήφιο password. Υπαγόρευσε τα δύο νούμερα στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής: ήταν απαραίτητα στον Αστέρη για να προχωρήσει την διαδικασία. Η ίδια παρακολουθούσε αμήχανη αλλά με εξημμένη περιέργεια τα  τεχνολογικά τεκταινόμενα. Τρόμαξε ελαφρά όταν είδε το βελάκι στην οθόνη  της να αυτονομείται και να εκτελεί εντολές που δεν έδινε εκείνη αφού ούτε καν ακουμπούσε το ποντίκι ή το πληκτρολόγιο. 
-Εγώ το κάνω, την καθησύχασε ο Αστέρης, εγώ χειρίζομαι πια τα αρχεία σας σαν να κάθομαι στην καρέκλα σας απέναντι από την οθόνη σας. Δεν σας χρειάζομαι άλλο. Όταν τελειώσω, θα σας ειδοποιήσω. 
Έτσι απέκτησε προστασία απέναντι στην αδημονία του Μιχαλιού μα εκείνος δεν έκανε το παραμικρό σχόλιο κι έτσι δεν σιγουρεύτηκε ποτέ τι ακριβώς είχε παιχτεί. Έμεινε ένα μικρό, ανώδυνο, αδιευκρίνιστο μυστήριο αφού η Αίγλη δεν διακινδύνευσε να τον στριμώξει χωρίς επαρκείς αποδείξεις.
§

Ο Μιχαλιός, από την άλλη μεριά, έτρεφε μια περιφρόνηση αντίστοιχη με εκείνη της Αίγλης προς τον υπερβατισμό. Περιφρονούσαν και οι δύο τη ζώνη του λυκόφωτος και αδιαφορούσαν για όσα μπορεί να συνέβαιναν έξω από τα όρια του επιστητού.  Άτομα σαν αυτούς φέρνουν στο προσκήνιο το παμπάλαιο ερώτημα της κότας και του αυγού. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς με σιγουριά πως η κοσμοαντίληψή τους σημαδεύτηκε από την επαφή τους με μια αυστηρά τεχνοκρατική επιστήμη  –μια επιστήμη που έχει αναγάγει την απόδειξη σε αναγκαία προϋπόθεση της πίστης. Μα θα ήταν εξ ίσου πειστικός αν ισχυριζόταν πως ακριβώς λόγω της προδιάθεσής τους προς την τεκμηρίωση, προσανατολίστηκαν προς τη συγκεκριμένη επιστήμη. Ως αφηγήτρια όμως, και παρά τη συγγενική ακαδημαϊκή μου παιδεία, δεν έχω τέτοιες δεσμεύσεις και μπορώ χωρίς ενδοιασμούς να ισχυριστώ πως η επικοινωνία τους δεν περιοριζόταν σε όσα εκφράζονταν ρητά. Εκτός από τον εμφανή τρόπο ανταλλαγής πληροφορίας πρέπει να υπήρχε και ο άλλος, ο άδηλος που δεν έχει ανάγκη λέξεις, ασύρματα ή ενσύρματα δίκτυα, ηλεκτρικά σήματα διαμορφωμένα κατά πλάτος ή συχνότητα ούτε καν σήματα καπνού ή ταχυδρομικά περιστέρια. Ένας ασαφής τρόπος επικοινωνίας που υφέρποντας στα σκοτεινά μεταβιβάζει όχι μόνο πληροφορίες, αλλά πρωτίστως συναισθήματα.

Ίσως να υπάρχει εξήγηση γιατί αναπτύχθηκε μεταξύ τους αυτός ο παράξενος τρόπος επικοινωνίας, εξήγηση που μας διαφεύγει. Δεν πρέπει να είναι άσχετη, ωστόσο, με το γεγονός πως έτυχε να γεννηθούν στα αντιδιαμετρικά ηλιοστάσια της ίδιας χρονιάς. Τα ηλιοστάσια δεν είναι τυχαίες ημερομηνίες. Μια κουρασμένη υδρόγειος πώς γίνεται να αφήσει αδιάφορους τους ενοίκους της; Αυτή η κόπωση του πλανήτη στην αέναη πορεία του πάνω στην εκλειπτική, αυτή η ανάγκη να ξαποστάσει, να πάρει μια ανάσα πριν συνεχίσει, πώς να μην φέρει μια αναστάτωση, ένα λίγωμα; Σαν να ταξιδεύεις μεσοπέλαγα και να νιώσεις τις μηχανές του πλοίου να επιβραδύνουν ενώ το λιμάνι είναι μακριά. Μα, εδώ οι “μηχανές” που μπήκαν στο ρελαντί είναι αόρατες και παντελώς αθόρυβες κι έτσι οι ανυποψίαστοι επιβάτες αποδίδουν το ξάφνιασμα, την αναστάτωση, το ξεμυάλισμα, που λειτουργεί υποδόρια, σε αλλότριες αιτίες. Τον Ιούνη κυριεύονται από μια αλλόκοτη ζωντάνια που εκτονώνουν παγανιστικά πηδώντας τις φωτιές του Αη- Γιάννη, ενώ τον Δεκέμβρη τους πλημμυρίζει  μια ανεξήγητη ηδονική θλίψη  –πολυσυζητημένη ως Χριστουγεννιάτικη μελαγχολία. Σκέψου το σοκάρισμα ενός νεογέννητου που βγαίνει στο φως την ώρα ακριβώς που η υδρόγειος, με όλα τα βουνά, τους ωκεανούς, τα ποτάμια, τις λίμνες που κουβαλάει, διεκδικεί μιας στιγμής ανάπαυση! 

Το σίγουρο είναι πως ο Μιχαλιός πήρε είδηση την οργή της Αίγλης και την αιτία αυτής της οργής, χωρίς εκείνη να την εκφράσει με λόγια. Εξοργίστηκε διπλά κι ετοιμάστηκε να εκραγεί. Ευτυχώς δεν ήταν πια δεκαοχτώ. Συγκρατήθηκε και αντέδρασε επιθετικά, αλλά κόσμια, υπερασπίζοντας τις επιλογές του. 
Δες τι έχω κάνει στη ζωή μου. 
Το μήνυμα που έστειλε δεν απευθυνόταν αποκλειστικά σ’ εκείνη, είχε πολλαπλούς αποδέκτες-φίλους του που τους ενημέρωνε για το άρθρο του περιοδικού “Διαβάζοντας” το αφιερωμένο στα δεκαπέντε χρόνια λειτουργίας του “ξωτικού”. Η Αίγλη έτρεξε στο περίπτερο να προμηθευτεί το τεύχος, το ξεφύλλισε με σπουδή, εντόπισε το αφιέρωμα και διάβασε  λαίμαργα τη δισέλιδη αναφορά στον μικρό εκδοτικό οίκο. Το άρθρο μιλούσε κολακευτικά για τη συνέπεια λόγων και πράξης, για το ότι δεν έκανε συμβιβασμούς στην ποιότητα, για το ότι έδινε ευκαιρίες σε νέους δημιουργούς, για το ότι σε μια εποχή που, στο βωμό του κέρδους, γίνονται εκπτώσεις αξιών ο εκδότης έστεκε πιστός στην ιδρυτική του διακήρυξη και κατέληγε εκφράζοντας ευχές και προσδοκίες: “είδαμε το μικρό ξωτικό να ορθώνει το ανάστημά του ανάμεσα στους μεγάλους εκδοτικούς οίκους. Ελπίζουμε η είσοδός του στην εφηβεία να το απογειώσει, ώστε –χωρίς αλλαγή ρότας– να συνεχίσει να καλύπτει τις ανάγκες ενός απαιτητικού αναγνωστικού κοινού".

Ακολουθούσε μια σύντομη συνέντευξη με τον εκδότη. 
Διαβάζοντας: Μπήκατε σε ένα χώρο παντελώς ξένο προς το αντικείμενο των σπουδών σας όπου, προφανώς, κανείς δεν έδειχνε να ενδιαφέρεται τι είχατε κάνει μέχρι τότε στη ζωή σας. Τι είναι εκείνο που κάνει κάποιον να μηδενίζει το κοντέρ;
Μιχαλιός Εξωτικάκης: Δεν ξέρω για τους άλλους. Για μένα λειτούργησε η αδημονία του τριανταπεντάρη. Σ’ αυτή την ηλικία η αίσθηση πως η μία και μοναδική ζωή που μας χαρίστηκε έφτασε κι όλας στη μέση ήταν πολύ έντονη και ιδιαίτερα ενοχλητική. Πώς να δεχτείς να την αφιερώσεις σε ένα μόνο τομέα, όσο ιδανικά ωραίος κι αν είναι; Η μονομέρεια δεν ήταν ποτέ ανάμεσα στα θέλω μου. Η αιωνιότητα ανήκει στον παράδεισο, κι ο παράδεισος μπορεί να περιμένει. 
Δ:  Γιατί όμως με εκδόσεις;
Μ.Ε: Μην περιμένεις πρωτότυπη απάντηση. Όποιον εκδότη κι αν ρωτήσεις η απάντηση θα είναι πανομοιότυπη: η αγάπη μου για τον χώρο του βιβλίου, η φιλοδοξία μου να προσφέρω στο κοινό ενδιαφέροντες τίτλους, η αίσθηση πως οι πνευματικοί δημιουργοί πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης…
Δ: Δεν έχετε άδικο. Υποψιάζομαι όμως ότι εσείς προσωπικά έχετε να πείτε κάτι παραπάνω.
Μ.Ε:  Εντάξει, το ’πιασες… Ας μιλήσω, τότε,  για ένα νεανικό μου απωθημένο από την εποχή που είχα την φιλοδοξία να δω κάποια ποιήματά μου τυπωμένα. Απευθύνθηκα στους εκδοτικούς οίκους, ως ενδιάμεσους ανάμεσα σε μένα και το κοινό, με απεριόριστη εμπιστοσύνη, έτοιμος να δεχτώ καλόπιστα την όποια κρίση. Ο καθένας, ξέρεις, που γράφει παραπαίει ανάμεσα στην ανασφάλεια πως τα γραπτά του είναι νούλες και στην ενδόμυχη ελπίδα πως θα είναι ο επόμενος εκδοτικός θρίαμβος. Η έγκυρη γνώμη κάποιων που έχουν άμεση σχέση με τον χώρο και που έχουν σφυγμομετρήσει τον παλμό των αναγνωστών έχει τεράστια σημασία για την αυτοεκτίμησή του. Περίμενα λοιπόν με εύλογη αγωνία. Δύο εκδότες είχαν τον στοιχειώδη επαγγελματισμό να απαντήσουν αρνητικά. Μ’ αυτούς καθάρισα όσο κι αν το ψυχρό τυποποιημένο γράμμα που έλαβα δεν είχε ίχνος εξατομίκευσης. Ήταν ολοφάνερο πως υπάρχει  μία ενιαία φόρμα για όλους τους παραλήπτες αυτής της κατηγορίας και το μόνο που έμενε ήταν να συμπληρωθούν τα στοιχεία μου. Εκείνους που δεν θα συγχωρήσω ποτέ είναι τους υπόλοιπους που με αγνόησαν, εκείνους που δεν μπήκαν στον κόπο να στείλουν μια απάντηση. Ένα κομμάτι της ψυχής μου έχει μείνει στις αποθήκες τους, στα αζήτητα, χωρίς να μάθω ποτέ αν διαβάστηκε καν. Δεν είναι κακό που είναι έμποροι. Είναι θλιβερό που ενώ διαχειρίζονται τις ευαισθησίες του καλύτερου κομματιού της κοινωνίας οι ίδιοι δεν έχουν ίχνος ευαισθησίας και οι κεραίες τους είναι προσανατολισμένες μόνο εκεί που οσμίζονται κέρδος. Είναι ολέθριο που ο ίδιος εκδότης που είναι απρόσιτος για τον πρωτοεμφανιζόμενο και τροχοπέδη για την δυναμική του, κάνει τεμενάδες στην τυχαία τηλεπερσόνα που θα του παραχωρήσει το οποιοδήποτε σκουπίδι για έκδοση.
Δ:  Μου λέτε πως μπήκατε στον χώρο για να αποκαταστήσετε τη χαμένη τιμή του;
Μ.Ε: Μμμ... Οι περισσότεροι νομίζουν ότι η επωνυμία του εκδοτικού οίκου παραπέμπει στο όνομά μου. Η αλήθεια είναι ότι στη λαογραφία τα ξωτικά περιγράφονται ως πλάσματα δύσμορφα αλλά άκακα, ζαβολιάρικα αλλά άδολα. Μοναδικός στόχος τους να  αναστατώνουν τις τακτοποιημένες ζωές των νοικοκυραίων κάνοντας σκανταλιές, ανακατεύοντας τα γεννήματα στα σακιά του κελαριού ή σβήνοντας τη φωτιά στο τζάκι. Άσε που είναι αιθεροβάμονες και εξακολουθούν να πριονίζουν όλο το χρόνο ένα δέντρο εν γνώσει τους πως το έργο είναι σισύφειο και πως μετά το δωδεκαήμερο θα το ξαναβρούν ανέπαφο να τους περιμένει να ξαναρχίσουν από την αρχή. Σαν καλικάτζαρος μπήκα στον τελματωμένο κλάδο φιλοδοξώντας να αναστατώσω τους εφησυχασμένους. Ανεδαφική φιλοδοξία, πιθανότατα, μα δεν θα  μετανιώσω πως δεν προσπάθησα.
Δ:  Εξακολουθείτε να γράφετε στίχους;
Μ.Ε:  Απαρέγκλιτα κάθε φορά που ερωτεύομαι, μα ο εκδότης του ξωτικού δεν τα θεωρεί κατάλληλα προς έκδοση. ( Γέλια)
Δ:   Οι πληροφορίες μου λένε  πως υπήρξατε παθιασμένος με την επιστήμη.
Μ.Ε:  Εκεί κι αν θα χρειαζόταν ένα ξωτικό να τους φέρει τα πάνω-κάτω. Αυτό όμως είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο. Μα μην ξεχνάς πώς ό,τι ερωτευτήκαμε στα νιάτα μας δεν χάνεται• στοιχειώνει την επόμενη ζωή μας και εμπεριέχεται διακριτικά σε ό,τι κι αν κάνουμε.
Δ:  Σας ευχαριστώ.

Συνεχίζεται...



--Γιούλια Ολόμπλαβα