"Κατ' αρχάς, η Μόσχα και η Λευκωσία εξακολουθούν να απολαμβάνουν βαθείς οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς με την Κύπρο που υπερβαίνουν το στενό πλαίσιο του νωπού ακόμη μπρά ντε φερ με την Ευρώπη. Για τη Ρωσία, η Κύπρος αποτελεί ένα υψηλής στρατηγικής σημασίας σημείο στη Μεσόγειο, ειδικά από τη στιγμή που οι ρωσικοί δεσμοί με τη Συρία γίνονται ολοένα και πιο αβέβαιοι και ασαφείς", σημειώνει το άρθρο.
Και καταλήγει; "Είναι λάθος να πιστεύει κανείς ότι οι Ρώσοι έχουν πει την τελευταία τους λέξη. Τηρώντας στάση αναμονής, η Ρωσία έχει αφήσει τους Ευρωπαίους ηγέτες αντιμέτωπους με ένα ακόμη μεγαλύτερο "χάλι", το οποίο χρήζει άμεσης διευθέτησης", ενώ εκείνοι περιμένουν υπομονετικά στη γωνία.
Σύμφωνα με τους νέους όρους, όπως τους προβλέπει η τελική συμφωνία, το βάρος θα πέσει στους μεγάλους λογαριασμούς, οι περισσότεροι εκ των οποίων ανήκουν σε ρωσικές εταιρείες και μεμονωμένους Ρώσους και άλλους μεγαλοκαταθέτες, οι οποίοι είναι λογικό να δυσαρεστούνται από τις εξελίξεις.
«Η κλοπή συνεχίζεται», δήλωσε ο Ρώσος Πρωθυπουργός Ντμίτρι Μεντβέντεφ κατά τη διάρκεια συνάντησης κεκλεισμένων των θυρών με κυβερνητικούς αξιωματούχους.
Στις δημόσιες τοποθετήσεις τους όμως, επισημαίνει το δημοσίευμα, οι Ρώσοι εμφανίζονται περισσότερο μετρημένοι και έχουν λόγους γι' αυτό.
Με διαθέσεις αντεκδίκησης εκτιμά ότι έχει ήδη φορτισθεί η Μόσχα o πρώην ειδικός σύμβουλος του Κρεμλίνου, Αλεξάντερ Νεκράσοφ (Alexander Nekrassov) σύμφωνα με όσα δηλώνει στον Guardian.
Γενικά έχουν αυξηθεί οι φόβοι για ρωσικά αντίποινα στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις αναφέρει το δημοσίευμα.
«Εάν πράγματι συμβεί αυτό, εάν δηλαδή επιβληθεί έκτακτος φόρος 25% σε καταθέσεις άνω των 100.00 ευρώ τότε κάποιοι Ρώσοι θα υποστούν βαρύ πλήγμα», λέει ο Νεκράσοφ αναφερόμενος στα 30 δισεκατομμύρια ρωσικών κεφαλαίων που εικάζεται ότι έχουν επενδυθεί σε κυπριακές τράπεζες.
«Και τότε, φυσικά, η Μόσχα θα αναζητήσει τρόπους να τιμωρήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπάρχουν πολλές γερμανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία. Θα περίμενε κανείς πάγωμα περιουσιακών στοιχείων ή ακόμη και μία φορολόγησή τους. Το Κρεμλίνο υιοθετεί πάντα την πολιτική του «βλέποντας και κάνοντας».
Ωστόσο, ο Νεκράσοφ απορρίπτει το ενδεχόμενο η Ρωσία να αντεπιτεθεί διακόπτοντας την παροχή φυσικού αερίου, τακτική που ακολούθησε το 2009 μετά την κατάρρευση των συνομιλιών με την Ουκρανία.
«Το φυσικό αέριο δεν συνιστά πλέον όπλο. Την προηγούμενη φορά η Μόσχα κατάλαβε ότι το διεθνές ενεργειακό λόμπυ αντέδρασε και αυξήθηκαν οι προσπάθειες να βρεθούν εναλλακτικές λύσεις. Η Ρωσία ξέρει ότι εάν συνέχιζε να απειλεί, τότε κανείς δεν θα αγόραζε από εκείνη φυσικό αέριο για τα επόμενα 20 χρόνια».
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr