Ν. Λυγερού
Τώρα που φτάσαμε επιτέλους στην τελική φάση της θέσπισης της ελληνικής ΑΟΖ, έχουμε διάφορους, για διάφορους λόγους, που προσπαθούν να καθυστερήσουν την όλη διαδικασία χρησιμοποιώντας επιχειρήματα που δεν ακυρώνουν επίσημα την όλη προσπάθεια, αφού λένε ότι πρέπει να γίνει, αλλά μας εξηγούν ότι δεν είμαστε ακόμα έτοιμοι για να υλοποιήσουμε αυτό το όραμα. Έχει ενδιαφέρον αυτή η προσέγγιση με την έννοια του παράλογου, αφού η ΑΟΖ υπάρχει επίσημα από το 1982 με το Δίκαιο της Θάλασσας και τον κυρωτικό νόμο του 1995 που ψηφίσαμε στη Βουλή των Ελλήνων.
Περισσότερο από τριάντα χρόνια μετά την αρχή έχουμε, λοιπόν, άτομα που ακόμα αναρωτιούνται αν είναι η κατάλληλη στιγμή για να θεσπίσουμε την ελληνική ΑΟΖ. Μάλλον δεν έχουν υπολογίσει ότι από τότε ήδη περισσότερες από 130 χώρες σε όλο τον κόσμο έχουν πάρει την ανάλογη απόφαση. Έτσι, λοιπόν, το να θεσπίσουμε την ΑΟΖ δεν είναι μία καινοτομία, ούτε μια παγκόσμια πρωτοτυπία. Δεν είναι ούτε μια επικίνδυνη διαδικασία, αφού είναι μια πράξη που γίνεται μονομερώς από κάθε κράτος. Είναι απλώς θέμα καθαρά πολιτικής βούλησης από την Ελλάδα, αφού εξαρτάται αποκλειστικά από το νομοσχέδιο που θα ψηφιστεί από την Βουλή των Ελλήνων. Είναι απλώς μια συνέχεια του Νόμου περί Υδρογονανθράκων 2289/1995, οποίος τροποποιήθηκε με τον 4001/2011 δίχως να υπάρξει απολύτως κανένα πρόβλημα. Μάλιστα γι’ αυτό το λόγο γίνονται σεισμικές έρευνες στο Ιόνιο Πέλαγος και Νότια της Κρήτης από τη νορβηγική εταιρεία PGS και το καράβι που κάνει αυτή τη μελέτη δεν έχει ανάγκη την προστασία κανενός, ενώ η πορεία του αγγίζει τα όρια των ΑΟΖ της Αλβανίας, της Ιταλίας και βέβαια της Λιβύης. Αυτό δεν είναι μια ψευδαίσθηση, αλλά ένα ιστορικό γεγονός που δεν έχει άλλη ερμηνεία. Με άλλα λόγια η ελληνική ΑΟΖ είναι η επόμενη πραγματικότητα με την οποία θα πρέπει να παίζουμε στρατηγικά σε σχέση με όλους του άλλους παίκτες. Δεν είμαστε πια για άλλες καθυστερήσεις. Μπορούμε να διεκδικήσουμε τα επίσημα δικαιώματά μας μέσω του Δικαίου της Θάλασσας και αυτό είναι ανεξάρτητο από το θέμα των υδρογονανθράκων. Η ελληνική ΑΟΖ είναι ήδη ένας πλούτος για την πατρίδα μας και δεν έχουμε ανάγκη να βρούμε δικαιολογίες για να τη θεσπίσουμε, όπως πολύ σωστά το παρατήρησε ο Θ. Καρυώτης. Οι προσπάθειες του, που άρχισαν πριν τριάντα χρόνια, γίνονταν δίχως καμία από τις γνώσεις που έχουμε τώρα με τα γεωλογικά και στατιστικά δεδομένα. Έχουμε πολλούς ανθρώπους, επιστήμονες και φοιτητές που μπορούν να διαχειριστούν, να μελετήσουν και να αξιοποιήσουν τα δεδομένα που προσφέρει η ελληνική ΑΟΖ. Ήρθε η ώρα να παλέψουμε για την ΑΟΖ μας, όχι πια για το θέμα της θέσπισης, το οποίο βρίσκεται σε τελική φάση αλλά για την αξιοποίησή της. Και αυτό δεν αφορά βέβαια μόνο και μόνο τους υδρογονάνθρακες, αλλά και τις εναλλακτικές πηγές ενέργειας που χρησιμοποιούν τον ήλιο, την θάλασσα και τον άνεμο, που είναι ο φυσικός πλούτος της πατρίδας μας. Για όλα αυτά η ελληνική ΑΟΖ είναι απαραίτητη, διότι δίνει άλλες διαστάσεις στην όλη προσπάθεια, αφού το εμβαδόν της την κατατάσσει στη δεύτερη μεγαλύτερη ΑΟΖ της Μεσογείου. Πρέπει, λοιπόν, να εστιάσουμε τις προσπάθειές μας στο τι θα κάνουμε μετά την θέσπιση της ελληνικής ΑΟΖ και όχι πριν, αφού θέλουν δεν θέλουν μερικοί, αυτό είναι πια δεδομένο και θα αποτελέσει σύντομα ως ιστορικό γεγονός για όλη την πατρίδα μας. Ας αφήσουμε λοιπόν τα κομματικά και τα πολιτικάντικα της μιζέριας, γιατί δεν το αξίζει η Ελλάδα κι ας εργαστούμε όλοι για τα επόμενα βήματα που θα είναι όλο και πιο σημαντικά για το μέλλον μας.
Τώρα που φτάσαμε επιτέλους στην τελική φάση της θέσπισης της ελληνικής ΑΟΖ, έχουμε διάφορους, για διάφορους λόγους, που προσπαθούν να καθυστερήσουν την όλη διαδικασία χρησιμοποιώντας επιχειρήματα που δεν ακυρώνουν επίσημα την όλη προσπάθεια, αφού λένε ότι πρέπει να γίνει, αλλά μας εξηγούν ότι δεν είμαστε ακόμα έτοιμοι για να υλοποιήσουμε αυτό το όραμα. Έχει ενδιαφέρον αυτή η προσέγγιση με την έννοια του παράλογου, αφού η ΑΟΖ υπάρχει επίσημα από το 1982 με το Δίκαιο της Θάλασσας και τον κυρωτικό νόμο του 1995 που ψηφίσαμε στη Βουλή των Ελλήνων.
Περισσότερο από τριάντα χρόνια μετά την αρχή έχουμε, λοιπόν, άτομα που ακόμα αναρωτιούνται αν είναι η κατάλληλη στιγμή για να θεσπίσουμε την ελληνική ΑΟΖ. Μάλλον δεν έχουν υπολογίσει ότι από τότε ήδη περισσότερες από 130 χώρες σε όλο τον κόσμο έχουν πάρει την ανάλογη απόφαση. Έτσι, λοιπόν, το να θεσπίσουμε την ΑΟΖ δεν είναι μία καινοτομία, ούτε μια παγκόσμια πρωτοτυπία. Δεν είναι ούτε μια επικίνδυνη διαδικασία, αφού είναι μια πράξη που γίνεται μονομερώς από κάθε κράτος. Είναι απλώς θέμα καθαρά πολιτικής βούλησης από την Ελλάδα, αφού εξαρτάται αποκλειστικά από το νομοσχέδιο που θα ψηφιστεί από την Βουλή των Ελλήνων. Είναι απλώς μια συνέχεια του Νόμου περί Υδρογονανθράκων 2289/1995, οποίος τροποποιήθηκε με τον 4001/2011 δίχως να υπάρξει απολύτως κανένα πρόβλημα. Μάλιστα γι’ αυτό το λόγο γίνονται σεισμικές έρευνες στο Ιόνιο Πέλαγος και Νότια της Κρήτης από τη νορβηγική εταιρεία PGS και το καράβι που κάνει αυτή τη μελέτη δεν έχει ανάγκη την προστασία κανενός, ενώ η πορεία του αγγίζει τα όρια των ΑΟΖ της Αλβανίας, της Ιταλίας και βέβαια της Λιβύης. Αυτό δεν είναι μια ψευδαίσθηση, αλλά ένα ιστορικό γεγονός που δεν έχει άλλη ερμηνεία. Με άλλα λόγια η ελληνική ΑΟΖ είναι η επόμενη πραγματικότητα με την οποία θα πρέπει να παίζουμε στρατηγικά σε σχέση με όλους του άλλους παίκτες. Δεν είμαστε πια για άλλες καθυστερήσεις. Μπορούμε να διεκδικήσουμε τα επίσημα δικαιώματά μας μέσω του Δικαίου της Θάλασσας και αυτό είναι ανεξάρτητο από το θέμα των υδρογονανθράκων. Η ελληνική ΑΟΖ είναι ήδη ένας πλούτος για την πατρίδα μας και δεν έχουμε ανάγκη να βρούμε δικαιολογίες για να τη θεσπίσουμε, όπως πολύ σωστά το παρατήρησε ο Θ. Καρυώτης. Οι προσπάθειες του, που άρχισαν πριν τριάντα χρόνια, γίνονταν δίχως καμία από τις γνώσεις που έχουμε τώρα με τα γεωλογικά και στατιστικά δεδομένα. Έχουμε πολλούς ανθρώπους, επιστήμονες και φοιτητές που μπορούν να διαχειριστούν, να μελετήσουν και να αξιοποιήσουν τα δεδομένα που προσφέρει η ελληνική ΑΟΖ. Ήρθε η ώρα να παλέψουμε για την ΑΟΖ μας, όχι πια για το θέμα της θέσπισης, το οποίο βρίσκεται σε τελική φάση αλλά για την αξιοποίησή της. Και αυτό δεν αφορά βέβαια μόνο και μόνο τους υδρογονάνθρακες, αλλά και τις εναλλακτικές πηγές ενέργειας που χρησιμοποιούν τον ήλιο, την θάλασσα και τον άνεμο, που είναι ο φυσικός πλούτος της πατρίδας μας. Για όλα αυτά η ελληνική ΑΟΖ είναι απαραίτητη, διότι δίνει άλλες διαστάσεις στην όλη προσπάθεια, αφού το εμβαδόν της την κατατάσσει στη δεύτερη μεγαλύτερη ΑΟΖ της Μεσογείου. Πρέπει, λοιπόν, να εστιάσουμε τις προσπάθειές μας στο τι θα κάνουμε μετά την θέσπιση της ελληνικής ΑΟΖ και όχι πριν, αφού θέλουν δεν θέλουν μερικοί, αυτό είναι πια δεδομένο και θα αποτελέσει σύντομα ως ιστορικό γεγονός για όλη την πατρίδα μας. Ας αφήσουμε λοιπόν τα κομματικά και τα πολιτικάντικα της μιζέριας, γιατί δεν το αξίζει η Ελλάδα κι ας εργαστούμε όλοι για τα επόμενα βήματα που θα είναι όλο και πιο σημαντικά για το μέλλον μας.