19.12.12

Β΄ Σώμα Στρατού: Γυρνώντας 40 χρόνια πίσω;

Β' ΣΣ : Στρατηγική εφεδρεία του Ελληνικού Στρατού
Του Σάββα Δ. Βλάσση*

Η Νέα Δομή Δυνάμεων (ΝΔΔ), μετά πρόσφατη συζήτηση στο ΣΑΓΕ, ετοιμάζεται να τεθεί στο ΣΑΜ, για να ακολουθήσει η παρουσίασή της στην Βουλή και κατόπιν η έγκριση από το ΚΥΣΕΑ. Το ενδιαφέρον της ΝΔΔ επικεντρώνεται κυρίως στον Στρατό Ξηράς, όπου τα τελευταία έτη τέθηκαν σοβαρά ζητήματα όπως η κατάργηση της 1ης Στρατιάς και του Β΄ Σώματος Στρατού, προκαλώντας αρκετές αντιδράσεις.

Το 2010, η εισήγηση του ΓΕΣ περί ΝΔΔ, προέβλεπε διατήρηση αμφοτέρων. Το 2011, δίχως μεσολάβηση σοβαρών ανατροπών στην Πολιτική Εθνικής Άμυνας, με την ανάληψη καθηκόντων ΥΕΘΑ, ο Π. Μπεγλίτης έθεσε ζήτημα επανεξετάσεως, αποβλέποντας σε αναθεώρηση της εισηγήσεως του ΓΕΣ.
Η ανώμαλη αλλαγή της στρατιωτικής ηγεσίας στα τέλη του έτους, ενίσχυσε την θέση περί αναθεωρήσεως, ακόμη και μετά την απομάκρυνση του κ. Μπεγλίτη. Οι διάδοχοι Δ. Αβραμόπουλος και Π. Παναγιωτόπουλος, δεν ασχολήθηκαν. Ο τελευταίος, έχει επιβεβαιώσει από νωρίς ότι δεν ενδιαφέρεται για την ουσία αλλά για την άσκηση επικοινωνιακού τύπου πολιτικής εντυπώσεων. Σύμφωνα με πληροφορίες, η τάση όπως διαμορφώνεται, οδηγεί σε «συμβιβασμό»: διατήρηση της 1ης Στρατιάς αλλά κατάργηση – «θυσία» του Β΄ ΣΣ.

Η άποψη περί καταργήσεως της 1ης Στρατιάς, στην οποία αντιτάχθηκε με επαρκή επιχειρηματολογία ο πρώην Α/ΓΕΣ Αντιστράτηγος Φ. Φράγκος, στηριζόταν σε θεωρητική προσέγγιση των στρατιωτικών πραγμάτων, παρασυρμένη από επιφανειακή εξέταση των γενικότερων μεταψυχροπολεμικών εξελίξεων στο ΝΑΤΟ, που οδήγησαν σε δραστική συρρίκνωση των στρατευμάτων. Παραβλέφθηκε ότι οι λοιπές χώρες-μέλη δεν αντιμετωπίζουν εθνικές απειλές, ούτε έχουν τις ιδιαιτερότητες της μορφολογίας του ελληνικού χώρου με την έντονη εδαφική διαίρεση και διαμερισμάτωση. Παραβλέποντας αμφότερα, οι οπαδοί ενός «μικρότερου αλλά πιο ευέλικτου στρατού», έγιναν κήρυκες ανεδαφικών αντιλήψεων που όμως υιοθετήθηκαν υπό τύπον συνθήματος, επαναλαμβανόμενες έκτοτε αβασάνιστα από τις πολιτικές ηγεσίες, στην προσπάθεια αυτών να εμφανίσουν «άποψη». Τοιουτοτρόπως, καθιερώθηκαν ως δήθεν ρεαλιστικές «στρατηγικές επιλογές» αναδιοργανώσεως των Ενόπλων Δυνάμεων.

Η οικονομική κρίση από το 2009, ενέτεινε την πίεση για δομικές αλλαγές, με στόχο τον περιορισμό των λειτουργικών δαπανών και την εξοικονόμηση προσωπικού προς επαύξηση του ποσοστού επανδρώσεως των μονάδων. Αλλά οι λειτουργικές δαπάνες δεν σχετίζονται τόσο με τον αριθμό στρατοπέδων και στρατηγείων, όσο με τους αριθμούς των αναγκαίων δυνάμεων και οπλικών συστημάτων καθώς και τους ρυθμούς εκπαιδεύσεως. Το δε πρόβλημα επανδρώσεως των μονάδων του Στρατού Ξηράς, επιδεινώθηκε αναίτια το 2009, εκ της μειώσεως της στρατιωτικής θητείας από 12 σε 9 μήνες.

Οι θιασώτες της καταργήσεως της 1ης Στρατιάς και μεγάλων Σχηματισμών επιπέδου Σώματος Στρατού, προβάλλουν κυρίως δύο επιχειρήματα, εντελώς θεωρητικά:

1) Μείωση του αριθμού των αντιστρατήγων
2) Περιορισμός των επιπέδων διοικήσεως.

Οι αντιστράτηγοι

Η μείωση των αντιστρατήγων δείχνει να έχει καταστεί έμμονη ιδέα για τους πολιτικούς. Λογικό, εφόσον πρόκειται περί επικρατήσεως ενός δογματισμού ο οποίος μπορεί να μην προσφέρει ουσία, δημιουργεί όμως εντυπώσεις. Εάν η μείωση του αριθμού των αντιστρατήγων αντιμετωπίζεται ως αυτοσκοπός, δεν χρειάζεται να επιτευχθεί μέσω της διαλύσεως ενός χρήσιμου Σώματος Στρατού. Μπορεί, επί παραδείγματι, να καθιερωθεί για τις θέσεις των δύο Υπαρχηγών ΓΕΣ, η τοποθέτηση παλαιών υποστρατήγων, δίχως ουσιαστικές συνέπειες στην εύρυθμη λειτουργία του ΓΕΣ. Αν, αντιθέτως, καταργηθεί το Β΄ ΣΣ, τότε οι αντιστράτηγοι μειώνονται μόνο κατά ένας, με ουσιαστικές όμως επιχειρησιακές συνέπειες, όπως θα δούμε παρακάτω. Πέραν αυτών, σημειώνεται ότι το Α΄ ΣΣ διοικείται πλέον από υποστράτηγο ενώ και σε άλλες δευτερεύουσες θέσεις (ΔΙΣ, Πολεμικό Μουσείο), οι θέσεις αντιστρατήγων έχουν καταργηθεί.

Επίπεδα διοικήσεως

Ο περιορισμός των επιπέδων διοικήσεως δεν οδηγεί απαραιτήτως σε βελτίωση της διοικήσεως και ελέγχου. Τα επίπεδα διοικήσεως καθορίζονται από τις επιχειρησιακές ανάγκες και όχι από προσωπικές απόψεις ή εμμονές. Ο αριθμός των Σωμάτων Στρατού, ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένες ανάγκες που δημιουργούν οι υφιστάμενες απειλές και οι απαιτήσεις καλύψεως του χώρου. Διάλυση κάποιου Σώματος, έχει συνέπειες, μικρής ή μεγάλης εκτάσεως. Μετά το 1974, κρίθηκε αναγκαία η συγκρότηση του Δ΄ ΣΣ. Στην μεταψυχροπολεμική Ελλάδα, τα Α΄ και Γ΄ ΣΣ, με την συμβατική μορφή τους, κρίθηκε ότι μπορούν να καταργηθούν. Εάν θεωρηθεί ότι δεν υφίσταται απειλή από την Αλβανία και τα Σκόπια, το Α΄ ΣΣ περιττεύει, δίχως σοβαρές συνέπειες. Το Γ΄ ΣΣ διατηρήθηκε σε μορφή Συμμαχικού Στρατηγείου, για ευρύτερους εθνικούς λόγους. Απομένουν τα Β΄ και Δ΄ ΣΣ, με την ΑΣΔΕΝ. Επειδή το Β΄ ΣΣ δεν έχει συγκεκριμένη Ζώνη Ευθύνης, ορισμένοι το βλέπουν ως περιττό. Είναι όμως τόσο απλά τα πράγματα;

Το Β΄ Σώμα Στρατού

Θιασώτες της διαλύσεως του Β΄ ΣΣ, υποστηρίζουν ότι οι δυνάμεις του, ούτως ή άλλως, δεν πρόκειται να ενεργήσουν συγκεντρωτικά ως ανεξάρτητο Σώμα Στρατού αλλά θα διατεθούν σε τοπικές διοικήσεις στον Έβρο, το Αιγαίο κ.λπ. Ως εκ τούτου, κρίνεται ορθολογικό να τελούν από τον καιρό της ειρήνης, απευθείας υπό την διοίκηση της ΑΣΔΕΝ κ.ο.κ.

Πόσο ξέρουμε ή πόσο έχει γίνει κατανοητό το τί αντιπροσωπεύει το Β΄ ΣΣ;

Το Β΄ ΣΣ αναδιοργανώθηκε το 1998, αναλαμβάνοντας ρόλο Δυνάμεως Ταχείας Αντιδράσεως, δηλαδή ρόλο στρατηγικής εφεδρείας. Εγκατέλειψε την συμβατική μορφή του, απαλλάχθηκε από χώρο και αφοσιώθηκε στις δυνάμεις εκείνες που θα πρέπει να υλοποιήσουν τον επιχειρησιακό ελιγμό της ταχείας αντιδράσεως – ενισχύσεως.

Εάν οι τεθωρακισμένες και μηχανοκίνητες ταξιαρχίες εκ της πρώτης αναδιοργανώσεως στην δεκαετία του 1990, αποτελούν την στρατηγική εφεδρεία για ελιγμό στον ηπειρωτικό κορμό, έλειπε η στρατηγική εφεδρεία που θα εξασφάλιζε: α) ταχεία αντίδραση και β) επιχειρησιακό ελιγμό όχι μόνο στον ηπειρωτικό αλλά και τον νησιωτικό χώρο. Το αναδιοργανωμένο Β΄ ΣΣ, ήλθε να καλύψει την απαίτηση αυτή.

Η απαίτηση μετασχηματισμού του Β΄ ΣΣ προέκυψε από τα διδάγματα της κρίσεως των Ιμίων. Την εποχή εκείνη, ο Στρατός Ξηράς ήταν προσανατολισμένος σε μία εντελώς αμυντική διάταξη. Στην Θράκη το Δ΄ ΣΣ και στο Αιγαίο η ΑΣΔΕΝ, διέθεταν δυνάμεις πρώτης γραμμής για την απόκρουση εχθρικής επιθέσεως. Η εξέταση των διδαγμάτων της κρίσεως, όπου αποκαλύφθηκε αδυναμία ταχείας αντιδράσεως σε τοπικό επίπεδο, οδήγησε στο συμπέρασμα ότι ο Στρατός Ξηράς έπασχε γενικότερα, ως προς την ικανότητα υλοποιήσεως επιχειρησιακών ελιγμών πέραν του ηπειρωτικού κορμού. Οι δυνάμεις εκείνες που προορίζοντο για τέτοια έργα, ήταν κυρίως τα Συγκροτήματα των Ειδικών Δυνάμεων: το 1ο ΣΚΔ, το 2ο ΣΑΛ και η 32α ΤΑΞΠ/Ν. Όμως, τα Συγκροτήματα αυτά ήταν σκορπισμένα και «χαμένα», δίχως να τελούν υπό μία κεντρική διοίκηση που θα τα προετοίμαζε από τον καιρό της ειρήνης για τον ρόλο της στρατηγικής εφεδρείας. Ουσιαστικώς, ο Ελληνικός Στρατός δεν είχε συγκεντρωμένη την στρατηγική εφεδρεία του, κατά παράβαση θεμελιώδους στρατιωτικής αρχής. Αιτία ήταν η προηγουμένη αναδιοργάνωση των Ειδικών Δυνάμεων, συντελεσθείσα το 1988, που τις είχε οδηγήσει στην διάλυση.

Γιατί είχε γίνει η αναδιοργάνωση εκείνη; Η αναδιοργάνωση του 1988, δεν στηρίχθηκε σε αμιγώς στρατιωτικά κριτήρια. Προέκυψε από αβάσιμες πολιτικές ιδεοληψίες της τότε πολιτικής ηγεσίας, την οποία διέκριναν έντονα αντιστρατιωτικά και «αντικαταδρομικά» συμπλέγματα (φόβος κινήματος). Για τον λόγο αυτόν, διαλύθηκε η ΙΙΙ Μεραρχία Ειδικών Δυνάμεων.

Γιατί είχε συγκροτηθεί η ΙΙΙ ΜΕΔ; Συγκροτήθηκε το 1978, υπό το φως των διδαγμάτων της κρίσεως του 1974. Σημειώνεται δε ότι σχετική εισήγηση υπήρχε στο ΓΕΣ, προ της εισβολής στην Κύπρο! Το 1974, οι προσπάθειες αποστολής ενισχύσεων στην Κύπρο εκτελέσθηκαν με αυτοσχεδιασμούς και είχαν ως αποτέλεσμα χάσιμο πολύτιμου χρόνου και σοβαρές απώλειες σε έμψυχο δυναμικό. Η σύγχυση και οι αυτοσχεδιασμοί, οφείλοντο εν πολλοίς στην έλλειψη σχεδίων από μία κεντρική διοίκηση η οποία θα τηρούσε συγκεντρωμένη την στρατηγική εφεδρεία του Αρχιστρατήγου. Οι δυνάμεις δεν ήταν προετοιμασμένες, δεν υπήρχαν σχέδια, δεν είχαν γίνει ασκήσεις. Αποφασίσθηκε τότε η αναβάθμιση του 32ου ΣΠ/Ν σε 32α ΤΑΞΠ/Ν, η απόδοσή της στις Δυνάμεις Καταδρομών, οπότε σε συνδυασμό με το 1ο ΣΚΔ και το 2ο ΣΑΛ, υπήχθησαν στην ΙΙΙ ΜΕΔ.

Με την διάλυση της ΙΙΙ ΜΕΔ το 1988, οι Ειδικές Δυνάμεις διασκορπίστηκαν κυριολεκτικώς και «χάθηκαν»: το 1ο ΣΚΔ τέθηκε διοικητικώς υπό το Γ΄ ΣΣ, το 2ο ΣΑΛ υπό την ΑΣΔΕΝ και η 32α ΤΑΞΠ/Ν υπό την 1η Στρατιά. Το νεοσυγκροτηθέν 13ο ΣΑΚ, υπήχθη στην ΔΕΔ. Δίχως κεντρική διοίκηση, οι Ειδικές Δυνάμεις ζημιώθηκαν και τα αποτελέσματα φάνηκαν στην κρίση των Ιμίων.

Στην ουσία, το 1998, η ηγεσία επανήλθε στην απόφαση του 1978! Με την αναδιοργάνωση του Β΄ ΣΣ, καταβλήθηκε έντονη προσπάθεια «συμμαζέματος» των Ειδικών Δυνάμεων και θεραπείας των διαλυτικών καταστάσεων.Απαιτήθηκε ένα ολόκληρο έτος(!) μέχρι να συγκεντρωθεί στις μονάδες των Ειδικών Δυνάμεων προσωπικό το οποίο είχε αποσπασθεί σε καθήκοντα εκτός αποστολής. Ο κάθε μέραρχος ή σωματάρχης, είχε συνηθίσει να ζητάει καταδρομείς και πεζοναύτες για φύλαξη κρίσιμων υποδομών, αποθηκών σε «ξεχασμένα» μέρη, αλλά ακόμη και για καθήκοντα «βιτρίνας», όπως υπεύθυνους λεσχών ή ναυαγοσωστών σε θερινά θέρετρα, ώστε να απαλλαγεί από απείθαρχους, ασουλούπωτους και μη αποδοτικούς κληρωτούς. Επιπλέον, κάθε μέραρχος και σωματάρχης, ζητούσε αγήματα των Ειδικών Δυνάμεων για κάθε εορταστική επέτειο ή εκδήλωση τοπικών αυτοδιοικήσεων. Το προσωπικό των Ειδικών Δυνάμεων είχε καταντήσει «σκορποχώρι» και «για όλες τις δουλειές», με αποτέλεσμα μακροχρόνιες αποσπάσεις και την αποσύνθεση πολύτιμου προσωπικού και μονάδων. Σε συγκεκριμένες περιοχές δε, μονάδες εμφάνιζαν σοβαρά διαλυτικά συμπτώματα που δεν περνούσαν απαρατήρητα στις επιθεωρήσεις. Η αποστολή τους χάθηκε από το προσκήνιο και οι διοικήσεις έχασαν τον προσανατολισμό τους. Το Γ΄ ΣΣ, η ΑΣΔΕΝ και η 1η Στρατιά, δεν πρόσεξαν τις Ειδικές Δυνάμεις «τους», δεν χάραξαν κεντρικές κατευθύνσεις για την προετοιμασία τους.

Με την αναδιοργάνωση του Β’ ΣΣ, καθιερώθηκε κατά παράδοση η ανάληψη της διοικήσεως από αντιστράτηγο των Ειδικών Δυνάμεων. Εκ των πραγμάτων, τα στελέχη των Ειδικών Δυνάμεων διακρίνονται από μεγαλύτερη εξοικείωση στην διακλαδική συνεργασία, εφόσον στις επιχειρήσεις τους συνεργάζονται στενά με τα μέσα της Πολεμικής Αεροπορίας (ΠΑ) και του Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ). Επιπλέον, η απαίτηση συνεργασίας με την Αεροπορία Στρατού, τα καθιστά πιο εξοικειωμένα με το σύνολο των μέσων, των μονάδων και των σχεδίων που υλοποιούν την ταχεία αντίδραση – ελιγμό. Ο καταδρομέας διοικητής του Β΄ ΣΣ, πέρασε τις κεντρικές κατευθύνσεις που έδωσαν πραγματική υπόσταση στις δυνάμεις του, ως στρατηγική εφεδρεία. Οι διοικήσεις προσαρμόστηκαν και συντονίστηκαν. Δημιουργήθηκε “esprit de corps” Δυνάμεων Ταχείας Αντιδράσεως.

Η θετική επίδραση που είχε η αναδιοργάνωση του Β΄ ΣΣ στις Ειδικές Δυνάμεις, δεν ήταν το μεγαλύτερο όφελος που προέκυψε. Πολύ μεγαλύτερης σημασίας ήταν η επίδραση που άσκησε στην ριζική «αναγέννηση» της Αεροπορίας Στρατού (ΑΣ), ένα Όπλο κρίσιμης σημασίας. Μέχρι τότε, η ΑΣ τελούσε σε παρακμή. Όπως οι Ειδικές Δυνάμεις, ήταν και αυτή «χαμένη». Κανείς δεν την πρόσεχε. Μεγάλο πρόβλημα ήταν η νοοτροπία των στελεχών της. Προερχόμενα από άλλα Όπλα, στα οποία απεδίδοντο κατά διαστήματα, δεν μπορούσαν να αποδώσουν τα μέγιστα, ωθώντας την ΑΣ στον εκσυγχρονισμό. Δεν υπήρχε πνεύμα ξεχωριστού Όπλου. Ο καταδρομέας αντιστράτηγος του Β΄ ΣΣ, ήταν αυτός που, μέσω της 1ης ΤΑΞΑΣ, στην ουσία «ξανάβαλε στο παιχνίδι» την ΑΣ, προβαίνοντας κατ’ αρχάς στην επιβολή τυποποιήσεως μεταξύ των μονάδων της, κάτι που έλειπε ακόμη και σε επιχειρησιακά ζητήματα. Η απαίτηση για στενότερη συνεργασία και εκπαίδευση με τα Συγκροτήματα των Ειδικών Δυνάμεων, έδωσε το μέτρο των προκλήσεων που έπρεπε να υπερβεί η ΑΣ. Η εκπαίδευση, μετά την διάλυση και της ΙΙΙ ΜΕΔ, είχε ατονήσει, η δε νυκτερινή που σχεδόν είχε καταργηθεί, επανήλθε στο προσκήνιο. Σε συνδυασμό με την απόφαση του 1998, να αποτελέσει ξεχωριστό Όπλο, επισφραγίστηκε η επιτυχής πορεία «αφυπνίσεως» της ΑΣ, η οποία σήμερα παρουσιάζει διοικήσεις υψηλού επιπέδου, με άριστη επιχειρησιακή αντίληψη, πραγματικά «κοσμήματα».

Το αναδιοργανωμένο Β΄ ΣΣ ήταν αυτό που ανέλαβε την κατάρτιση λεπτομερών σχεδίων για κάθε είδους ταχεία επέμβαση, στο πλαίσιο επιθετικών ή αμυντικών επιχειρήσεων, σε κάθε μέρος της εθνικής επικράτειας και εκτός αυτής (σφάλουν όσοι προεξοφλούν ότι οι δυνάμεις του Σώματος θα αναπτυχθούν αποκλειστικώς σε περιοχές ελεγχόμενες από τοπικές φίλιες δυνάμεις). Εκεί που υπήρχε χάος, τέθηκε μία τάξη. Τα σχέδια δοκιμάσθηκαν σε ασκήσεις, αποκτήθηκε πολύτιμη επιτελική εμπειρία, υποδομή και αυτοπεποίθηση και σήμερα ο Στρατός Ξηράς δεν έχει καμμία σχέση από πλευράς διατάξεως, με το 1996.

Στην κρίση των Ιμίων, υπήρχαν όπως είπαμε οι στατικές δυνάμεις του Δ΄ ΣΣ και της ΑΣΔΕΝ στην μεθόριο.Επικρατούσε σχεδόν πλήρως παθητική άμυνα. Σήμερα, το Β΄ ΣΣ είναι αυτό που εξασφαλίζει την εφαρμογή του δόγματος της ενεργητικής άμυνας σε όλα τα μήκη και πλάτη. Με τις 1η ΤΑΞΚ/Δ-ΑΛ, 32α ΤΑΞΠ/Ν και 71η Α/Μ ΤΑΞ, είναι σε θέση να ενεργήσει αερομεταφερόμενες, αεροκίνητες και αμφίβιες επιχειρήσεις, υλοποιώντας επιθετικά και αμυντικά σχέδια, είτε σε ανεξάρτητη βάση είτε στο πλαίσιο υποστηρίξεως γενικότερου στρατηγικού ελιγμού του Αρχιστρατήγου. Από την κεντρική θέση του ηπειρωτικού κορμού, είναι δυνατή η κάλυψη των βορείων συνόρων (Αλβανία, Σκόπια) με βαριές δυνάμεις (ΙΙ Μηχανοκίνητη Μεραρχία Πεζικού) σε συνδυασμό και με τις λοιπές προαναφερόμενες δυνάμεις ταχείας αντιδράσεως. Μπορεί δηλαδή να καλύψει άριστα κενό από τυχόν διάλυση του Α΄ ΣΣ.

Ας αναρωτηθούμε λοιπόν: οι λόγοι που επέβαλλαν την αναδιοργάνωση του Β΄ ΣΣ, έχουν εκλείψει; Όχι. Το κυριότερο όλων είναι ότι μέχρι σήμερα, η αναδιοργάνωση του Β΄ ΣΣ αποδείχθηκε απολύτως επιτυχής. Με άλλα λόγια, από τους διαφόρους «πειραματισμούς» του παρελθόντος, είναι ίσως η μόνη αναδιοργάνωση που απέδειξε ότι «λειτουργεί». 

Η διάλυση του Β΄ ΣΣ θα οδηγήσει τον Στρατό Ξηράς πίσω στο 1998, δηλαδή στο… 1978. Η στρατηγική εφεδρεία θα παύσει να είναι συγκεντρωμένη και θα διασκορπιστεί ενώ το πολύτιμο Στρατηγείο του Β΄ ΣΣ, δύσκολα θα μπορεί να υποκατασταθεί. Γιατί πολύτιμο; Απ’ τα προαναφερθέντα, ενδεχομένως σχηματίζεται η εντύπωση ότι η αξία του Β΄ ΣΣ εξαντλείται στην προετοιμασία των δυνάμεών του από τον καιρό της ειρήνης, εφόσον σε περίοδο επιχειρήσεων, όντως κάποιες εξ αυτών διατίθενται υπό τον επιχειρησιακό έλεγχο άλλων διοικήσεων. Με άλλα λόγια, το Στρατηγείο του Β΄ ΣΣ, δεν αναλαμβάνει ρόλο στον πόλεμο. Δεν είναι έτσι.

Ασκήσεις απέδειξαν περιπτώσεις όπου η αποστολή μεγάλου αριθμού δυνάμεων καθιστούσε αδύνατη την ενάσκηση ελέγχου και διοικήσεως από τον τοπικό υποστράτηγο διοικητή, είτε στον Έβρο, είτε στο Αιγαίο (Λέσβος, Ρόδος). Αυτό καθιστούσε απαραίτητη την επιτόπου ανάπτυξη ενός ανωτέρου επιπέδου διοικήσεως (αντιστράτηγος). Είναι αδιανόητο σε τέτοιες καταστάσεις να μετασταθμεύσει το Στρατηγείο του Δ΄ ΣΣ ή της ΑΣΔΕΝ για να αναλάβει το έργο αυτό. Θα είναι αδύνατη η διοίκηση των υπολοίπων δυνάμεών τους. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η ανάπτυξη του Στρατηγείου του Β΄ ΣΣ, απεδείχθη η ενδεδειγμένη λύση. Βλέπουμε δηλαδή ότι το ανώτερο επίπεδο του Β΄ ΣΣ, δεν είναι απλώς ένα «γραφειοκρατικό» σκαλοπάτι στην αλυσίδα διοικήσεως, όπως το αντιλαμβάνονται οι άσχετοι. 

Χρήσιμο όμως, σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν είναι μόνο το Στρατηγείο του Β΄ ΣΣ. Αντιστοίχως, στις περιπτώσεις αποστολής δυνάμεων υπό την διοίκηση ταξιάρχου (ΣΔΙ ή ΑΔΤΕ σε Λήμνο, Χίο, Σάμο, Κω), είναι δυνατό να προκύψει απαίτηση επιτόπιας παρουσίας υποστρατήγου. Η Ι Μεραρχία Πεζικού (Επιχειρησιακό Στρατηγείο) του Β΄ ΣΣ, αυτόν ακριβώς τον ρόλο μπορεί να διαδραματίσει. Διαθέτει η ΑΣΔΕΝ ανάλογο Επιχειρησιακό Στρατηγείο; Όχι.

Όσον αφορά τον διασκορπισμό επιλέκτων Σχηματισμών όπως η 1η ΤΑΞΚ/Δ-ΑΛ, η 32α ΤΑΞΠ/Ν και η 71η Α/Μ ΤΑΞ, οι συνέπειες θα είναι οδυνηρές. Δώσαμε μία εικόνα από την διάλυση που επικράτησε από το 1988 μέχρι το 1998. Διευκρινίζεται ότι η ιδέα περί διαλύσεως της 1ης ΤΑΞΚ/Δ-ΑΛ και της επανασυστάσεως του 1ου ΣΚΔ και του 2ου ΣΑΛ, στηρίζεται περισσότερο στην πρόθεση μειώσεως των θέσεων ταξιάρχων και δεν θα έχει σοβαρές συνέπειες. Δεν θα ασχοληθώ με γραφικές προτάσεις περί αποδόσεως της 32ης ΤΑΞΠ/Ν στο ΠΝ. Οι «προοδευτικές» ιδέες που συχνά καλλιεργούνται στο στενό περιβάλλον της πολιτικής ηγεσίας από «στρατηγούς της πολυθρόνας», είναι επικίνδυνες.

Αυτό όμως δεν είναι το χειρότερο. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος εμφανίζεται όταν στρατιωτικοί επιλέγουν να συμπλεύσουν με επικίνδυνες «μόδες», με τις οποίες ερωτοτροπούν οι πολιτικοί. Η μη αξιοκρατική ανάδειξη ηγεσιών και η επικράτηση συντεχνιακών αντιλήψεων, διαμορφώνουν επιτελική σκέψη περιορισμένων οριζόντων, οδηγώντας σε εσφαλμένη αξιολόγηση καταστάσεων, ανωμαλία και εσφαλμένες αποφάσεις στρατηγικής σημασίας.Ας θυμηθούμε ποια ήταν η στρατιωτική ηγεσία, που «αποφάσισε» την διάλυση της ΙΙΙ ΜΕΔ: ο Α/ΓΕΕΘΑ προερχόταν από την ΠΑ και ο Α/ΓΕΣ από το Όπλο του Μηχανικού. Τυχαίο; Τί αντίληψη κι εμπειρίες από μεγάλα γυμνάσια, μπορεί να έχει ένας αεροπόρος ή ένας αξιωματικός του Μηχανικού, για την στρατηγική εφεδρεία των χερσαίων δυνάμεων; Εξαιτίας τυφλών κομματικών επιρροών, ελλείψεως προσόντων και εμπειριών, προκειμένου να καταστούν αρεστές, τέτοιες ηγεσίες προβαίνουν σε μοιραίες στρατηγικές επιλογές. Για τα σημερινά δεδομένα, αυτό μπορεί να δώσει το τελειωτικό χτύπημα σε ένα στράτευμα το οποίο έχει πληγεί ήδη σοβαρά από άστοχες πολιτικές αποφάσεις (μειώσεις θητείας) που το φέρει στα όρια.

Είναι τυχαίο άραγε, το ότι για πρώτη φορά το 2011, διοικητής στο Β΄ ΣΣ τοποθετήθηκε αντιστράτηγος μη προερχόμενος από τις Ειδικές Δυνάμεις; Γιατί τοποθετήθηκε αντιστράτηγος από το Όπλο των Τεθωρακισμένων; Δεν υπήρχε διαθέσιμος αντιστράτηγος καταδρομέας; Υπήρχε, αλλά τοποθετήθηκε στην διοίκηση του Δ΄ ΣΣ. Μήπως θα ήταν ορθολογικότερο να γίνει το αντίστροφο; Αυτή και μόνο η «ανωμαλία», κρούει κώδωνα κινδύνου. Η επιλογή αξιωματικού εκ των Τεθωρακισμένων για το Β΄ ΣΣ, είναι δυνατό να ερμηνευτεί ως επιβεβαίωση της «τυφλής» αποφάσεως διαλύσεως του Σώματος με κάθε τρόπο, αποφεύγοντας την υπηρεσιακή αντίδραση ενός καταδρομέα. Είναι ντροπή για τον Ελληνικό Στρατό, να επιτρέπεται η δημιουργία και μόνο, τέτοιων εντυπώσεων.

Η διάλυση του Β΄ ΣΣ, θα έχει αλυσιδωτές συνέπειες για την ΑΣ, συμπαρασύροντας σε μαρασμό την 71η Α/Μ ΤΑΞ και τις Ειδικές Δυνάμεις γενικότερα. Κάτι, που έρχεται σε άμεση αντίφαση με την σοβαρή προσπάθεια που καταβάλλει ο Α/ΓΕΕΘΑ προς την κατεύθυνση των διακλαδικών Ειδικών Επιχειρήσεων. Τα στελέχη όμως των Ειδικών Δυνάμεων, προέρχονται από κοινή δεξαμενή προσωπικού. Η κατάσταση αυτή θα διχάσει το σύνολο και θα οδηγήσει σε δυνάμεις δύο (πολύ διαφορετικών) «ταχυτήτων».

Εν κατακλείδι:

• Τα επιχειρήματα υπέρ της διαλύσεως του Β΄ ΣΣ, είναι εντελώς θεωρητικά. Απέχουν από την πραγματικότητα και τον ορθολογισμό.
• Η αναδιοργάνωση του Β΄ ΣΣ, έχει αποδειχθεί πετυχημένη. Δεν εξέλειπαν οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτήν.
• Τυχόν διάλυσή του, θα συντελέσει σε έναν αποδυναμωμένο στρατό, με διχασμένη προσωπικότητα, υστερούντα σοβαρά στην ενεργητική άμυνα.

*Ο Σάββας Δ. Βλάσσης είναι εκδότης του περιοδικού ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ

enkripto