Φούγκα για δύο ασύμμετρες φωνές
της Ρένας Ραψομανίκη
Η Αίγλη, στα δεκαοχτώ της, ξεδιπλώνει μια συμπυκνωμένη κεντρική μουσική ιδέα.
της Ρένας Ραψομανίκη
Η μελωδία - λες και βγαίνει από πίκολο φλάουτο - είναι λυρική, μαλακή, χαμηλόφωνη, εφησυχασμένη,γαλήνια χωρίς εξάρσεις, χωρίς κραδασμούς.
Ο Μιχαλιός, η δεύτερη φωνή που ακολουθεί με μικρή διαφορά φάσης, αφηγείται το ίδιο ακριβώς μουσικό θέμα, μα με τρόπο πιο έντονο. Τα κρουστά κάνουν δυναμική είσοδο και δονούν τον χώρο.
Η μελωδία διαφοροποιείται, απλώνεται, ανελίσσεται.
Ο ακροατής έχει την αίσθηση πως αντιλαμβάνεται τα γεγονότα κυβιστικά σαν να βλέπει τις διαφορετικές όψεις τους.
Οι δύο φωνές – οι δύο κοσμοθεωρίες για την ακρίβεια - αποδεικνύονται ασύμμετρες κι όσο πασχίζουν να ταιριάξουν τη μελωδία τόσο η διαφορετικότητα ορθώνεται να εμποδίσει την προσέγγιση. Μα, πράμα παράξενο, οι παραφωνίες δεν ενοχλούν – ίσως γιατί βρίσκονται στην ίδια τονικότητα. Το μουσικό θέμα περνάει από τη μια φωνή στην άλλη και, καθώς η πλοκή ρέει, οι φωνές μπλέκονται ακουστικά με τρόπο που θυμίζει κυνηγητό ανάμεσα στις νότες – αυτό ακριβώς το κυνηγητό που αποτελεί το χαρακτηριστικό της φούγκας.
Ξαφνικά - και πρόωρα – η κινητικότητα κοπάζει και η ροή διακόπτεται βίαια.
Ακολουθεί σιωπή δεκαετιών. Κι εκεί που ο ακροατής έχει πειστεί πως το μουσικό κομμάτι θα μείνει ημιτελές, η μελωδία ξεκινάει δειλά, ανιχνευτικά, ψιθυριστά.
Μα τώρα πρόκειται για το τραγούδι δύο ώριμων ατόμων με παγιωμένες απόψεις, με κατασταλαγμένες στάσεις απέναντι στα γεγονότα, με αντιδιαμετρικές επιλογές ζωής. Κανείς δεν μπορεί να πάρει πίσω όσα έχει ζήσει ούτε τον τρόπο που τα έζησε.
Πώς βίωσαν – όντας απόμακροι – τα ίδια γεγονότα; Την δικτατορία των συνταγματαρχών, τα αποτελέσματα των εισαγωγικών για το Πανεπιστήμιο, τον έρωτα, τις σπουδές, την επιλογή καριέρας, την αντιδικτατορική δράση, την τρομοκρατία…;
Οι κλωστές, που δεν έπαψαν ποτέ να τους κρατούν δεμένους ωστόσο, ξαναρχίζουν να κινούνται στα χέρια κάποιου έμπειρου μαριονετοπαίκτη. Εκείνοι νιώθουν οργισμένοι, έτοιμοι να καυγαδίσουν, να υπερασπιστούν με νύχια και δόντια τα μονοπάτια που περπάτησαν. Ο συντηρητισμός της δαγκώνει τις αντικομφορμιστικές συμπεριφορές του. Δεν καταφέρνουν όμως να ξεγελάσουν κανένα – πολύ περισσότερο τον εαυτό τους. Στην πραγματικότητα τρυφερεύουν, μαλακώνουν, πλησιάζουν, γίνονται ένα. Ο ακροατής εύλογα πιστεύει πως είναι πια καιρός να γεφυρωθεί το τριαντάχρονο κενό.
Ο συνθέτης έχει αποφασίσει διαφορετικά.
Μέσα από την αποκάλυψη γεγονότων που κρατήθηκαν μυστικά έρχεται η ραγδαία αποκλιμάκωση που επαναφέρει την βασική μουσική ιδέα στην αρχική μορφή, στο αιώνιο δίδυμο γέννηση-θάνατος.
Το παραπάνω κείμενο αποτελεί την κεντρική ιδέα του μυθιστορήματος που θα δημοσιεύεται το επόμενο διάστημα στα Γιούλια.
--
Ανάρτηση Γιούλια Ολόμπλαβα