31.10.12

Η λογοτεχνική μας γωνιά

Η κρυφή ιδιαιτερότητα του πλήκτρου Q...το τέλος


της Ρένας Ραψομανίκη

Πείστηκε πως τα μαλλιά του θα μύριζαν πάντα κανέλλα.
Πάντα;
Πολύ βαριά λέξη! 
Λίγο καιρό αργότερα εκείνος έφυγε για μεταπτυχιακά στην Αμερική. Πώς θα μπορούσε να αντέξει τον χωρισμό ούτε που ήξερε. Ευλογημένος αυτός που επινόησε την  ηλεκτρονική αλληλογραφία! Αντάλλαξαν χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες, εκατοντάδες χιλιάδες λέξεις. Κάθε του γράμμα είχε την ιδιαιτερότητα του καινούργιου, όλα όμως άρχιζαν πανομοιότυπα. Είχε μια  λέξη αποκλειστικά για κείνη: φιλόστομη
-Τι σημαίνει; Απόρησε την πρώτη φορά που της το είχε ψιθυρίσει.
-Δεν ξέρω ακριβώς, είναι μια λέξη της πατρίδας μου μα είναι τόσο γλυκόηχη που λες και φτιάχτηκε για σένα. 
Κι αφού πέρασε λίγος καιρός:
-Ρώτησα έναν παππού. Σήκωσε τους ώμους και απάντησε: “εμείς φιλόστομη λέγαμε εκείνη που φιλάει ωραία”. Έκανα διάνα, δεν συμφωνείς; 


Η χρονική διαφορά ανάμεσα στις δύο ηπείρους είχε μεταφυσικά παρεπόμενα στην αλληλογραφία. Ο ήλιος που ανέτειλε στο παράθυρό της θα έκανε εφτά ώρες να φτάσει στο δικό του. Ήταν ένα μικρό μπέρδεμα  πώς να κλείσει το πρώτο γράμμα της ημέρας:  καληνύχτα ή καλό ξημέρωμα; μα ούτε που λογάριαζε πως εκείνος κοιμόταν. Έγραφε σαν να του μιλούσε ζωντανά, ανιχνεύοντας στα μάτια του  αντιδράσεις.
-Πού είσαι; Ρωτούσε συχνά με μια ερώτηση χωρίς νόημα.
-Είμαι εδώ. Απαντούσε όλο χαρά λες και συναντιόνταν.

Συναντιόνταν; Πού ακριβώς; Σε ποιο ακαθόριστο σημείο του κυβερνοχώρου;  Με ποια μαγική συνταγή ταυτοποιούσαν αξεδιάλυτα το εδώ με το εκεί, το τώρα με το αργότερα; Πώς κατάφερναν να εκμηδενίζουν τα χιλιάδες μίλια – συν ένα ωκεανό - που μεσολαβούσαν; Με ποια μαγική μέθοδο εξουδετέρωναν τις ενενήντα τέσσερις μοίρες που βρισκόταν ανατολικά του, τις πέντε μοίρες που βρισκόταν βόρια της; Συναντιόνταν  εκεί που το αντικειμενικό δεν έχει δικαιοδοσία, εκεί που γίνεται δυνατό το αδύνατο, εκεί όπου οι έννοιες  γεωγραφικό πλάτος και μήκος είναι ανύπαρκτες, όπου ο χρόνος δεν μετριέται με ρολόγια, όπου οι ζώνες ώρας δεν έχουν ισχύ, όπου ο ήλιος δεν κάνει το συνηθισμένο ταξίδι. Στη μαγική χώρα των επιθυμιών, στη χώρα των όμορφων χωρισμένων εραστών!

Άπλωσαν όλες τις πτυχές της ζωής τους σ’ εκείνη την εκ βαθέων επικοινωνία. Γνωρίστηκαν τους εννέα μήνες της ακαδημαϊκής χρονιάς, όσο δεν είχαν γνωριστεί όλο τον προηγούμενο καιρό. Χωρίς να λείπουν και οι ντελικάτες χαριτωμενιές που αποκτούν βάρος ογκόλιθου στα χείλη των ερωτευμένων.
-Γιατί χρησιμοποιείς το εγγλέζικο ερωτηματικό όταν γράφεις ελληνικά;
-Δεν βρίσκω το ελληνικό πουθενά στο πληκτρολόγιό μου.
-Δεν είναι δυνατόν. Δοκίμασε να πατήσεις το πλήκτρο Q.
-;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;; Δουλεύει!!! Για φαντάσου! Φρικτός σχεδιασμός! Θα σε θυμάμαι κάθε φορά που θα πατάω το ελληνικό ερωτηματικό.
-Μόνο;;;

Η λαχτάρα της είχε απογειωθεί, καθώς το αεροπλάνο που τον έφερνε κοντά της προσγειωνόταν. Χώθηκε στην αγκαλιά του στην πύλη εξόδου αδιαφορώντας που παρενοχλούσαν την έξοδο επιβατών από όλες τις φυλές της γης. 
Δεν χρειάστηκε παρά μία  στιγμή για να  νιώσει την έλλειψη!  
Η αγαπημένη μυρωδιά δεν ήταν πια εκεί! 
Κάτι ράγισε μέσα της! 
Όχι, δεν του έβρισκε ψεγάδι, ήταν απαράλλακτα ίδιος όπως τον ήξερε. Με τις προδιαγραφές του, με τις ιδέες του, με τις αρχές του, με τις αξίες του. Απλώς τα μαλλιά του είχαν πάψει να μυρίζουν κανέλλα κι αυτό δεν είχε παρά μία μόνο ανάγνωση: το παραμύθι είχε τελειώσει. Κι εκείνη είχε μόλις κλείσει τα είκοσι δύο.
Τι κάνεις χωρίς παραμύθι σ’ αυτή την ηλικία;

Συμβιβάζεσαι με το υπόλοιπο πακέτο και εγκλωβίζεσαι στον ορθολογισμό;
Ψάχνεις για καινούργιο παραμύθι εν γνώσει σου πως όταν τελειώσει θα βρεθείς πάλι μπροστά στο ίδιο δίλημμα;
Πετάς στον σκουπιδοτενεκέ  το απόκομμα του πρώτου αριθμού του λαχείου που σου έλαχε να το βρει κάποια που ψάχνει θησαυρούς στα σκουπίδια;
Αποφασίζεις να κάνεις τη ζωή σου ένα αδιάκοπο κυνήγι πίσω από τη χίμαιρα; 
Κι αν κάποτε, κατά τύχη, σκοντάψεις επάνω του και τον δεις τριγυρισμένο από τα τέσσερα παιδιά του –  που θα μπορούσαν να είναι και δικά σου – πού θα κρυφτείς για να μη σε πάρει είδηση; 

Πήρε γρήγορα και παρορμητικά την απόφαση  και του την ανακοίνωσε. Την  κοίταξε αποσβολωμένος, λες και είχε πέσει ο ουρανός στο κεφάλι του. Δεν είχε προσέξει ή δεν του είχε επιτρέψει να πάρει είδηση τι καυγάς γινόταν εδώ και λίγο καιρό στο κεφάλι της. Το “ δεν σ’ αγαπώ πια και δεν ξέρω γιατί” ήταν απελπιστικά αφοπλιστικό. Ακύρωνε κάθε σκέψη να την  διεκδικήσει ή να την δελεάσει με παρακάλια ή επιχειρήματα με υποσχέσεις ή πειθώ.  Χώρισαν φιλικά, χωρίς να διευθετήσουν εκκρεμότητες όπως βιβλία που του είχε δανείσει, δικά του CD  που είχαν ξεχαστεί σπίτι της. Ήταν κι εκείνη η γαλάζια ζακέτα, που είχε προνοήσει να έχει μαζί του τις προάλλες που έπιασε ένα ξαφνικό αεράκι, και της την είχε φορέσει τρυφερά. Κι εκείνη γελούσε που της κρέμονταν τα μανίκια, αλλά της άρεσε που ήταν μαλακή και ζεστή.

Δεν ήταν εύκολο.
Το χέρι πήγαινε από συνήθεια στο τηλέφωνο, στο πληκτρολόγιο…
Του τηλεφώνησε για τη ζακέτα, κι εκείνος είπε δεν την χρειάζεται ας την κρατήσει για ανάμνηση. 
Μα δεν την είχε ανάγκη.
Ήξερε πως δεν υπήρχε περίπτωση, σ’ όλη της τη ζωή, να πατήσει το πλήκτρο Q και να μην δακρύσει.

Υ.Γ   Ζορίστηκα μέχρι ν' αποφασίσω την κατάληξη αυτής της ιστορίας. Με δυσκολεύει το δίδυμο: μένω στα κεκτημένα ή ρισκάρω ποντάροντας στο καλύτερο. Είναι άραγε το καλύτερο εχθρός του καλού; Είναι ο ορθολογισμός καλός σύμβουλος ή τάφος του καινούργιου;
Εδώ, στα δύσκολα, ζητάω τη γνώμη των αναγνωστών.
Στο πάνω αριστερό μέρος της σελίδας διεξάγεται μια ψηφοφορία πάνω στο ερώτημα:ήταν σωστή η απόφαση να χωρίσουν;
Είναι θερμή παράκληση να μην τσιγκουνευθείτε να καταθέσετε τη γνώμη σας.
Περιττό να πω πως η πρόσκληση απευθύνεται και στους αναγνώστες που διαβάζουν αυτές τις ιστορίες από άλλες ιστοσελίδες στις οποίες αναδημοσιεύονται. Ας κάνουν τον κόπο να μπουν στα   Γιούλια Ολόμπλαβα  να δηλώσουν την άποψή τους.
Η ψηφοφορία θα διαρκέσει  μέχρι τις 31/12/2013.
Μετά την εκπνοή της προθεσμίας, και αν η πλειοψηφία αποφασίσει διαφορετικά,  δεσμεύομαι να ξαναγράψω το τέλος προς την αντιδιαμετρική κατεύθυνση.
Αυτό είναι, βλέπεις, το πλεονέκτημα των φανταστικών ιστοριών σε σχέση με τις αληθινές. 



--
 Γιούλια Ολόμπλαβα