Η κρυφή ιδιαιτερότητα του πλήκτρου Q
Της Ρένας Ραψομανίκη
Δεν είχαν, ωστόσο, κοινά ενδιαφέροντα· το αντίθετο μάλιστα. Του άρεσαν τα βουνά, εκείνη λάτρευε τη θάλασσα. Διάβαζε μυθιστορήματα, εκείνος Ιστορία και φιλοσοφία. Άκουγε κλασσική μουσική αποκλειστικά κι εκείνη όλα τα είδη μουσικής αν εξαιρέσεις την κλασσική. Έτρεχε από γυμναστήριο σε γήπεδο με μια ρακέτα στο χέρι ή ένα σακίδιο στην πλάτη ενώ εκείνος απολάμβανε το χουζούρι. Λάτρευε το χορό κι εκείνος ένιωθε αμήχανος στην πίστα, ανίκανος να συντονίσει το σώμα του με τον ρυθμό της μουσικής. Ήταν αντιπροσωπευτικός τύπος “ταξιδευτή της πολυθρόνας” κι εκείνη παθιαζόταν με τα ταξίδια. Παρόλο που εκείνος σπούδαζε θεωρητικές επιστήμες κι εκείνη θετικές, ήταν πρακτικός στα καθημερινά, βγάζοντας πάντα την κατάλληλη λύση από το τσεπάκι του, την ώρα που εκείνη θεωρητικολογούσε και πελαγοδρομούσε ταξινομώντας τα ενδεχόμενα.
Δεν τους τρόμαζαν οι διαφορές. Ήταν τόσο νέοι. Οι προτιμήσεις τους δεν είχαν παγιωθεί, όλα ρευστά ήταν, ο χρόνος ήταν μπροστά τους ν’ ανακαλύψουν το καινούργιο που πρότεινε ο άλλος, να αναθεωρήσουν απόψεις, να βάλουν στο μίξερ ενδιαφέροντα και προτιμήσεις, να τα ζυμώσουν μέχρι να γίνουν μίγμα ομογενές. Πίστευαν ότι αγεφύρωτες είναι μόνο οι διαφορές σε αρχές και αξίες. Ήταν βάσιμη η αισιοδοξία τους ότι θα κατάφερναν να περπατήσουν χέρι-χέρι σε μια κοινή ζωή.
Βέβαια στα είκοσι, καλές οι αναλύσεις και οι προδιαγραφές, αλλά έρωτας χωρίς τη μαγεία του παραμυθιού γίνεται; Και κοίτα να δεις που ούτε κι αυτό έλειπε. Για κάποιο ανεξήγητο λόγο από τα μαλλιά του αναδυόταν μια ερεθιστική μυρωδιά κανέλλας. Η μυρωδιά ερέθιζε την όσφρησή της με ιδιαίτερα οικείο τρόπο. Η μητέρα την χρησιμοποιούσε κατά κόρον στην μαγειρική – έλεγε ότι άρεσε πολύ στον πατέρα. Την πρώτη φορά που την φίλησε – τρυφερά σε όλα τα σημεία του προσώπου, μέχρι που την έκανε να αποζητάει απελπισμένα τα χείλη του πάνω στα δικά της – αυτό το άρωμα τη μέθυσε τόσο, που γύρισε σπίτι παραπατώντας. Η συχνότητα της επανάληψης την έπεισε πως δεν ήταν συμπτωματικό.
Του ζητούσε, αδιάφορα τάχα, πληροφορίες για καλλυντικά. Τι σαμπουάν, ποιον αφρό ξυρίσματος, ποιο αποσμητικό…; Διάβαζε και αντέγραφε προσεχτικά τα συστατικά των συγκεκριμένων προϊόντων. Μια φίλη χημικός μπήκε πρόθυμα στο παιχνίδι και μαζί βάλθηκαν να ψάχνουν στα βιβλία τους χημικούς τύπους των συγκεκριμένων ουσιών και να τους βάζουν σε αντιπαραβολή με τον χημικό τύπο του κιννάμωμον μήπως ανακαλύψουν ομοιότητες που θα τις οδηγούσαν στην ταυτοποίηση. Η επιστημονική μέθοδος, ανέκαθεν αντίπαλος της μαγείας, επιστρατεύτηκε να ξεδιαλύνει το ακατανόητο.
Όσο πιο πυκνό γινόταν το μυστήριο, τόσο πιο πολύ την ξετρέλαινε αυτή η μυρωδιά. Έφτασε στο σημείο να τον υποπτεύεται πως έκρυβε πληροφορίες, για να κρατάει σαν μυστικό όπλο αυτό το κάτι που είχε πια καταλάβει πόσο την γοήτευε. Εκείνος, με το πρακτικό του πνεύμα, προσπαθούσε να την πείσει ότι είναι ιδέα της – μια πολύ κολακευτική ιδέα, παραδέχτηκε - και η φίλη επιβεβαίωσε την εκδοχή του μέσα από μια αφελή συνωμοσία.
Στην πρώτη τους επέτειο έδωσαν στους εαυτούς τους την πολυτέλεια ενός, Σαββατοκύριακου στη θάλασσα. Βρήκε την ευκαιρία να ψάξει με μανία τα προσωπικά του είδη. Η έρευνα δεν έφερε στο φως καινούργια στοιχεία, οι πληροφορίες που είχε δώσει επαληθεύτηκαν στο ακέραιο. Δεν έμενε παρά να το αποδεχτεί, χωρίς να το καταλαβαίνει κι έμαθε να απολαμβάνει τη μαγεία του. Το βάφτισε κι όλας “ερωνέλλα” συμπλέκοντας τις λέξεις έρωτας και κανέλλα. Κάτι που αποκτάει όνομα αποκτάει ταυτόχρονα και υπόσταση. Ισχυριζόταν με κάθε σοβαρότητα πως κάποτε αυτή η λέξη θα μπει στα λεξικά. Συμφωνούσε, άλλωστε, και ο Λειβαδίτης με τον προφητικό του στίχο:
--
Ανάρτηση Από Γιούλια Ολόμπλαβα
Της Ρένας Ραψομανίκη
Φώλιασε ο ένας στις προεξοχές του άλλου, ακούστηκε το κλικ και εφάρμοσαν σαν
δυο τουβλάκια lego.
Ταιριαστοί!
Εκείνος δεν απείχε από τα όνειρά της και από τα όνειρα των γονιών της· για την ακρίβεια ήταν ο άντρας που είχε εντολή να αγαπήσει.
Η σχέση τους ικανοποιούσε προδιαγραφές αυθεντικότητας, ασφάλειας, σταθερότητας, διάρκειας. Θα μπορούσε να διεκδικήσει πιστοποιητικό ποιότητας ISO.
Ανήκαν στον ίδιο κόσμο, είχαν ανατραφεί με τις ίδιες αρχές και αξίες, οι κοσμοθεωρίες τους ταυτίζονταν, οραματίζονταν το μέλλον με κοινό τρόπο.
Η μόνη τους διαφωνία ήταν στον αριθμό των παιδιών: για κείνη τα δύο ήταν αρκετά, εκείνος - που ήταν μοναχοπαίδι – επέμενε για τέσσερα.
Δεν είχαν, ωστόσο, κοινά ενδιαφέροντα· το αντίθετο μάλιστα. Του άρεσαν τα βουνά, εκείνη λάτρευε τη θάλασσα. Διάβαζε μυθιστορήματα, εκείνος Ιστορία και φιλοσοφία. Άκουγε κλασσική μουσική αποκλειστικά κι εκείνη όλα τα είδη μουσικής αν εξαιρέσεις την κλασσική. Έτρεχε από γυμναστήριο σε γήπεδο με μια ρακέτα στο χέρι ή ένα σακίδιο στην πλάτη ενώ εκείνος απολάμβανε το χουζούρι. Λάτρευε το χορό κι εκείνος ένιωθε αμήχανος στην πίστα, ανίκανος να συντονίσει το σώμα του με τον ρυθμό της μουσικής. Ήταν αντιπροσωπευτικός τύπος “ταξιδευτή της πολυθρόνας” κι εκείνη παθιαζόταν με τα ταξίδια. Παρόλο που εκείνος σπούδαζε θεωρητικές επιστήμες κι εκείνη θετικές, ήταν πρακτικός στα καθημερινά, βγάζοντας πάντα την κατάλληλη λύση από το τσεπάκι του, την ώρα που εκείνη θεωρητικολογούσε και πελαγοδρομούσε ταξινομώντας τα ενδεχόμενα.
Ήταν κοινωνικός, έκανε εύκολα παρέες, αλλά δεν είχε στενούς φίλους• δυσκολευόταν να εμπιστευτεί. Εκείνη, περνούσε τους ανθρώπους από κόσκινα πριν τους εντάξει στη ζωή της, εύρισκε όμως μια κολλητή σε κάθε φάση ζωής και είχε ευλογηθεί να διατηρεί μια μόνιμη αδελφική φιλία από τα παιδικά χρόνια. Ήταν αυστηρός και καταγγελτικός με τους ανθρώπους – όσο τουλάχιστον αυστηρός ήταν και με τον εαυτό του. Ήταν ανεκτική τρέφοντας μια συμπόνια για τις αδυναμίες των ανθρώπων και έψαχνε πίσω από κάθε άσχημη συμπεριφορά την παράπλευρη αιτία που θα μπορούσε να την δικαιολογήσει. Έπαιρνε όρκο πως το “ουδείς εκών κακός” δεν ήταν απλό απόφθεγμα. Υπέφερε από μια χρόνια αδημονία, μια αίσθηση ανικανοποίητου, ενώ εκείνος δεν είχε ανησυχίες και ανακάλυπτε τη χαρά στα απλά καθημερινά.
Έβγαζε ένα τρυφερό παράπονο όταν της τραγουδούσε με την κιθάρα του:
Ένα καράβι ήσουνα στον ουρανό,
κι ήταν το σπίτι το δικό μου στεριανό.
Κι είχα κρασί για μένα και το διπλανό
κι εσύ εγύρευες έναν ωκεανό…
Ο στίχος της Αγγελικής Ελευθερίου έφερνε στο προσκήνιο την διαφορετικότητά τους με τη μοναδική ενάργεια των ποιητών.
Δεν τους τρόμαζαν οι διαφορές. Ήταν τόσο νέοι. Οι προτιμήσεις τους δεν είχαν παγιωθεί, όλα ρευστά ήταν, ο χρόνος ήταν μπροστά τους ν’ ανακαλύψουν το καινούργιο που πρότεινε ο άλλος, να αναθεωρήσουν απόψεις, να βάλουν στο μίξερ ενδιαφέροντα και προτιμήσεις, να τα ζυμώσουν μέχρι να γίνουν μίγμα ομογενές. Πίστευαν ότι αγεφύρωτες είναι μόνο οι διαφορές σε αρχές και αξίες. Ήταν βάσιμη η αισιοδοξία τους ότι θα κατάφερναν να περπατήσουν χέρι-χέρι σε μια κοινή ζωή.
Βέβαια στα είκοσι, καλές οι αναλύσεις και οι προδιαγραφές, αλλά έρωτας χωρίς τη μαγεία του παραμυθιού γίνεται; Και κοίτα να δεις που ούτε κι αυτό έλειπε. Για κάποιο ανεξήγητο λόγο από τα μαλλιά του αναδυόταν μια ερεθιστική μυρωδιά κανέλλας. Η μυρωδιά ερέθιζε την όσφρησή της με ιδιαίτερα οικείο τρόπο. Η μητέρα την χρησιμοποιούσε κατά κόρον στην μαγειρική – έλεγε ότι άρεσε πολύ στον πατέρα. Την πρώτη φορά που την φίλησε – τρυφερά σε όλα τα σημεία του προσώπου, μέχρι που την έκανε να αποζητάει απελπισμένα τα χείλη του πάνω στα δικά της – αυτό το άρωμα τη μέθυσε τόσο, που γύρισε σπίτι παραπατώντας. Η συχνότητα της επανάληψης την έπεισε πως δεν ήταν συμπτωματικό.
Δεν μπορεί, κάποια λογική εξήγηση θα υπάρχει.
Έτσι ήταν φτιαγμένη: το ανεξήγητο την τραβούσε σαν μαγνήτης, μέχρι να το εξιχνιάσει. Η όλη υπόθεση είχε κάτι από τη γοητεία της ανακάλυψης του ένοχου σε αστυνομικό μυθιστόρημα.
Του ζητούσε, αδιάφορα τάχα, πληροφορίες για καλλυντικά. Τι σαμπουάν, ποιον αφρό ξυρίσματος, ποιο αποσμητικό…; Διάβαζε και αντέγραφε προσεχτικά τα συστατικά των συγκεκριμένων προϊόντων. Μια φίλη χημικός μπήκε πρόθυμα στο παιχνίδι και μαζί βάλθηκαν να ψάχνουν στα βιβλία τους χημικούς τύπους των συγκεκριμένων ουσιών και να τους βάζουν σε αντιπαραβολή με τον χημικό τύπο του κιννάμωμον μήπως ανακαλύψουν ομοιότητες που θα τις οδηγούσαν στην ταυτοποίηση. Η επιστημονική μέθοδος, ανέκαθεν αντίπαλος της μαγείας, επιστρατεύτηκε να ξεδιαλύνει το ακατανόητο.
Τζίφος!
Όσο πιο πυκνό γινόταν το μυστήριο, τόσο πιο πολύ την ξετρέλαινε αυτή η μυρωδιά. Έφτασε στο σημείο να τον υποπτεύεται πως έκρυβε πληροφορίες, για να κρατάει σαν μυστικό όπλο αυτό το κάτι που είχε πια καταλάβει πόσο την γοήτευε. Εκείνος, με το πρακτικό του πνεύμα, προσπαθούσε να την πείσει ότι είναι ιδέα της – μια πολύ κολακευτική ιδέα, παραδέχτηκε - και η φίλη επιβεβαίωσε την εκδοχή του μέσα από μια αφελή συνωμοσία.
-Το ξέρεις πως δεν με έχεις χορέψει ποτέ; Αν δεν με χορέψει ο φίλος της κολλητής μου, ποιος θα το κάνει;
-Δεν χορεύω καλά.
-Δικαιολογίες…
Τον τράβηξε με το ζόρι στην πίστα και κόλλησε την μύτη στα μαλλιά του. Στο διπλανό ζευγάρι η ενδιαφερόμενη δεν τους έχανε από τα μάτια της. Πίσω από τις πλάτες των καβαλιέρων τους αντάλλασσαν νοήματα, μα τα νοήματα της φίλης ήταν αρνητικά. Όχι, δεν υπήρχε ίχνος από άρωμα κανέλλας. Αν και τα τεκμήρια ήταν εναντίον της, δυσκολευόταν να πειστεί – ορθολογίστρια, βλέπεις.
Στην πρώτη τους επέτειο έδωσαν στους εαυτούς τους την πολυτέλεια ενός, Σαββατοκύριακου στη θάλασσα. Βρήκε την ευκαιρία να ψάξει με μανία τα προσωπικά του είδη. Η έρευνα δεν έφερε στο φως καινούργια στοιχεία, οι πληροφορίες που είχε δώσει επαληθεύτηκαν στο ακέραιο. Δεν έμενε παρά να το αποδεχτεί, χωρίς να το καταλαβαίνει κι έμαθε να απολαμβάνει τη μαγεία του. Το βάφτισε κι όλας “ερωνέλλα” συμπλέκοντας τις λέξεις έρωτας και κανέλλα. Κάτι που αποκτάει όνομα αποκτάει ταυτόχρονα και υπόσταση. Ισχυριζόταν με κάθε σοβαρότητα πως κάποτε αυτή η λέξη θα μπει στα λεξικά. Συμφωνούσε, άλλωστε, και ο Λειβαδίτης με τον προφητικό του στίχο:
Την αγάπη μας, αύριο, θα τη διαβάζουν τα παιδιά στα σχολικά βιβλία…
Η προοπτική τους έκανε να ξεκαρδίζονται. Γιατί αυτός είναι ο έρωτας: σε κάνει να γελάς χωρίς προφανή λόγο και αιτία.
Πείστηκε πως τα μαλλιά του θα μύριζαν πάντα κανέλλα.
Συνεχίζεται...
--
Ανάρτηση Από Γιούλια Ολόμπλαβα