Οι παραπάνω δύο χώρες αποτελούν τους κύριους εμπορικούς εταίρους της Αλβανίας με τις ελληνικές και ιταλικές επιχειρήσεις να έχουν επενδύσει τεράστια ποσά στη γειτονική χώρα. Επιπλέον, είναι οι δύο χώρες που φιλοξενούν το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των Αλβανών οικονομικών μεταναστών[1], τα εμβάσματα των οποίων αποτελούν μεγάλο ποσοστό του αλβανικού ΑΕΠ. Η ύφεση της ελληνικής και ιταλικής οικονομίας και οι πολιτικές λιτότητας που ακολουθούνται από τις κυβερνήσεις τεχνοκρατών των δύο χωρών έχουν ως αποτέλεσμα την επιβράδυνση της ανάπτυξης της αλβανικής οικονομίας και του μετριασμού των αισιόδοξων προοπτικών.
Το ΔΝΤ, σε πρόσφατη έκθεσή του, προβλέπει ότι η ανάπτυξη της αλβανικής οικονομίας για το 2012 θα είναι της τάξης του 0,5% [2], αναθεωρώντας έτσι την προ τριμήνου πρόβλεψή του για ανάπτυξη της τάξης του 1,5%, η οποία με τη σειρά της είχε αναθεωρήσει προηγούμενη πρόβλεψη του ΔΝΤ για ανάπτυξη 2,8%. Τον κώδωνα του κινδύνου κρούουν στα Τίρανα και τα εγχώρια μέσα ενημέρωσης αλλά και πολιτικοί της αντιπολίτευσης. Ο πρώην υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Nano και εκ των σημαντικότερων οικονομολόγων της χώρας, Αναστάσης Αγγέλης (Anastas Angjeli), προτρέπει την κυβέρνηση να λάβει άμεσα μέτρα που θα αποτρέψουν το ενδεχόμενο μίας ραγδαίας επιδείνωσης της κατάστασης στον τραπεζικό τομέα, δεδομένου του μεγάλου ιδιωτικού χρέους που έχουν σωρεύσει οι αλβανικές (πολλές ελληνικής ιδιοκτησίας) τράπεζες εξαιτίας της αδυναμίας ή/και ασυνέπειας ιδιωτών και επιχειρήσεων να αποπληρώσουν τα χρέη τους.
Επιπτώσεις στον τραπεζικό τομέα
Σύμφωνα με τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΟΟΣΑ, του ΔΝΤ και της Κεντρικής Τράπεζας της Αλβανίας [3], το αλβανικό τραπεζικό σύστημα χαρακτηρίζεται ως κερδοφόρο, εναρμονισμένο πλήρως με τα διεθνή πρότυπα της ανοιχτής φιλελεύθερης οικονομίας, με αρκετά σταθερή κεφαλαιακή επάρκεια και επιπλέον, θεωρείται ένας από τους πιο γρήγορα αναπτυσσόμενους κλάδους της οικονομίας. Ωστόσο, η κρίσιμη κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο τραπεζικός κλάδος στην Ελλάδα (και στην Ιταλία), και δεδομένου ότι οι ελληνικών συμφερόντων τράπεζες στην Αλβανία αποτελούν σχεδόν το 25% [4](επίσης μεγάλο ποσοστό καταλαμβάνουν και οι ιταλικών συμφερόντων συμμετοχές) του συνόλου του τομέα γίνεται αντιληπτό ότι εγκυμονούνται κίνδυνοι για τη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος και επισφάλειες ως προς τη βιωσιμότητά τους καθώς το ενδεχόμενο χρεοκοπίας της Ελλάδας δεν έχει ακόμη οριστικά εκλείψει.
Μέχρι το 2009 οι ελληνικές τράπεζες εφάρμοζαν ιδιαίτερα επιθετική πολιτική στην αγορά των δανείων στην Αλβανία, ιδιαίτερα των δανείων για αγορά κατοικίας και άλλων κατασκευών. Η μείωση της διάθεσης δανείων εκ μέρους τους είχε ως αποτέλεσμα την πτώση του κατασκευαστικού κλάδου στην Αλβανία και της εμφάνισης ενός είδους «φούσκας» στην αγορά κατοικίας που έχει ως αποτέλεσμα ένας μεγάλος αριθμός διαμερισμάτων να παραμένει απούλητος ή ημιτελής. Αυτή η τάση αναμένεται να συνεχιστεί και όλοι φοβούνται ότι εάν η αγορά ακινήτων, που αποτελεί κινητήριο μοχλό της ανάπτυξής την τελευταία δεκαετία, αποδειχτεί φούσκα, η Αλβανία κινδυνεύει να οδηγηθεί σε αιματηρές εμφύλιες συγκρούσεις και ταραχές όπως έγινε με την κατάρρευση των πυραμίδων το 1997[5].
Επιστροφή των Μεταναστών
Η κρίση που πλήττει τις χώρες του Νότου της Ευρώπης, ιδιαίτερα την Ιταλία και την Ελλάδα, έχει ως αποτέλεσμα την επιστροφή χιλιάδων Αλβανών μεταναστών, που χάνουν τις δουλειές τους στις εν λόγω χώρες, πίσω στην πατρίδα τους. Ακόμα περισσότεροι είναι αυτοί που μεταφέρουν τις αποταμιεύσεις τους από τις ελληνικές τράπεζες – εξαιτίας του φόβου της χρεοκοπίας – και τις καταθέτουν σε τράπεζες στην Αλβανία, είτε ακόμη επενδύουν αυτά τα χρήματα για τη δημιουργία μίας μικρής ατομικής επιχείρησης. Ακόμη, πολλές ελληνικές (και λιγότερες ιταλικές) επιχειρήσεις δημιουργούν παραρτήματα ή μεταφέρουν τις έδρες τους στην Αλβανία. Τα στοιχεία αυτά είναι θετικά για την αλβανική οικονομία. Ένα επιπλέον θετικό στοιχείο είναι η εμπειρία και η κατάρτιση των πρώην μεταναστών, η οποία πλέον επενδύεται στην οικονομία της χώρας τους.
Στα αρνητικά από την επιστροφή των μεταναστών συγκαταλέγεται η αύξηση της ανεργίας. Αν και η Αλβανία δεν έχει ένα σύστημα πρόνοιας ανάλογο με αυτά της Ευρώπης, η αύξηση της ανεργίας συνεπάγεται ένα σημαντικό κόστος για τα δημόσια ταμεία τα οποία αδυνατούν να καταβάλουν έστω και ένα πενιχρό χρηματικό βοήθημα για τη στήριξη ανέργων και απόρων. Σημαντική είναι εξάλλου και η πτώση της αγοραστικής ζήτησης αφού όλο και περισσότεροι πολίτες είναι άνεργοι είτε μειώνονται τα εισοδήματά τους είτε δεν έχουν πλέον πρόσβαση σε καταναλωτικά δάνεια. Επιπλέον, η αύξηση της ανεργίας έχει και ένα μεγάλο και συνεχώς διογκούμενο κοινωνικό κόστος, αυτό της αύξησης της εγκληματικότητας. Όσο περισσότερο αυξάνονται οι άποροι Αλβανοί τόσο περισσότερο αυξάνεται και η παραβατικότητα, η οποία ειρήσθω εν παρόδω δεν ήταν ποτέ αμελητέα για τη μικρή αυτή χώρα των Δυτικών Βαλκανίων.
Επιπλέον, με τη μείωση των μεταναστών που εργάζονται στο εξωτερικό και με δεδομένο ότι όσοι εξακολουθούν να εργάζονται ακόμη στις γειτονικές χώρες έχουν χάσει μεγάλο μέρος των εισοδημάτων τους, παλεύοντας πρωτίστως για τη δική τους οικονομική επιβίωση, συνακόλουθα μειώνονται δραματικά και τα εμβάσματά τους προς την Αλβανία, τα οποία αποτελούσαν πάντοτε ένα σοβαρό ποσοστό στο σύνολο του αλβανικού ΑΕΠ. Σύμφωνα με έκθεση της Τράπεζας της Αλβανίας το έτος 2009 τα εμβάσματα του συνόλου των Αλβανών μεταναστών προς την πατρίδα τους ανέρχονταν σε περίπου 700.000.000 ευρώ [6], με το μεγαλύτερο μέρος αυτών να προέρχονται – φυσιολογικά – από τους μετανάστες που βρίσκονται σε Ιταλία και Ελλάδα. Το ποσό αυτό παρουσίαζε πτώση της τάξης του 4% ανά τρίμηνο ήδη από το 2009. Αν και δεν υπάρχουν στοιχεία για το 2010 και το 2011, είναι απολύτως συνετό να συνάγουμε το συμπέρασμα ότι το ποσό αυτό έχει μειωθεί δραματικά και βαίνει συνεχώς μειούμενο αποστερώντας την αλβανική οικονομία από ένα σημαντικό και, κατά κάποιο τρόπο, σταθερό έσοδο.
Μείωση των Εξαγωγών
Τα τελευταία χρόνια είχαν κάνει την εμφάνισή τους στην Αλβανία αρκετές επιχειρήσεις, κυρίως ξένων συμφερόντων (ελληνικές, ιταλικές, τουρκικές κ.ά) προσανατολισμένες έντονα σε μία παραγωγή με στόχο τις εξαγωγές, οι οποίες και πάλι είχαν ως αγορές τις οικονομίες των γειτονικών χωρών όπως την Ελλάδα, την Ιταλία, την Τουρκία, τα Σκόπια, το Μαυροβούνιο και σε μικρότερο βαθμό τη Γερμανία, την Αυστρία και τις άλλες χώρες των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης. Κύρια εξαγώγιμα προϊόντα τις Αλβανίας ήταν προϊόντα από τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας, που γνώρισε μεγάλη άνθηση τα τελευταία χρόνια, τα μεταλλεύματα και άλλες πρώτες ύλες, τα νωπά φρούτα και λαχανικά. Επιπλέον, μεγάλα άλματα είχε κάνει και ο τομέας του τουρισμού, ο οποίος υπέστη αισθητή μείωση αφενός διότι μειώθηκε το εισόδημα όσων παραδοσιακά επέλεγαν την Αλβανία ως τουριστικό προορισμό (κυρίως Αλβανοί μετανάστες, Αλβανοί από τις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας, Έλληνες, Ιταλοί) αφετέρου διότι η οικονομική κρίση στην Ελλάδα μείωσε αισθητά τις τιμές κάνοντάς την ιδιαίτερα ελκυστική για τους ξένους τουρίστες που τα τελευταία χρόνια προτιμούσαν την Αλβανία ως τόπο διακοπών, με δεδομένες και τις καλύτερες υποδομές, ασφάλεια, κλπ. που προσφέρει η Ελλάδα έναντι της Αλβανίας.
Μείωση Ξένων Επενδύσεων
Οι ελληνικές επιχειρήσεις αποτελούν ορισμένους εκ των σημαντικότερων επενδυτών της αλβανικής οικονομίας σε διάφορους τομείς. Ιδιαίτερα στους τομείς του τραπεζικού τομέα, των μεταφορών και των επικοινωνιών αποτελούν ηγέτιδες δυνάμεις της οικονομίας. Αντίστοιχα, στην Αλβανία δραστηριοποιούνται και επενδύουν και πολλές ιταλικές επιχειρήσεις ιδιαίτερα στους τομείς της ενέργειας, του εμπορίου και των κατασκευών. Η κρίση που ταλανίζει τις δύο χώρες έχει οδηγήσει τις επιχειρήσεις τους στην αναστολή υλοποίησης των επενδυτικών τους σχεδίων αλλά και στην επιλογή της άμεσης προώθησης των κερδών τους προς τη μητρική εταιρεία, κινήσεις που είχαν ως αποτέλεσμα τη ραγδαία υποτίμηση του αλβανικού λεκ.
Η αναβολή ή ματαίωση των επενδύσεων αυτών έχουν οδηγήσει την αλβανική κυβέρνηση να αναζητήσει αλλού υποψήφιους επενδυτές, κυρίως στην Κίνα, τις πετρομοναρχίες του Περσικού Κόλπου αλλά και την Τουρκία, η οποία σπεύδει να καλύψει το όποιο κενό αφήνουν στα Βαλκάνια Ελλάδα και Ιταλία. Μέχρι στιγμής, οι προσπάθειες αυτές δεν έχουν ευοδωθεί με αποτέλεσμα να εντείνονται οι ανησυχίες ότι η αλβανική οικονομία οδεύει προς ύφεση με ό,τι αυτό συνεπάγεται για μία από τις φτωχότερες χώρες της Ευρώπης, που επιπλέον βρίσκεται σε διαρκή πολιτικό αναβρασμό.
Κώστας Τάλλιος, Διεθνολόγος
enkripto