27.3.25

Ο Λαγκαδάς και το 1821

 

Ο Λαγκαδάς και το 1821


Μέρες που είναι έρχεται ο λογισμός και στην πατρίδα και κοιτάζοντας  την ιστορία από κάποια απόσταση κι αναμετρώντας τον χρόνο, ιλιγγιά ο νούς με το χρονικό εύρος της σκλαβιάς. 400 χρόνια για τη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόνησο, και 482 για την Μακεδονία. Γενεές ολάκερες δεν γνώρισαν την έννοια της λευτεριάς, δεν βίωσαν το αγαθό της. Κι όμως η πίστη πίστη , κι η ελπίδα ,ελπίδα ζωής, για τη λευτεριά και τη νίκη. Η παράδοση , η ιστορική μνήμη, το παραμύθι της γιαγιάς και της μάνας, το άναμμα του καντηλιού της εθνικής συνείδησης, τα κολυβογράμματα του παπά και του καλόγερου, πότιζαν το δέντρο της φυλής και το κρατούσαν θαλερό.


Βέβαια το έθνος δεν ξύπνησε ξαφνικά στα 1821 για να παλέψει για τη λευτεριά του, αλλά σε όλα τούτα τα χρόνια, πάλεψε, αγωνίστηκε μόνο του, μάτωσε, πληγώθηκε βαριά, για να φτάσει στην τελική νίκη της απελευθέρωσης μέρους της πατρίδας, αλλά  και με μια βασιλεύουσα Πόλη, την παλιά αγαπημένη, να ξαγρυπνά σε ξένη αγκαλιά, ως σήμερα.

Η πόλη του Λαγκαδά και η επαρχία μας, έζησε κι αυτή στη σκλαβιά για 482 ολάκερα χρόνια, γιατί  κατελήφθη από το 1430 με την άλωση της Θεσσαλονίκης από τον Μουράτ τον Β΄. Στη διήγηση του Βυζαντινού συγγραφέα Ιωάννη Αναγνώστη αναφέρονται τα εξής: «Ημέραι παρήλθον αύθις ολίγαι και τρίτος άγγελος (αγγελιαφόρος), ήδη προς την πόλιν αφίκτο την εις Λαγκαδά, του Μουράτου δηλών την άφιξιν και ουχ ικανόν το πεδίον, εις πολύ μήκος εκτεταμένον εκείνον, προς τοσαύτην πληθύν στρατευμάτων», δηλαδή έφθασε ο πρώτος αγγελιαφόρος στο Λαγκαδά, ανακοινώνοντας την άφιξη του Σουλτάνου Μουράτ και δεν επαρκούσε ο χώρος να φιλοξενήσει το πλήθος των στρατευμάτων του.Ήταν τότε που ξεκίνησε η πολιορκία της Θεσσαλονίκης και  κατέλαβαν τον Λαγκαδά , ακολούθησε δε η πολιορκία και κατάκτηση της Θεσσαλονίκης. Ο αγώνας  λοιπόν ξεκίνησε πολύ νωρίτερα απ’ ότι στην άλλη Ελλάδα. Ως ένα τέτοιο κέντρο επιχειρήσεων επιλέγεται ο Λαγκαδάς λόγω της γεωγραφικής θέσης του και απέκτησε την αίγλη του κέντρου  επιχειρήσεων του τουρκικού στρατού, καθότι η περιοχή προσφέρονταν απλόχερα για να συντηρεί στρατιωτικές και δικαστικές αρχές, τάγμα γενιστάρων, σουλτανικό ιπποφορβείο, ιεροδικείο και διδασκαλείο. Αυτό σήμαινε ότι οι συμπατριώτες μας βίωναν έντονα στο πετσί τους τη σκλαβιά και κάθε κίνηση των ρωμιών είχε πάντα και τις ανάλογες επιπτώσεις, όπως το 1579 όταν στο Γενί-Μπαζάρ (Παζαρούδα) σκοτώνεται ο πρώτος βεζίρης της περιοχής Λαγκαδά και καταφθάνει αξιωματικός με 30 έφιππους για να κάνει αναγνώριση και να επιβάλλει την τάξη. Το 1702 στις 28 Μαρτίου, ένα σουλτανικό φιρμάνι μας λέει για την επαναστατικότητα της περιοχής μας και αναφέρεται σε ανταρσίες των γύρω χωριών και της Λητής, που επαναστάτησαν για τον κεφαλικό φόρο. Όλες αυτές οι επαναστατικές κινήσεις, κατεπνίγησαν στο αίμα των συμπατριωτών μας. Όταν το 1821 εξαπλώνεται η επανάσταση και μπαίνει μπροστάρης ο Εμμανουήλ Παπάς, αμέσως ξεσηκώθηκε η επαρχία μας και η πόλη του Λαγκαδά και μάλιστα έγιναν μεγάλες και φονικότατες μάχες.

Το παρακάτω σουλτανικό φιρμάνι μιλάει για την εξέγερση των κατοίκων του Λαγκαδά : «Εξοχώτατε Καπουτζήμπαση της υψηλής μου πύλης, του σαντζακίου της Θεσσαλονίκης, Γιουσούφ Μπέη…Μόλις φθάσει το υψηλόν αυτοκρατορικό μου φιρμάνιον, έστω γνωστόν ότι εκ των εις την έδραν του μεγαλείου και της δόξας μου, έφθασαν ειδήσεις και αναφορές που προκύπτει ότι η επανάστασις και η προδοσία…την οποία απετόλμησε το ευτελές ελληνικό έθνος εναντίον του υψηλού μωαμεθανικού κράτους, μετεδόθη εις όλα τα μέρη κατά τας ημέρας δε ταύτας εξηγέρθησαν οι ραγιάδες, του εις την περιφέρειαν του σαντζακίου θεσσαλονικης υπαγομένου χασίου Λαγκαδά και του εν τω Δήμω Παζαρούδας κειμένου χωρίου…Ενεργούντες δε ομοφώνως και συμφώνως προς τον ιερόν φετβάν, να πατάξητε και εξοντώσητε τελείως τους επαναστάτας, εξανδραποδίζοντες τα γυναικόπαιδα αυτών, λαφυραγωγούντες και διαμοιράζοντας μεταξύ των στρατιωτών, τας περιουσίας αυτών, ίνα ούτω κατανοήσωσιν την θέσιν εις ήν περιήλθον και σωφρονιστούν…γνωρίσατε ότι είναι οριστική και κατηγορηματική η αυτοκρατορική μου θέλησις, ίνα εξεύρητε τα μέσα και από κοινού, στρέψητε το ξίφος κατά των επαναστατών…ίνα παραδειγματιστούν οι λοιποί…Διατάσσω όπως συμμορφωθείτε προς το παρόν φιρμάνιόν μου αποφεύγοντας αντιθέτους ενεργείας…»  (Κωνσταντινούπολις 1 Ιουλίου 1821).

Στις 2 Ιουλίου του 1821 ο Σουλτάνος Μεχμέτ, ομολογεί την εξάπλωση της επανάστασης σε όλη την επαρχία Λαγκαδά και τις ανεξέλεγκτες διαστάσεις της και γι αυτό με νέο φιρμάνι διατάσσει: «Έστω γνωστόν ότι ένεκα της επαναστάσεως και της προδοσίας της κακοποιού φυλής των Ελλήνων, έχουν εξεγερθεί και οι ραγιάδες χωρίων τινών του εν σαντζακίω θεσσαλονίκης κειμένου χασίου Λαγκαδά και του εσωτερικού του μεταλλείου Μαντεμοχωρίων…πρέπει να καταβάλωμεν όλας τας δυνάμεις μας υπέρ της υψηλής θρησκείας και της τιμής του ισλαμισμού….μη αργοπορούντες ούτε λεπτόν. Δεν επιτρέπεται αδράνεια, αμέλεια και βραδύτης, οι δε διαπράττοντες ταύτα θα τιμωρηθούν αυστηρώς….»

Οι θηριωδίες των Τούρκων, μετά από τα δύο αυτά φιρμάνια της υψηλής πύλης, ήταν απερίγραπτες. Η μεν επανάσταση του Εμμανουήλ Παπά, πνίγηκε στο αίμα, στον Λαγκαδά όμως και στην επαρχία του έγινε μεγάλος χαλασμός. Δεν έμεινε πέτρα πάνω στην πέτρα.

Σε ένα άρθρο του ο δικός μας Ηλίας Γεωργιάδης, διδάκτωρ φιλοσοφίας και ιστορικός, γράφει: «Κατά την μεγάλην επανάστασιν του 1821, δεν έμεινεν αμέτοχος και απαθής ο Λαγκαδάς και τα ελληνικώτατα χωρία του. Πλείστας όσας και μεγάλας καταστροφάς υπέστη εις ανθρώπους και κτήματα, φονευθέντων και εξανδραποδισθέντων ανδρών και γυναικών πάσης ηλικίας. Ο τουρκικός στρατός κατηδάφισε και κατέκαυσεν την μεγάλην και ωραίαν εκκλησίαν μας, εξ΄ ής ο εκ πατρός πάππος μου και ο παπου-κιρδεμίρ (προπάπους) ηδυνήθησαν να σώσωσι τρεις εικόνας ιστορηθείσας το 1700.

Το μόνον στήριγμα και σωτηρία τότε των χριστιανών, καταδιωκομένων, υβριζομένων και σφαζομένων ήτο η πόλις του αγίου Δημητρίου».

Εδώ πρέπει να πούμε ότι τελικά ο ναός της αγ.Παρασκευής παραδώθηκε στις φλόγες και καταστράφηκε ολοσχερώς. Από τη φωτιά τελικά σώθηκαν μόνο τα βημόθυρα της ωραίας πύλης και ο μεγάλος σταυρός με τα λυπηρά, που σήμερα φιλοξενούνται στο Εκκλησιαστικό Μουσείο της πόλης μας.

Τότε γράφει ο Γεωργιάδης  «εξισλαμίσθησαν βιαίως και εχάσαμεν τέσσαρας κωμοπόλεις,  Λαχανάν, Κλέπε, Γκιρμίτς, Φλαμούρι. Μεγίστην γεναιοψυχίαν και ηρωϊσμόν έδειξε τότε και το Φλαμούρι, των πλείστων προτιμησάντων να αποθάνωσι εν τη πίστη του Χριστού του Θεού».

Μαθημένος λοιπόν ο λαός μας από τουρκικές θηριωδίες, καθ’ ότι πριν από λίγα χρόνια δοκίμαζε την βαρβαρική αγριότητα στα πρόσωπα δύο νέων γυναικών νεομαρτύρων της Κυράννας από την Όσσα και της Ακυλίνας από το Ζαγκλιβέρι, οι οποίες αντάλλαξαν τη ζωή τους με το στεφάνι του μαρτυρίου της αγιότητος και έγιναν φωτεινά παραδείγματα και πρότυπα ζωής για τους σκλαβωμένους ρωμιούς, ελπίδα και παρηγοριά του γένους.

Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που λόγω των φοβερών πιέσεων μετανάστευσαν σε άλλες περιοχές, κυρίως προς την Ήπειρο και προς την Αλβανία στην περιοχή της Σκόδρας, την αρχαία βυζαντινή Σκούταρη, ίσως γιατί τους θύμιζε το Λαγκαδά με τον απέραντο κάμπο της και τις δύο λίμνες της, αλλά και γιατί είχε την ίδια προστάτιδα και πολιούχο την αγία Παρασκευή.

Οι άνδρες και οι γυναίκες του Λαγκαδά έδειξαν αξιοθαύμαστη τόλμη σε όλη τη διάρκεια του αγώνα. Κάτω στο υπόγειο του ναού της αγίας Παρασκευής, κρυφά μέσα στη νύχτα, διδάσκονταν την πίστη και τη γλώσσα την ελληνική. Πρόσφατα ήλθε στα χέρια μας ένα χειρόγραφο με ημερομηνία 1745, που ανήκει στην κατηγορία των χειρογράφων και αποκαλούνται « Μαθηματάρια της Τουρκοκρατίας». Είναι εν ολίγοις ένα εκκλησιαστικό βιβλίο που δίπλα στα τροπάρια έχει την μετάφραση και την ερμηνεία των ύμνων και χρησιμοποιούνταν από τους παπάδες και τους δασκάλους της μαύρης περιόδου ως διδακτικό βιβλίο ,για τη στήριξη του γένους. Το βιβλίο αυτό ανήκει στην οικογένεια του γιατρού Αθ. Λίγδα , ήρθε δε στα χέρια τους από κάποιον μοναχό γερο-Πέτρο τον οποίο συνέλαβαν οι Τούρκοι και τον πούλησαν στα παζάρια της Ανατολής. Η οικογένεια Λίγδα διέσωσε αυτό το κειμήλιο, αλλά διέσωσε συνάμα και την ζωηρή φήμη που υπήρχε στην επαρχία μας για την ύπαρξη του κρυφού σχολειού.

Τα νέα της επανάστασης έφταναν από παντού στον Λαγκαδά και η λαϊκή μούσα που δεν σώπασε όλα τα χρόνια της τουρκοκρατίας, σκάρωνε στίχους κι έκανε τραγούδι τα κατορθώματα των ραγιάδων. Ο ιστορικός της πόλης μας Νίκος Κοσμάς  κατέγραψε αρκετά απ’ αυτά τα τραγούδια που έθρεψαν τον ελληνισμό της επαρχίας μας. Το τραγούδι του Διάκου, του Αλή Πασά, του Μάρκου Μπότσαρη, του Κατσαντώνη, των Κολοκοτρωναίων και πολλά άλλα τραγούδια της κλεφτουριάς, αποτέλεσαν την αφυπνιστική δύναμη του γένους μας. Είναι χαρακτηριστική η προσμονή του παλικαριού που περιμένει τη λευτεριά, κι ενώ έγινε 35 χρονών ακόμα περιμένει: « Και κάνω μήνες τριάντα δυό και χρόνια τριάντα πέντε και κάνω ψείρες με ουρές και κόντες σα λιθάρια. Λιφτόκαρα είχα στη τσέπη μου και κείνα τα φυτεύω και λιφτοκάρια έφαγα και λευτεριά δεν είδα».

Ο πόνος του ραγιά γίνεται τραγούδι και ανατρέφει τις γενιές των Λαγκαδιανών. Τα φιρμάνια του σουλτάνου εν τω μεταξύ πηγαινοέρχονται και ο νέος Λαγκαδιανός καταριέται: «Να γίνουν οι κάμποι θάλασσα και τα βουνά ποτάμια, να πνίγονται οι τάταροι που φέρνουν τα φιρμάνια. Και τα φιρμάνια έγραφαν και τα φιρμάνια γράφουν, να σκωθεί ο Αλή-Πασάς να πάει στο Τεπελένι».

 Ήξεραν όλοι πως μετά από δυό τέτοια φιρμάνια εξανδραποδίστηκε ο Λαγκαδάς και ισοπεδώθηκαν τα χωριά του. Αλλά κι Λαγκαδιανή μάνα, ίδια κι απαράλαχτη μέσα στη δισχιλιετή ιστορία της, λες και δεν πέρασε μέρα από το «ή ταν ή επι τας» της Σπαρτιάτισσας, λέει στο τραγούδι του Κίτσου:
«Τον Κίτσο τον επιάσανε και παν να τον κρεμάσουν

Χίλιοι πηγαίνουνε μπροστά και δυό χιλιάδες πίσω

Κι μάνα του τον έλεγε κι η μάνα του τον λέει.

-Κίτσο μου για βγάλε τ ’ αρματα να μη τα αιματώσεις.

-Μάνα μ’ τρελλή, μάνα μ’ ζουρλή, μάνα μ’ τον γιό σου χάνεις

Και συ τ’ άρματα ζητάς, και τα άρματα λογιάζεις;

-Τα θέλω βρε παιδάκι μου να πάω να πολεμήσω…»

Αυτή είναι η ελληνίδα μάνα, αυτός ο ελληνισμός, αυτή η ιστορία.

Σήμερα όμως ο ευρωπαίος νεοέλληνας ιστορικός , βαφτίζει «ειρηνική συνύπαρξη» την 480 χρόνων Τουρκοκρατία, και τους βίαιους εξισλαμισμούς και τους βιασμούς τους θεωρεί «φυσικό επακόλουθο μιας συνύπαρξης». Στο Ζάλλογο παρατηρεί «συνωστισμό», όπως και στη Σμύρνη,στη δε Αραπίτσα της Νάουσας, οι ηρωίδες γυναίκες με τα παιδιά στην αγκαλιά, μάλλον γλίστρησαν  και έπεσαν καθώς χόρευαν στο χείλος του γκρεμού. ΑΠΡΟΣΕΞΙΑ ΤΡΑΓΙΚΗ. Την επιβολή του κεφαλικού φόρου την λογαριάζουν για «φορολογία και έκτακτη εισφορά», τους νεομάρτυρες «φυσικό επακόλουθο της συνάντησης των θρησκειών και αντίσταση κατά της αρχής» που τιμωρείται δυστυχώς, τα κρυφά σχολεία ανύπαρκτα, αλλά αδυνατούν να πουν πού υπήρχαν τα φανερά. Κι όλα αυτά από ανθρώπους που υποτίθεται σπούδασαν την ιστορία. Η φωνή του Κωστή Παλαμά ακούγεται μέσα στην έρημο της εποχής μας:

«Πότε θα ρθούν οι άνθρωποι, πότε θα γίνουν τόποι, που θα συνοδέψουν την προδοσία, στην τελευταία της κατοικία».

Πάντως ένα παραμένει βέβαιο, ότι αν ο νεοέλληνας δεν μπορεί να διδαχτεί από την ιστορία του, από τίποτε άλλο δεν μπορεί να διδαχτεί.

ΤΡΥΦΩΝ ΤΣΟΜΠΑΝΗΣ

__________________

Αναρτήθηκε από τον Φ.Μ