Αν και έχει φύγει εδώ και ενάμιση χρόνο από τους πρώτους τίτλους των ειδήσεων η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο πόλεμος που διεξάγεται στην καρδιά της Ευρώπης κλείνει σήμερα δύο ολόκληρα χρόνια.
Πέραν των ανθρώπινων απωλειών και από τις δύο πλευρές, τουλάχιστον 6,5 εκατομμύρια Ουκρανοί είναι πρόσφυγες στο εξωτερικό, δηλαδή το ένα τρίτο του πληθυσμού της Ουκρανίας, ενώ σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης στους πρόσφυγες στο εξωτερικό θα πρέπει να προστεθούν και οι περίπου 3,7 εκατομμύρια Ουκρανοί που παραμένουν εκτοπισμένοι εντός της χώρας τους.
Ο αδικαιολόγητος αυτός πόλεμος που αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2014 και κλιμακώθηκε τον Φεβρουάριο του 2022 με τη στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, δεν έχει επηρεάσει μόνο τους άμεσα εμπλεκόμενους.
Έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τις αγορές ενέργειας και τροφίμων.
Αν και τα αποτελέσματα του θα ήταν ακόμα πιο εμφανή, αν οι χώρες της ΕΕ δεν είχαν καταφέρει να συντονίσουν στενά τη δράση τους ώστε να εξασφαλίσουν τον ενεργειακό εφοδιασμό της Γηραιάς Ηπείρου και προσιτές τιμές σε βασικά είδη διατροφής, εντούτοις οι παγκόσμιες τιμές των καλλιεργειών και των τροφίμων συνεχίζουν να επηρεάζονται από τη διεξαγωγή του.
Οι μόνες που φαίνεται να τον έχουν διαγράψει από το κοντέρ είναι οι ευρωπαϊκές χρηματιστηριακές αγορές, οι οποίες παρά την αρχική πτώση πέριξ του 6%, έχουν προ πολλού σβήσει τις απώλειες και αρκετές εξ’αυτών κινούνται πλέον σε ιστορικά υψηλά.
Ένας δε από τους μεγαλύτερους κερδισμένους στα ευρωπαϊκά χρηματιστηριακά ταμπλό είναι ο κλάδος της Άμυνας, με πολλές μετοχές να δίνουν διψήφιες αποδόσεις. Βλέπετε, ο πόλεμος στην Ουκρανία στην ουσία «εκτόξευσε» τους προϋπολογισμούς άμυνας διεθνώς, με τις χώρες του δυτικού κόσμου να προτάσσουν τη στρατιωτική αυτάρκεια και αυτονομία ως πρώτη προτεραιότητα. (σ.σ: Σχετική ανάλυση μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Πώς επηρέασε και επηρεάζει τις τιμές στα τρόφιμα
Πριν από τον πόλεμο η Ουκρανία ήταν ένας από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς σιτηρών και περίπου το 90% αυτών των γεωργικών εξαγωγών διακινούνταν διά θαλάσσης.
Μετά την έναρξη του πολέμου, ο ρωσικός στρατός απέκλεισε τους ουκρανικούς λιμένες στον Εύξεινο Πόντο και οδήγησε σε ουσιαστική παύση των εξαγωγών, προκαλώντας σοβαρές
ανησυχίες για την επισιτιστική ασφάλεια εκατομμυρίων ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο, με 20 εκατομμύρια τόνους σιτηρών να μένουν εγκλωβισμένοι σε σιλό αποθήκευσης στις ακτές του Εύξεινου Πόντου.
Βλέπετε, η Ουκρανία αποτελούσε τον βασικό κρίκο επισιτιστικής ασφάλειας για ορισμένες από τις πλέον φτωχές περιοχές του κόσμου, με περίπου το 90 % των εξαγωγών σίτου μεταξύ του 2016-2021 να έχουν κατευθυνθεί στην Αφρική και την Ασία.
Αλλά και για την Ευρώπη υπήρξε ωστικό κύμα, παρά το γεγονός ότι χάρη στην κοινή γεωργική πολιτική η ΕΕ είναι σε μεγάλο βαθμό αυτάρκης σε ζωοτροφές και λιπάσματα.
Η μείωση των εισαγωγών αραβοσίτου, σιταριού, κραμβελαίου και ηλιελαίου, καθώς και αλεύρων από την Ουκρανία δεν άφησαν ανεπηρέαστες τις τιμές των ζωοτροφών, καθώς και τη βιομηχανία τροφίμων της ΕΕ.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ουκρανία πριν τον πόλεμο ήταν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ηλιελαίου παγκοσμίως - 50% των παγκόσμιων εξαγωγών- ο τρίτος μεγαλύτερος εξαγωγέας κριθαριού -18%- ο τέταρτος μεγαλύτερος εξαγωγέας αραβοσίτου -16%- και ο πέμπτος μεγαλύτερος εξαγωγέας σίτου με εξαγωγές πέριξ του 12%.
Ευτυχώς, όχι μόνο για την Ευρώπη αλλά και για τις χώρες του τρίτου κόσμου, οι δράσεις της ΕΕ και των Ηνωμένων Εθνών συνέβαλαν σε μια μερική εξομάλυνση, με αποτέλεσμα την κάμψη της αύξησης των τιμών. Όχι όμως και της επαναφοράς τους στα πρότερα επίπεδα.
Τον Μάιο του 2022, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε σχέδιο δράσης για τη δημιουργία εναλλακτικών χερσαίων οδών, τις περίφημες λωρίδες αλληλεγγύης, προκειμένου η Ουκρανία να μπορεί να εξάγει τα γεωργικά της προϊόντα, ενώ ο ΟΗΕ και η Τουρκία ήταν βασικοί συντελεστές για την άρση του αποκλεισμού των λιμένων, της επονομαζόμενης «Πρωτοβουλίας για τα Σιτηρά στον Εύξεινο Πόντο».
Χάρη σε αυτές τις δύο συνισταμένες οι εξαγωγές από την Ουκρανία αυξήθηκαν και οι τιμές των τροφίμων άρχισαν να μειώνονται μέχρι τον Ιούλιο του 2023, όπου η Ρωσία αποσύρθηκε από την Πρωτοβουλία για τα Σιτηρά στον Εύξεινο Πόντο.
Μετά την αποχώρηση της Ρωσίας από την Πρωτοβουλία, οι εξαγωγές από την Ουκρανία μειώθηκαν εκ νέου και οι τιμές αυξήθηκαν.
Επιπλέον, σε σύγκριση με το 2021/2022, η παραγωγή σιτηρών της Ουκρανίας μειώθηκε κατά 29 % για το έτος 2022/2023 και αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω.
Αρκεί να αναφέρουμε ότι το 2021 οι Ουκρανοί γεωργοί έσπειραν σχεδόν 17 εκατομμύρια εκτάρια εαρινών καλλιεργειών. Για να δώσουμε μια τάξη μεγέθους, επρόκειτο για μια έκταση περίπου ίση με την Αυστρία και την Τσεχία μαζί.
Το 2022, μετά την έναρξη του πολέμου, η έκταση που δεν σπάρθηκε ήταν περίπου ίση με το μέγεθος του Βελγίου.
Οι θετικές προοπτικές της παγκόσμιας συγκομιδής σταθεροποιούν επί του παρόντος τις τιμές, ενώ δεν έχουμε δει ακόμα ακόμα τον αντίκτυπο του πολέμου στις ουκρανικές εξαγωγές σιτηρών σε όλη του την έκταση, χάρη στην «προπολεμική σπορά» και τα μεγάλα αποθέματα που συσσωρεύτηκαν το 2022.
Ωστόσο οι μελλοντικές εξαγωγές θα επηρεαστούν σοβαρά από την απώλεια ή την καταστροφή των εγκαταστάσεων παραγωγής και των περιοχών που παραμένουν πλέον χωρίς σπορά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων.
Δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος του ουκρανικού σίτου διοχετεύεται στις φτωχότερες χώρες-το 65% του σίτου που εξήχθη μέσω της Πρωτοβουλίας για τα Σιτηρά στον Εύξεινο Πόντο έφτασε σε αναπτυσσόμενες χώρες- τόσο η μείωση της παραγωγής όσο και η απόφασή της Ρωσίας να εγκαταλείψει την Πρωτοβουλία για τα Σιτηρά επιτείνουν την παγκόσμια επισιτιστική κρίση.
Σύμφωνα δε με το συμπέρασμα των Υπουργών Γεωργίας της ΕΕ τον Ιούλιο του 2023, οι συνέπειες της επίθεσης της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες σε ορισμένες περιοχές, οι ζωϊκές ασθένειες και η μειωμένη κατανάλωση λόγω του πληθωρισμού των τιμών των τροφίμων αποτελούν αστάθμητους παράγοντες και για την ευρωπαϊκή αγορά, ασκώντας συνεχόμενες πιέσεις στον γεωργικό τομέα.
Πώς επηρεάστηκαν οι ενεργειακές αγορές και ο μεγάλος κερδισμένος
Ένα από τα πιο σκληρά μαθήματα που πήρε η Ευρώπη από τον ρωσοουκρανικό πόλεμο ήταν η σημασία της διαφοροποίησης των ενεργειακών της προμηθειών.
Το 2020, η Ρωσία ήταν ο κύριος προμηθευτής ορυκτών καυσίμων στην ΕΕ και πάνω από τη μισή συνολικά ενέργεια που διατέθηκε στην ΕΕ προερχόταν από εισαγωγές.
Η διάρρηξη των σχέσεων με τη Ρωσία μετά την εισβολή στην Ουκρανία και η χρήση της ενέργειας από την πρώτη ως πολιτικό όπλο, προκάλεσαν μια άνευ προηγουμένου ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη, η οποία κορυφώθηκε τον Αύγουστο του 2022, όταν οι τιμές της ενέργειας έφθασαν σε ιστορικά υψηλά με την τιμή της ΜWh φυσικού αερίου να ξεπερνά τα 300 ευρώ.
Οι υψηλοί λογαριασμοί ενέργειας έπληξαν σκληρά πολίτες και επιχειρήσεις εκτινάσσοντας τον πληθωρισμό.
Όμως η ΕΕ μετά από τη διαχείριση της χρηματοπιστωτικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας και της υγειονομικής κρίσης της Covid 19 έχει αποκτήσει πλέον εξαιρετικά αντανακλαστικά.
Απόδειξη αυτών των αντανακλαστικών είναι ότι οι χώρες της ΕΕ παρέμειναν ενωμένες κατά την ενεργειακή κρίση του 2022 και η αντίδρασή τους ήταν ταχύτατη και αποτελεσματική.
Λίγες εβδομάδες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι ηγέτες των 27 κρατών μελών της ΕΕ αποφάσισαν να απεξαρτηθεί η ΕΕ από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα το συντομότερο δυνατό, διαφοροποιώντας προμήθειες και προμηθευτές και μειώνοντας τη χρήση ορυκτών καυσίμων μέσω της επιτάχυνσης της μετάβασης της Γηραιάς Ηπείρου στις πράσινες μορφές ενέργειας.
Ήταν δε πραγματικά εντυπωσιακά δύο πράγματα:
- Η αλληλεγγύη και η άψογη συνεργασία μεταξύ των χωρών της ΕΕ για τη διασφάλιση του εφοδιασμού με φυσικό αέριο, ιδίως για όσες χώρες είχαν μεγαλύτερη εξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια.
- Η ταχύτητα με την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δρομολόγησε το σχέδιο REPowerEU, ένα στρατηγικό σχέδιο για την αύξηση της ενεργειακής αυτονομίας της ΕΕ και την τόνωση της καθαρής ενέργειας. (σσ: Αξίζει να σημειωθεί ότι οι χώρες της ΕΕ ενέκριναν στο πλαίσιο του Συμβουλίου έξι δέσμες νομοθετικών μέτρων σε λιγότερο από ένα έτος. Οι κανόνες εγκρίθηκαν και πέρασαν από το στάδιο της πρότασης στην έναρξη ισχύος σε χρόνο ρεκόρ, σε σύγκριση με τα δύο έτη που απαιτούνται γενικά για τη θέσπιση της νομοθεσίας της ΕΕ).
Ποιοί ήταν οι μεγάλοι κερδισμένοι από την ανάγκη διαφοροποίησης των ενεργειακών προμηθευτών της Ευρώπης;
Kυρίως οι ΗΠΑ μέσω της επιτάχυνσης των εισαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου και η Νορβηγία μέσω της αύξησης των εξαγωγών φυσικού αερίου. (σ.σ:Η Ευρώπη έκανε άνοιγμα και σε άλλες αναδυόμενες δυνάμεις στον τομέα ενέργειας όπως η Αλγερία και η Νιγηρία).
Αν θέλαμε να κάνουμε έναν απολογισμό της διαχείρισης της ενεργειακής κρίσης θα λέγαμε ότι χάρη στο συντονισμό των κρατών μελών:
-H τιμή του φυσικού αερίου στην ΕΕ μειώθηκε σημαντικά προς το τέλος του 2022 και παρέμεινε σχετικά σταθερή το 2023. (σ.σ:Τον Δεκέμβριο του 2023, η MWh φυσικού αερίου κόστιζε 34 ευρώ, ήτοι εννέα φορές λιγότερο από ό,τι κατά την κορύφωση της κρίσης).
-Η ΕΕ έκανε ένα μεγάλο βήμα για την ενεργειακή της ανεξαρτησία, διαφοροποιώντας γρήγορα τις εισαγωγές ενέργειας και μειώνοντας εντυπωσιακά τις εισαγωγές από τη Ρωσία. (σ.σ:Το συνολικό μερίδιο του ρωσικού φυσικού αερίου στις εισαγωγές αερίου της ΕΕ μειώθηκε από 45-50% πριν από την κρίση σε 15%).
-Οι χώρες της ΕΕ συνεργάστηκαν αποτελεσματικά για να μειώσουν τη ζήτηση ενέργειας. Σύμφωνα με τη σελίδα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η κατανάλωση αερίου μειώθηκε κατά περισσότερο από 18% το 2022 και το 2023, σε σύγκριση με την προηγούμενη πενταετία.
-Θεσπίστηκαν μέτρα που ενίσχυσαν τη συνεργασία και την αλληλεγγύη μεταξύ κρατών μελών και επιτρέπουν πλέον στα κράτη μέλη και τις εταιρείες ενέργειας να αγοράζουν από κοινού φυσικό αέριο στις παγκόσμιες αγορές.
Η συγκέντρωση της ζήτησης σε επίπεδο ΕΕ δίνει στις χώρες της ΕΕ καλύτερη μόχλευση όσον αφορά την αγορά αερίου στις παγκόσμιες αγορές και αποτρέπει τον ανταγωνισμό μεταξύ κρατών μελών.
-Η ασφάλεια εφοδιασμού προχώρησε σε άλλο επίπεδο με τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου να έχουν πληρότητα 95% της δυναμικότητας πριν από το χειμώνα του 2022-2023 και άνω του 99% της δυναμικότητας τον Οκτώβριο του 2023. (Σ.Σ:Βέβαια είχαμε έναν μεγάλο σύμμαχο, τις ευνοϊκές καιρικές συνθήκες).
-Η ΕΕ επιτάχυνε την ανάπτυξη των ΑΠΕ με πολύ πιο γρήγορο ρυθμό. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, το 2022 ήταν έτος ρεκόρ για την ηλιακή ενέργεια, με εγκατεστημένη φωτοβολταϊκή ισχύ 41 γιγαβάτ, ήτοι 60% περισσότερο απ’ ό,τι το 2021 (26 GW). Τον Μάιο του 2022, για πρώτη φορά στα χρονικά, παρήχθη στην ΕΕ περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια από αιολική και ηλιακή ενέργεια απ’ ό, τι από ορυκτά καύσιμα.
- Οι χώρες της ΕΕ θέσπισαν έναν μηχανισμό της αγοράς για να περιορίσουν τα περιστατικά εμφάνισης εξαιρετικά υψηλών τιμών αερίου και έτσι να μειώσουν τον αντίκτυπο της εκτίναξης των τιμών στους πολίτες και την οικονομία. Έτσι, εάν οι τιμές αερίου φτάνουν σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, εφαρμόζεται ανώτατο όριο τιμών για τις συναλλαγές αερίου.
Η μεταρρύθμιση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία συμφωνήθηκε προσωρινά από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τον Δεκέμβριο του 2023, αποσκοπεί επίσης στην αποφυγή διαταραχών των τιμών.
Χάρη λοιπόν στη διαταραχή που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία στην ευρωπαϊκή ενεργειακή αγορά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Ευρώπη πλέον είναι εξοπλισμένη για να αντιμετωπίσει κάθε στενότητα της παγκόσμιας αγοράς αερίου,πετρελαίου και ντίζελ και είναι προετοιμασμένη για τυχόν περιστατικά ή καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Δεδομένου του νέου μετώπου στην Ερυθρά Θάλασσα και τη Μέση Ανατολή, η προετοιμασία αυτή είναι κάτι παραπάνω από σημαντική για όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.
Αναρτήθηκε από το συνεργάτη μας Στρατηγό κ. Αθαν. Καραντζίκο