Υπό του συνεργάτου μας, Δημητρίου Π. Λυκούδη
Θεολόγου- Φιλολόγου, Υπ. Δρος Παν/μίου Αθηνών
«Χώρες του ήλιου και δεν μπορείτε
να αντικρίσετε τον ήλιο. Χώρες του ανθρώπου και δεν μπορείτε να αντικρίσετε τον
άνθρωπο». Αδυνατώ , αδυνατώ μονολογώ να κατανοήσω και να αφουγκραστώ το
μεγαλείο και την αμφισημία της ιδιαιτερότητας του ανθρώπου. Και αναπόφευκτα ,
με τρόπο σιωπηλό και διακριτικό – ως επακόλουθο της επευχόμενης διάκρισης που
εν δυνάμει συνέχει την αδιακρισία μου - επιχειρώ να εγκλιματιστώ στον κοινωνικό
μου περίγυρο , επιθυμώ χρόνια τώρα να δυνηθώ να αγαπήσω και να αγαπηθώ…
« Δε μ΄ενοχλεί ο λαός , μ
΄ενοχλεί αυτό το αφάνταστο προστύχεμα που προοδεύει ολοένα και αποβλακώνει το
λαό» θα καταθέσει γλαφυρά ο ποιητής Σεφέρης. Αυτή η συμπόρευση και αλληλουχία
προσώπου και προσωπείου , εγώ και εκείνου , ταυτοπροσωπίας και ετεροπροσωπίας ,
«υποκειμενικής και αντικειμενικής θεολογίας », ως θα έλεγε ο μεγάλος Χέγκελ.
Αδυνατώ μονολογώ να κατανοήσω το περίσσευμα της αθλιότητας που αναδύεται και
αναπτύσσεται με γεωμετρικούς ρυθμούς ολοένα γύρω μου . Πιέζομαι , δυσανασχετώ ,
προβληματίζομαι! Αποσύρομαι αδιάκριτα στη μόνωσή μου και ακριβώς επειδή αυτή
δεν τελεί σε καθεστώς απομόνωσης , κατορθώνω με ιδιάζουσα εμβρίθεια να καταθέσω
ότι «Θεός μας χρειάζεται….».
Μοναχικότητα στη μοναξιά
μου , συνέπεια στην ασυνέπεια , λόγος στην αλογία και πάλι μπορώ να ελπίζω , να
αγωνίζομαι θυσιαστικά στη μέθεξη της αγάπης Του! Με διδάσκει η μόνωση , η
ασημία και η ουτιδανότητα ! Μόνο έτσι δύναμαι να γευθώ και να ψηλαφίσω τα άλογα
όσα εκείνα λέγονται και γράφονται , όσα εκείνα δεν συναπαρτίζουν λόγο προσωπικό
και ανθρώπινο , λόγο αγαπητικό και θεο-λογικό!
« Μιλούσες για πράγματα που δεν τά βλεπαν κι αυτοί γελούσαν. Όμως να
λάμνεις στο σκοτεινό ποταμό πάνω νερά , να πηγαίνεις στον αγνοημένο δρόμο στα
τυφλά , πεισματάρης και να γυρεύεις λόγια ριζωμένα σαν το πολύροζο λιόδεντρο -
άφησε κι ας γελούν». Άφησε κι ας γελούν.
Και αν αρέσκεσαι στα λόγια του ποιητή , μαθε να σιωπάς αρχοντικά στην αλογία
των καιρών ακριβώς γιατί έχει και λόγο η άκριτη αδιακρισία της εφήμερης άλογης
πραγματικότητας. Και δεν είναι άλλη από την έλλογη σιωπή στην αγάπη Εκείνου